Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2017

Ο ματωμένος Μάης του '36 στη Θεσσαλονίκη

Τετάρτη, 29 Απρίλη 1936. Δώδεκα χιλιάδες καπνεργάτες της Θεσσαλονίκης - εκ των οποίων περίπου το 70% γυναίκες - αυτή τη μέρα δεν πιάνουν δουλιά, αλλά κατεβαίνουν σε απεργία ύστερα από απόφαση του συνδικαλιστικού τους φορέα, της Πανελλήνιας Καπνεργατικής Ομοσπονδίας (ΠΚΟ). Κυριότερο αίτημά τους1 έχουν την αύξηση των ημερομισθίων στις 120- 135 δραχμές με την εφαρμογή της σύμβασης του 19242. Η απεργία ξεκινάει από τις 9.30 το πρωί. Τα καπνομάγαζα κλείνουν και οι απεργοί κατευθύνονται αρχικά στα γραφεία της Ομοσπονδίας και στη συνέχεια στον κινηματογράφο «Πάνθεον», όπου έχουν συγκέντρωση για να συζητήσουν και να αποφασίσουν τα μέτρα που πρέπει να λάβουν για την περιφρούρηση του αγώνα τους. Εξω από τον κινηματογράφο, η αστυνομία με ισχυρές δυνάμεις δείχνει τα δόντια της, έτοιμη, ανά πάσα στιγμή, να επιδοθεί στο ...θεάρεστο έργο της.

Οι απεργοί αγνοούν την προκλητική αστυνομική παρουσία, εκλέγουν Κεντρική Επιτροπή Αγώνα και στις 12.30 το μεσημέρι η Επιτροπή κάνει παράσταση στον γενικό διοικητή Μακεδονίας Κ. Πάλλη με το υπόμνημα των αιτημάτων των καπνεργατών. Την ίδια μέρα, ξεσπά η απεργία στο Βόλο και στις Σέρρες.

Πολύ γρήγορα, η απεργία επεκτείνεται και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Την Πέμπτη 30 Απρίλη στην απεργία κατεβαίνουν τα Σωματεία Καπνεργατών στην Καβάλα και στη Δράμα. Το Σάββατο 2 Μάη θα προστεθούν τα Σωματεία Αγρινίου, Κομοτηνής, Σάμου, Σιδηροκάστρου, Προσοτσάνης, Νιγρίτας, Ξάνθης, Λαγκαδά, Σιάτιστας, Καρδίτσας, Πειραιά κ.ά. Την Τρίτη 5 Μάη - 7η μέρα της απεργίας, κατεβαίνουν σε συμπαράσταση στη Θεσσαλονίκη οι κλωστοϋφαντουργοί, οι χαρτεργάτες, οι τσαγκαράδες και οι λαστιχάδες. Στις 6 Μάη το μεσημέρι, μέλη φασιστικών οργανώσεων, τους οποίους χρησιμοποιεί το κράτος, πυροβολούν και τραυματίζουν τον καπνεργάτη Κώστα Σαμιώτη 20 χρόνων.

Την επομένη, 7 Μάη, το Ενωτικό Εργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης καλεί την εργατική τάξη σε επιφυλακή για 24ωρη απεργία συμπαράστασης. Εν τω μεταξύ, η εργατική τάξη της Ελλάδας συμπαραστέκεται στους απεργούς. Οι πιο μαζικές Ομοσπονδίες Ηλεκτρισμού, Δέρματος, Οικοδόμων, Επισιτισμού, Ιματισμού, Κουρέων, Αρτεργατών, Φυματικών, το Ενωτικό Εργατικό Κέντρο Αθήνας, με τηλεγραφήματά τους προς τη Γενική Διοίκηση Μακεδονίας, τονίζουν ότι αν δε λυθούν τα δίκαια αιτήματα των καπνεργατών, των τσαγκαράδων και υφαντουργών και σε περίπτωση που εφαρμοστούν τα τρομοκρατικά μέτρα που εξαγγέλθηκαν, η εργατιά όλης της χώρας θα κατέβει σε πανελλαδική απεργία. Αυτή τη μέρα φτάνει στη Θεσσαλονίκη, επιστρέφοντας από το Βελιγράδι, ο πρωθυπουργός της χώρας και μετέπειτα δικτάτορας Ι. Μεταξάς, ο οποίος, σε κοινή σύσκεψη που είχε με τον γενικό διευθυντή και τον σωματάρχη του Γ` Σώματος Στρατού, δίνει το «πράσινο φως» για την καταστολή της απεργίας.
 
Σε λίγες ώρες, η συμπρωτεύουσα θα ζούσε μια από τις ηρωικότερες και τραγικότερες σελίδες της ιστορίας της. Αλλά πριν πάμε εκεί ας δούμε, εν συντομία, το ιστορικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο εξελίσσονται τα γεγονότα.

Πρωτόγνωρη όξυνση της ταξικής πάλης
 
Το πρώτο μισό της δεκαετίας του '30, στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από οξύτατες κοινωνικοπολιτικές αντιθέσεις και αντιπαραθέσεις, που τελική κατάληξη θα έχουν την εγκαθίδρυση της μεταξικής δικτατορίας. Επρόκειτο για μια πορεία που δεν ήταν αναπόφευκτη, αν κρίνουμε από τη σκοπιά των συμφερόντων του εργαζόμενου λαού, αλλά ούτε και εύκολη, αν εξετάσουμε τα πράγματα από τη σκοπιά των συμφερόντων της άρχουσας τάξης. Προς αυτήν την κατεύθυνση ευνοούσε η παγκόσμια οικονομική κρίση του καπιταλισμού 1929-1933, η χρεοκοπία του αστικού κοινοβουλευτισμού και η άνοδος του φασισμού, έμμεσα ή άμεσα, η κυριαρχία, δηλαδή, των πιο αντιδραστικών τμημάτων της χρηματιστικής ολιγαρχίας ως απάντηση των αστικών τάξεων σ' αυτήν την κρίση, αλλά και για την αντιμετώπιση του ανερχόμενου εργατικού - επαναστατικού κινήματος.

Στο εξεταζόμενο διάστημα και πριν ο Μεταξάς εγκαθιδρύσει το καθεστώς της 4ης Αυγούστου, η Ελλάδα γνώρισε σημαντικές, αλλά αποτυχημένες απόπειρες επιβολής δικτατορικού καθεστώτος από το χώρο του Κέντρου (Κίνημα Πλαστήρα το 1933, Κίνημα των Βενιζελικών της 1ης Μάρτη 1935), ενώ ο άλλος πόλος του αστικού πολιτικού κόσμου, η λεγόμενη δεξιά και ακροδεξιά, δουλεύοντας πιο μεθοδικά, κατάφερε να επιτύχει την παλινόρθωση της μοναρχίας το φθινόπωρο του 1935 και να βάλει ισχυρά θεμέλια για μια επιτυχημένη επιβολή πραξικοπήματος.
 
Το 1935 παρουσιάζεται επίσης σοβαρή ανάπτυξη του απεργιακού κινήματος που συνοδεύεται από παλλαϊκά συλλαλητήρια. Σε 200.000 φτάνουν οι απεργοί εργάτες μέχρι τον Οκτώβρη του χρόνου εκείνου, χωρίς να υπολογίζονται οι μήνες Μάρτης - Απρίλης. Χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτών των αγώνων, που αγκαλιάζουν όλα σχεδόν τα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας, είναι η αποφασιστικότητα και το πείσμα των εργαζόμενων μαζών, που φτάνουν ακόμη και σε ανοιχτή σύγκρουση με τους εργοδότες και την αστυνομία. Το 1935 σημαδεύεται, επίσης, με το ματοκύλισμα δεκάδων εργατών και αγροτών3.

Με την αυγή του 1936, ο ελληνικός λαός έζησε κορυφαία ιστορικά γεγονότα. Στις 26 Γενάρη, η χώρα οδηγήθηκε σε εκλογές. Η βενιζελική παράταξη - το λεγόμενο Κέντρο - που κατέβηκε στις εκλογές με 5 διαφορετικά κόμματα (Κόμμα Φιλελευθέρων, Δημοκρατικός Συνασπισμός, Πανδημοκρατική Ενωσις Κρήτης, Αγροτικό Σοφιανόπουλου και Νεοφιλελεύθεροι) συγκέντρωσε συνολικά 574.655 ψήφους, και 142 έδρες. Η αντιβενιζελική παράταξη - η λεγόμενη Δεξιά και ακροδεξιά - πήρε μέρος στις εκλογές με τα κόμματα Λαϊκό, Λαϊκή Ριζοσπαστική Ενωσις, Κόμμα Ελευθεροφρόνων (Μεταξάς) και Εθνικόν Μεταρρυθμιστικόν Κόμμα και συγκέντρωσε 602.840 ψήφους και 143 έδρες. Το ΚΚΕ, που είχε δημιουργήσει με το Αγροτικό Κόμμα του Βογιατζή το «Παλλαϊκό Μέτωπο», σημείωσε επιτυχία, καθώς συγκέντρωσε 73.411 ψήφους και εξέλεξε 15 βουλευτές. Η επιτυχία αυτή αποκτούσε ξεχωριστή σημασία, δεδομένου ότι κανένα κόμμα δε συγκέντρωνε την απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία και το Παλλαϊκό Μέτωπο μπορούσε να παίξει ένα είδος ρυθμιστικού ρόλου, κάτι και το οποίο έγινε με την υπογραφή, στις 19/2/1936, του γνωστού συμφώνου Σκλάβαινα - Σοφούλη. Βάσει των όρων της συμφωνίας, το Παλλαϊκό Μέτωπο αναλάμβανε την υποχρέωση να ψηφίσει τους Φιλελεύθερους για το προεδρείο της Βουλής και να δώσει ψήφο ανοχής σε κυβέρνηση που θα σχημάτιζε ο Σοφούλης. Από την πλευρά της, η κυβέρνηση θα ακύρωνε αναδρομικά τη διάταξη του εκλογικού νόμου που αφαιρούσε τα εκλογικά δικαιώματα από όσους είχαν καταδικαστεί για παράβαση του «ιδιώνυμου», θα καταργούσε τις Επιτροπές Ασφάλειας, θα έδινε αμνηστία στον Ν. Ζαχαριάδη, στον Β. Βερβέρη και στον Β. Νεφελούδη, καθώς και σε όλους τους πολιτικούς κατάδικους, στους φυλακισμένους και τους εξόριστους, θα διέλυε όλες τις φασιστικές οργανώσεις, θα καθιέρωνε σαν μόνιμο εκλογικό σύστημα την αναλογική, θα ελάττωνε, μέσα σε δυο μήνες, την τιμή του ψωμιού, θα απαγόρευε την προσωποκράτηση για οφειλές προς το Δημόσιο μέχρι τρεις χιλιάδες δραχμές, θα καθιέρωνε πεντάχρονο χρεοστάσιο χωρίς όρους για τα χρέη των αγροτών στις τράπεζες και στους ιδιώτες και θα προχωρούσε στην άμεση εφαρμογή των κοινωνικών ασφαλίσεων4.

Τελικά, αυτό το σύμφωνο δεν τηρήθηκε, με ευθύνη του Κόμματος των Φιλελευθέρων του Θ. Σοφούλη, που υπαναχώρησε, υποστηρίζοντας μαζί με το δεξιό Λαϊκό κόμμα τη λύση Δεμερτζή.
Η υπαναχώρηση των Φιλελευθέρων ήταν επιβεβλημένη από τα ταξικά συμφέροντα που υπηρετούσε ο χώρος του Κέντρου, δεδομένου ότι ήταν τέτοιες οι συνθήκες εκείνη την περίοδο που η συμμαχία με το Παλλαϊκό Μέτωπο ευνοούσε το λαϊκό κίνημα, η πάλη του οποίου γνώριζε πραγματική έκρηξη. Στους πρώτους μήνες του '36, το απεργιακό κίνημα της εργατικής τάξης, αλλά και των μεσαίων στρωμάτων σημείωσε πρωτοφανή άνοδο απ' άκρη σ' άκρη της Ελλάδας. Μόνο στο τρίμηνο Γενάρη - Μάρτη, απήργησαν πάνω από 200 χιλιάδες εργάτες, ενώ σε μια σειρά πόλεις (Δράμα, Καβάλα, Σέρρες, Ξάνθη κλπ.) πραγματοποιήθηκαν πετυχημένες απεργίες με τοπικού χαρακτήρα αιτήματα. Στο ίδιο χρονικό διάστημα, οι αγρότες μιας σειράς επαρχιών (Ηρακλείου, Δωρίδας κλπ.) συγκροτούσαν συλλαλητήρια, ενώ οι επαγγελματίες των πόλεων κατέβαιναν σε απεργίες. Σ' αυτές τις παλλαϊκές κινητοποιήσεις, το «παρών» έδωσε και η σπουδάζουσα νεολαία. Ολόκληρο το πρώτο δεκαήμερο του Μάρτη, οι φοιτητές των πανεπιστημίων και όλων των άλλων σχολών βρίσκονταν σε απεργία, απαιτώντας πανεπιστημιακές και γενικότερα δημοκρατικές ελευθερίες5.

Τη μεγάλη άνοδο των εργατικών και λαϊκών αγώνων φανερώνει και η αντίδραση των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους. Ο απολογισμός της κρατικής τρομοκρατίας σε βάρος των λαϊκών μαζών, για τους μήνες Γενάρη, Φλεβάρη, Μάρτη και Απρίλη του 1936, που έδωσε στη δημοσιότητα η Στατιστική Υπηρεσία της οργάνωσης ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΒΟΗΘΕΙΑ, είναι αποκαλυπτικός6. Το Γενάρη του '36, σε ολόκληρη την Ελλάδα έγιναν 117 συλλήψεις, 18 φυλακίσεις, 37 εξορισμοί, 33 τραυματισμοί, 1 δολοφονία, 38 βασανισμοί, 13 απαγορεύσεις συνεδρίων και συγκεντρώσεων, 1 αστυνομική έρευνα, 4 διαλύσεις σωματείων και 3 κατασχέσεις.
Το Φλεβάρη έγιναν 129 συλλήψεις, 91 φυλακίσεις, 6 εξορισμοί, 23 τραυματισμοί, 2 δολοφονίες, 17 βασανισμοί, 3 απαγορεύσεις συνεδρίων και συγκεντρώσεων, 14 αστυνομικές έρευνες και 3 κατασχέσεις.
Το Μάρτη έγιναν 198 συλλήψεις, 225 φυλακίσεις, 12 εξορισμοί, 17 τραυματισμοί, 1 δολοφονία, 36 βασανισμοί, 5 απαγορεύσεις συνεδρίων και συγκεντρώσεων, 2 αστυνομικές έρευνες και 1 κατάσχεση.
Τον Απρίλη του '36 έγιναν 198 συλλήψεις, 32 φυλακίσεις, 44 εξορισμοί, 35 τραυματισμοί, 1 δολοφονία, 34 βασανισμοί, 15 απαγορεύσεις συνεδρίων και συγκεντρώσεων, 19 αστυνομικές έρευνες και 470 κατασχέσεις.

Το σκηνικό, που δείχνει με ποια κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα φτάσαμε στα γεγονότα του Μάη στη Θεσσαλονίκη, ολοκληρώνεται, αν προσθέσουμε τις πολιτικές εξελίξεις σε κεντρικό επίπεδο.

Στις 5 Μάρτη του 1936, ο βασιλιάς Γεώργιος - χωρίς να συναντήσει την παραμικρή αντίσταση από τα αστικά κόμματα - διόρισε τον Ιωάννη Μεταξά στη θέση του υπουργού των Στρατιωτικών. Επίσης καθολική ήταν από τον μονάρχη και τον αστικό πολιτικό κόσμο η στήριξη της κυβέρνησης Δεμερτζή, στην οποία ο Μεταξάς κατείχε και τη θέση του αντιπροέδρου. Λίγες βδομάδες αργότερα, στις 27 Απρίλη του ίδιου έτους, και αφού ο Δεμερτζής είχε αποδημήσει εις Κύριον, τα αστικά κόμματα έκαναν τον Μεταξά πρωθυπουργό, δίνοντάς του ψήφο εμπιστοσύνης και τρεις μέρες αργότερα η Βουλή αποφάσισε τη διακοπή των εργασιών της μέχρι το τέλος Σεπτέμβρη, δίνοντας στον μετέπειτα δικτάτορα και στην κυβέρνησή του ημιδικτατορικές εξουσίες. Αποτέλεσμα ήταν, από τα τέλη Απρίλη του '36, να εγκαθιδρυθεί στη χώρα ένα ιδιότυπο καθεστώς, που αργότερα πολύ εύστοχα ονομάστηκε «καθεστώς της 3 1/2 Αυγούστου»7. Σε καθεστώς, λοιπόν «3 1/2 Αυγούστου» - που ήθελε να γίνει «4η Αυγούστου» - έγιναν τα γεγονότα της Θεσσαλονίκης, στα οποία και επιστρέφουμε.

Ο ματωμένος Μάης του '36
 
Η κυβέρνηση Μεταξά ακολούθησε παρελκυστική τακτική από την πρώτη μέρα της απεργίας των καπνεργατών, προετοιμάζοντας τη βίαιη κατάπνιξή της. Στους καπνεργάτες έλεγε ότι τα αιτήματά τους γρήγορα θα ικανοποιηθούν και από τους καπνεμπόρους ζητούσε να είναι αδιάλλακτοι. Ετσι φτάσαμε στις 7 Μάη, όπου στο Βόλο έγιναν αιματηρές συγκρούσεις μεταξύ απεργών και αστυνομίας, ενώ στη Θεσσαλονίκη, όπως προαναφέραμε, έμπαινε σε εφαρμογή ένα πλήρες σχέδιο καταστολής.

Στις 8 Μάη, λίγο πριν από το μεσημέρι, εφτά χιλιάδες απεργοί της Θεσσαλονίκης κατευθύνθηκαν προς τη Γενική Διοίκηση Βορείου Ελλάδος για να απαιτήσουν την άμεση επίλυση των αιτημάτων τους. Δυνάμεις έφιππης και πεζής χωροφυλακής προσπάθησαν να τους σταματήσουν, χωρίς όμως να το πετύχουν. Τότε άρχισαν να πυροβολούν κατά του άοπλου πλήθους, που ύστερα από το πρώτο σοκ ανασύνταξε τις δυνάμεις του κι άρχισε να στήνει οδοφράγματα. Την ίδια ώρα, άλλη διαδήλωση από τρεις χιλιάδες περίπου εργάτες, που κατευθυνόταν επίσης προς το Διοικητήριο, δέχτηκε κι αυτή επίθεση από τους χωροφύλακες. Οι εργάτες κατάφεραν να σπάσουν τις ζώνες των χωροφυλάκων και να ενωθούν με τους συναδέλφους τους στα οδοφράγματα.

Μέσα σε λίγη ώρα, τα νέα είχαν φτάσει σε κάθε σημείο της πόλης κι ο κόσμος κατέβαινε από τις συνοικίες προς το κέντρο για να βοηθήσει τους αγωνιζόμενους εργάτες. Οι αρχές τρομοκρατήθηκαν. Ο διοικητής της φρουράς Θεσσαλονίκης έδωσε διαταγή στο στρατό να χτυπήσει τους διαδηλωτές, αλλά οι φαντάροι δεν υπάκουσαν. Τρεισήμισι ώρες κράτησαν οι οδομαχίες και, τελικά, οι διαδηλωτές υποχώρησαν. Πολλοί εργάτες είχαν τραυματιστεί, αλλά η αγανάκτηση το λαού ήταν στο κατακόρυφο. Το βράδυ, πολλά σωματεία τη Θεσσαλονίκης (αυτοκινητιστές, λιμενεργάτες οικοδόμοι, τροχιοδρομικοί κ.ά.) κήρυξαν απεργία. Η κυβέρνηση σε απάντηση προχώρησε την έκδοση διατάγματος επιστράτευσης των τροχιοδρομικών και των σιδηροδρομικών και διέταξε το Γ` Σώμα Στρατού να λάβει εξαιρετικά μέτρα προς εξασφάλιση της τάξης8.

«Η αστυνομία - έγραφε ο «Ρ», αναφερόμενος στα γεγονότα της 8ης Μάη9 - έδειξε σήμερα καθαρά πως παίζει το ρόλο του υπηρέτη του καπνεμπορικού και του άλλου κεφαλαίου. Με αγριότητα και βανδαλισμούς επετέθηκε κατά των άοπλων καπνεργατών και καπνεργατριών, των υφαντουργών, των μικρών κοριτσιών (12 ως 15 χρόνων) και τους ματοκύλισε. Επί 3 1/2 ώρες, η Θεσσαλονίκη βρισκότανε χθες σε κατάσταση μάχης, μεταξύ των δυνάμεων της αστυνομίας και ενός μέρους της εργατικής τάξης. Η στάση της αστυνομίας έχει εξεγείρει όλο το λαό».

Την επομένη, 9 Μάη, η απεργία στη συμπρωτεύουσα είχε γενικευτεί. Μαζί με τους εργάτες, κατέβηκαν σε απεργία διαμαρτυρίας και οι επαγγελματίες, οι βιοτέχνες και οι φοιτητές. «Την πρωίαν της 9ης Μάη - γράφει ο Γρ. Δαφνής10 - απήργησαν εις ένδειξιν αλληλεγγύης οι λιμενεργάται, αρτεργάται, μυλεργάται, εργάται πλεκτηρίων και άλλων κλάδων, έτσι που το σύνολο των απεργούντων εργατών εις Θεσσαλονίκην ανήλθε εις 25.000 περίπου. Οι δε έμποροι και επαγγελματίαι έκλεισαν τα καταστήματά των. Ολόκληρος δηλαδή ο λαός της Θεσσαλονίκης, ο εργαζόμενος, ενεφανίζετο ηνωμένος εις την κατά των κυβερνητικών μέτρων διαμαρτυρίαν».

Ετσι οι χωροφύλακες από νωρίς το πρωί άρχισαν τις επιθέσεις εναντίων εργατικών συγκεντρώσεων. Η πρώτη σοβαρή σύγκρουση έγινε μεταξύ χωροφυλακής και απεργών αυτοκινητιστών στην οδό Εγνατίας. Οι χωροφύλακες χτύπησαν στο ψαχνό και σε λίγο έπεσε ο πρώτος νεκρός απεργός: Ηταν ο αυτοκινητιστής Τάσος Τούσης. «Το πλακόστρωτο και οι γύρω δρόμοι βάφονται με αίμα. Παντού ακούγονται αγκομαχητά των πληγωμένων και οι κατάρες τους πλήθους ενάντια στους φονιάδες. Γίνεται διαδήλωση με το νεκρό εργάτη πάνω σε μια πόρτα μπροστά προς το Διοικητήριο, από το οποίο απουσιάζει ο διοικητής, όχι, όμως, και οι χωροφύλακες που το φυλάνε πάνοπλοι. Την ίδια ώρα, οι καμπάνες σε όλες τις συνοικίες κτυπάν συναγερμό, ο λαός ξεχύνεται στους δρόμους και κατηφορίζει προς το κέντρο. Πορείες με υψωμένες τις γροθιές ενώνονται με τους απεργούς, ενώ κόκκινα λάβαρα βαμμένα από το αίμα των δολοφονημένων εργατών ανεμίζουν. Οι πρώτοι νεκροί: Β. Σταύρου, Ιντο Σεννόρ, Γ. Πανόπουλος, Αγλαμίδης, Σαλβατώρ Ματαράσσο, Δημ. Λαϊλάνης, Σ. Διαμαντόπουλος, Γιάννης Πιτάρης, Ευθύμης Μάνος, Μανώλης Ζαχαρίου, Αναστασία Καρανικόλα»11.

Οι μαζικές δολοφονίες διαδηλωτών, αντί να κάμψουν τη λαϊκή αντίσταση, τη θεριεύουν, προκαλώντας νέα κύματα οργής και αγανάκτησης. Ολη η πόλη έχει ξεσηκωθεί, ενώ οι στρατιώτες παραβαίνουν τις διαταγές, αρνούνται να σηκώσουν όπλο κατά του λαού και συγκρούονται με τους χωροφύλακες.

Το μεσημέρι, ο διοικητής του Γ` Σώματος Στρατού διατάσσει τους χωροφύλακες να κλειστούν στα αστυνομικά τμήματα, δίνει εντολή σε αξιωματικούς του στρατού να αναλάβουν τη διοίκηση των αστυνομικών τμημάτων και βγάζει ανακοίνωση που απαγορεύει κάθε συγκέντρωση ακόμα και λίγων ατόμων σε κλειστό ή ανοιχτό χώρο, ενώ κλείνει και τα μαγαζιά της Θεσσαλονίκης. Το γεγονός αυτό αντί να δράσει καταπραϋντικά οξύνει ακόμη περισσότερο τα πνεύματα. Στις 5 μ.μ. πραγματοποιείται νέα λαϊκή συγκέντρωση στη διασταύρωση των οδών Εγνατίας και Βενιζέλου χωρίς να υπάρξουν επεισόδια. Οι συγκεντρωμένοι εκδίδουν ψήφισμα το οποίο λέει:
«Άπας ο λαός της Θεσσαλονίκης, συγκεντρωθείς εις παλλαϊκήν συγκέντρωσιν και ακούσας των ρητόρων, αποφασίζει:
1) Εκφράζει τον αποτροπιασμόν και την αγανάκτησίν του διά τους δολοφόνους.
2) Διαδηλώνει τη συμπάθειάν του προς τους αγωνιζόμενους απεργούς.
Και ζητεί: 1) Παραίτησιν της κυβερνήσεως.
3) Αμεσον σύλληψιν του διευθυντού της Αστυνομίας Ντάκου και την αντικατάστασιν του γενικού διοικητού Πάλλη.
4) Επίλυση όλων των αιτημάτων των απεργών και ακύρωσιν της αποβολής του φοιτητή Καββαδία.
5) Απελευθέρωσιν όλων των συλληφθέντων.
6) Απόδοσιν των θυμάτων εις τα εργατικά Σωματεία προς κήδευσιν.
7) Να επιτραπεί αύριον η τέλεσις παλλαϊκού μνημοσύνου.
Δηλώνει:
ότι θα συνεχίσει την απεργίαν μέχρις της πλήρους επιλύσεως όλων των αιτημάτων και αναθέτει εις τον διοικητήν του ΓΣ Στρατού τη διαβίβασιν του παρόντος ψηφίσματος εις την κυβέρνησιν».

Το βράδυ της 9ης Μάη, ο λαός της Θεσσαλονίκης είναι η πραγματική εξουσία στην πόλη. «Οι αρχές είχαν ουσιαστικά καταλυθεί. Οι συνοικισμοί όλοι είχαν καταληφθεί από τους διαδηλωτάς», γράφει ο επιμελητής του ημερολογίου του Ιωάννη Μεταξά, Π. Σιφναίος12. Και ο Γρ. Δαφνής συμπληρώνει: «Τη νύκτα της 9ης προς 10η Μαΐου, ούτε ο Γενικός Διοικητής, ούτε ο Σωματάρχης, ούτε καμία άλλη αρχή ημπορούσε να ασκήση εξουσίαν... Ητο εκτός πάσης αμφιβολίας ότι ο λαός της Θεσσαλονίκης ήτο κύριος της καταστάσεως»13. Μπρος σ' αυτήν την κατάσταση, ο Μεταξάς δεν έκρυψε τον τρόμο του και διέταξε να κινηθεί το Σύνταγμα Λαρίσης προς τη Θεσσαλονίκη και μοίρα του Στόλου να καταπλεύσει προς την πόλη14. Ηθελε προφανώς να σπείρει τον τρόμο και να δείξει πως ήταν αποφασισμένος για όλα, αλλά τα πράγματα δεν οδηγήθηκαν σε νέα σύγκρουση, δεδομένου ότι η απεργία λύθηκε με συμβιβασμό που επιτεύχθηκε σε κεντρικό επίπεδο, στον οποίο συνέβαλε και η Ενωτική ΓΣΕΕ με επικεφαλής τον Κ. Θέο15.

Αντί επιλόγου
 
Η βάρβαρη δολοφονική επίθεση εναντίον του λαού της Θεσσαλονίκης προκάλεσε έκρηξη κι απεργιακές κινητοποιήσεις σε ολόκληρη την Ελλάδα16. Το απεργιακό αυτό ξέσπασμα το Μάη του '36, η κυβέρνηση του Μεταξά και ο αστικός πολιτικός κόσμος το απέδωσαν, κατά τη συνήθη πρακτική, σε ...κομμουνιστικό δάκτυλο. «Το 1936- γράφει ο Mark Mazower17 εξηγώντας αυτήν την ερμηνεία των γεγονότων - καθώς δυνάμωνε η εργατική διαμαρτυρία, τα μεγάλα πολιτικά κόμματα αρχικά περιθωριοποιήθηκαν και κατόπιν ωθήθηκαν στην υποστήριξη της αντικομμουνιστικής καταστολής». Αναμφίβολα, το ταξικό τους συμφέρον δεν μπορούσε να τα οδηγήσει σε άλλο δρόμο. Η αλήθεια, όμως, ήταν διαφορετική. Κανένα εργατικό κίνημα και καμία απεργία δε θα μπορούσε να υπάρξει, αν δεν υπήρχαν πραγματικά προβλήματα που μάστιζαν τους εργαζόμενους. «Η εργατική αναταραχή - έγραφαν οι ιθύνοντες της βρετανικής Πρεσβείας σε μία έκθεση τους, με ημερομηνία 27/5/1936, για τα γεγονότα της Θεσσαλονίκης - οφείλεται περισσότερο σε πραγματική δυσαρέσκεια για τα μόνιμα κακά, παρά σε κομμουνιστική προπαγάνδα. Στη ρίζα του κακού βρίσκεται η μεγάλη οικονομική αθλιότητα, που επικρατεί στα κατώτερα στρώματα και ειδικά στις εργαζόμενες τάξεις»18.

Τα γεγονότα του Μάη του '36 με επίκεντρο τη Θεσσαλονίκη θα μπορούσαν πιθανότατα να αποτελέσουν και την αρχή του τέλους της διακυβέρνησης του τόπου από τον Μεταξά, αν τα αστικά κόμματα ανταποκρίνονταν στις σχετικές εκκλήσεις του ΚΚΕ, το οποίο σε απόφαση της ΚΕ του προφητικά τόνιζε19: «Ο δολοφόνος Μεταξάς, εκπρόσωπος των πιο τρομοκρατικών, πλουτοκρατικών κύκλων, του βασιλιά και της φασιστικής στρατοκρατίας, επιταχύνει τις προσπάθειές του για να εγκαθιδρύσει στην Ελλάδα μοναρχοφασιστική δικτατορία». Δυστυχώς, το ΚΚΕ δεν εισακούστηκε κι έμεινε μόνο του έως το τέλος να αγωνίζεται για ν' αποτρέψει το μοιραίο, την εγκαθίδρυση της μοναρχοφασιστικής δικτατορίας. Το αποτέλεσμα της στάσης των αστικών κομμάτων, ήταν να λυθούν τα χέρια του Μεταξά κι αυτών που τον στήριζαν. Υπό αυτές τις συνθήκες, έχει απόλυτο δίκιο ο Γρ. Δαφνής, όταν σημειώνει ότι: «Τα αιματηρά γεγονότα της Θεσσαλονίκης θα δώσουν την πρώτη δικαιολογίαν διά την κατάλυσιν του δημοκρατικού κοινοβουλευτικού πολιτεύματος». Ο ίδιος συγγραφέας προσθέτει ότι στις 10 Μάη ο Μεταξάς συζήτησε και συμφώνησε με τον Γεώργιο Γλύξμπουργκ για την επιβολή της δικτατορίας20.

Σχετικά, πάντως, με τη στήριξη που βρήκε ο Μεταξάς στα αστικά κόμματα της εποχής, πιο αξιοπρόσεκτο είναι το γεγονός ότι πολυτιμότερη, για να επιβάλει εντέλει τα σχέδιά του, ήταν αντικειμενικά η στήριξη που του παρείχε το βενιζελικό Κόμμα των Φιλελευθέρων. «Ο Σοφούλης - γράφει ο Γ. Ανδρικόπουλος21 - αν και απέφυγε να αναφερθεί στην εξαθλίωση του λαού, καταδίκασε ωστόσο με μεγάλη οξύτητα ''την απάνθρωπον συμπεριφοράν του κράτους και των οργάνων του'', ''τας τσαρικάς σφαγάς''. Ταυτόχρονα, συνέχιζε να υποστηρίζει την κυβέρνηση Μεταξά... Το κόμμα των Φιλελευθέρων είχε, για πρώτη φορά στην ιστορία του, βρεθεί μπροστά σε μια τέτοια κρίση. Τα γεγονότα της Θεσσαλονίκης έδειχναν ότι η πολιτική του έναντι του Μεταξά αποδοκιμαζόταν από το λαό... Για να κερδίσει το έδαφος που είχε χάσει, έπρεπε να κάνει στροφή προς τα αριστερά και να εγκαταλείψει τον Μεταξά. Αλλά την αναδίπλωση έκανε αδύνατη, πρώτο η πεποίθηση της ηγεσίας του ότι ο Μεταξάς αντιπροσώπευε τη μόνη ελπίδα επαναφοράς στο στρατό των απότακτων αξιωματικών, δεύτερο η βαθύτατα συντηρητική του φύση που απέτρεπε συνεργασία με ριζοσπαστικές δυνάμεις».

Χωρίς αμφιβολία, τα γεγονότα της Θεσσαλονίκης σηματοδοτούσαν μια περίοδο στην πολιτική ζωή της χώρας, όπου το κέντρο βάρους των εξελίξεων, έστω και ελαφρά, μετατοπιζόταν από τα κέντρα συνωμοσίας στις οργανώσεις του λαού. Το ΚΚΕ μάλιστα, εναπόθετε - και δίκαια έπραττε - όλες τις ελπίδες για προοδευτικές εξελίξεις στη χώρα σ' αυτό το γεγονός. Την Ελλάδα22, έλεγε, «ο παλλαϊκός απελευθερωτικός αγώνας θα τη σώσει». Ομως, αυτό, που για το ΚΚΕ ήταν σωτηρία της χώρας, προκαλούσε πανικό σε κάποιους άλλους. Η είσοδος του λαού στο προσκήνιο των πολιτικών εξελίξεων ήταν ένα γεγονός, που, όπως γράφει ο Ανδρικόπουλος23 «δεν πέρασε απαρατήρητο από τις στήλες του Τύπου - βενιζελικού και αντιβενιζελικού - που άρχισε να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου». Κι ύστερα από τον κώδωνα του κινδύνου ήρθε η νύχτα της 4ης Αυγούστου.

Σημειώσεις
1 Συνολικά για τα αιτήματα των καπνεργατών, βλέπε: «Ο ηρωικός Μάης της Θεσσαλονίκης του '36 - χρονικό», εκδόσεις ΣΕ, σελ. 22-23
2 Η σύμβαση αυτή, που είχε ονομαστεί και «σύμβαση Παπαναστασίου», προέβλεπε ότι ο μέσος όρος του ημερομισθίου των καπνεργατών θα έπρεπε να αντιστοιχεί σε 8 χρυσές δραχμές. Αυτό σήμαινε ότι το 1936 οι καπνεργάτες έπρεπε να παίρνουν ημερομίσθιο 140-150 δραχμών. Πληρώνοντας, όμως, με 40-50 δρχ., που με κάποιες επιμέρους αυξήσεις έφταναν τις 75-80. Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό ότι εξαιτίας της μεγάλης ανεργίας πολλοί καπνεργάτες δούλευαν τζάμπα (κυρίως γυναίκες), έχοντας συμφωνήσει με τα αφεντικά να τους κολλάνε μόνο τα ένσημα στο ΤΑΚ (Ταμείο Ασφάλισης Καπνεργατών), για να μη χάνουν το δικαίωμα της περίθαλψης (Σπ. Λιναρδάτου: «Πώς εφτάσαμε στην 4η Αυγούστου», εκδόσεις «Θεμέλιο», 1965, σελ. 207-208)
3 «Ο ηρωικός Μάης της Θεσσαλονίκης του '36 - χρονικό», εκδόσεις ΣΕ, σελ. 22-23
4 Βλέπε ολόκληρο το Σύμφωνο: «Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος 4ος, σελ. 342-343.
5 Δημήτρη Σάρλη: «Η πολιτική του ΚΚΕ στον αγώνα κατά του μοναρχοφασισμού», Αθήνα 1975, σελ. 383-384
6 «Ριζοσπάστης» 21/4/1936
7 Φ. Γρηγοριάδη: «Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας 1909- 1940», εκδόσεις «Καπόπουλος», τόμος 4ος, σελ. 134-136
8 Γρ. Δαφνή: «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων», εκδόσεις «Ικαρος», 1955, τόμος Β`, σελ. 423
9 «Ριζοσπάστης» ,9 Μάη 1936
10 Γρ. Δαφνή: «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων», εκδόσεις «Ικαρος», 1955, σελ. 424
11 «Οι καπνεργάτες και ο Μάης του '36», έκδοση «ΣΥΝΔΙΚΑΤΟ ΚΑΠΝΕΡΓΑΤΩΝ -ΤΡΙΩΝ Ν. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ», σελ. 43. Βλέπε αναλυτικά για το μακελειό: «Ρ», Κυριακή 10/5/1936 και «Ο ηρωικός Μάης της Θεσσαλονίκης του '36 - χρονικό», εκδόσεις ΣΕ, σελ. 39-51. Για τον αριθμό των νεκρών υπάρχει διχογνωμία. Θεωρείται πως ήταν περισσότεροι, αλλά δε βρέθηκαν τα στοιχεία τους. Λέγεται ότι η αστυνομία προχώρησε σε μυστική ταφή νεκρών για να αποφευχθεί η έκρηξη της λαϊκής αγανάκτησης, που θα προκαλούσε η γνωστοποίηση των συνολικών στοιχείων γύρω από το μακελειό
12 Ι. Μεταξά: «Το προσωπικό του Ημερολόγιο», εκδόσεις «Γκοβόστη», τόμος Δ`, σελ. 213
13 Γρ. Δαφνή: «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων», εκδόσεις «Ικαρος», 1955, τόμος Β` σελ. 425-426
14 Σπ. Μαρκεζίνη: «Πολιτική Ιστορία της Συγχρόνου Ελλάδος», εκδόσεις «Πάπυρος», τόμος 4ος, σελ. 304-307.
15 Η ΚΕ του ΚΚΕ άσκησε οξυτάτη κριτική στην Ενωτική ΓΣΕΕ και στον Κ. Θέο γι' αυτήν τη συμβιβαστική πρακτική (Βλέπε: «Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος 4ος, σελ. 375-376)
16 «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ», εκδόσεις ΣΕ, σελ. 298-299
17 Mark Mazower: «Η Ελλάδα και η οικονομική κρίση του μεσοπολέμου», έκδοση του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, σελ. 371
18 Βλέπε ολόκληρη την έκθεση: Γ. Ανδρικόπουλου: «Οι ρίζες του ελληνικού φασισμού», εκδόσεις ΔΙΟΓΕΝΗΣ, σελ. 73-77
19 «Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος 4ος, σελ. 373
20 Γρ. Δαφνή: «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων», εκδόσεις «Ικαρος», 1955, τόμος Β`, σελ. 422-423
21 Γιάννη Ανδρικόπουλου: «Η Δημοκρατία του Μεσοπολέμου», εκδόσεις «Φυτράκη», σελ. 221
22 «Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος 4ος, σελ. 372
23 Γ. Ανδρικόπουλου, στο ίδιο, σελ. 217

Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ
 

Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2017

Από τον λαό των νομιμοφρόνων στο έθνος των εθνικοφρόνων

Από τον λαό των νομιμοφρόνων στο έθνος των εθνικοφρόνωνΣτην Ελλάδα έχουν γραφτεί πολλά βιβλία για την αριστερή σκέψη ή για τη δήθεν αριστερή σκέψη. Τα περισσότερα από αυτά έχουν γραφτεί από αριστερούς ή από δήθεν αριστερούς. Απουσιάζουν όμως βιβλία, όπως το παρουσιαζόμενο, που με ψυχραιμία, αναλυτική διεισδυτικότητα και πλούτο στοιχείων και αναφορών περιγράφουν τη μαζική ιδεολογία του ελληνικού συντηρητικού χώρου. Σ αυτό το βιβλίο της, η Δέσποινα Ι. Παπαδημητρίου, επίκουρη καθηγήτρια στο Πάντειο -με ιδιαίτερα αξιόλογη προσφορά στον χώρο των μελετών για τη Δεξιά και την Ακρα Δεξιά, τον εθνικισμό και τη βία στην Ελλάδα, την Ευρώπη και τις ΗΠΑ- παρουσιάζει τις λεπτές αποχρώσεις και τις μεταμορφώσεις της ελληνικής συντηρητικής σκέψης από τη Μικρασιατική Καταστροφή μέχρι τη Δικτατορία των συνταγματαρχών, όπως αυτές αποτυπώνονται στις σελίδες του ελληνικού Τύπου της περιόδου.

Η Ιστορία αναλύοντας το παρελθόν δεν διδάσκει μόνο, αλλά και συνθέτει το παλίμψηστο του παρόντος. Η Ιστορία διεισδύει στο παρελθόν για να συνθέσει το παρόν. Η μελέτη της Παπαδημητρίου δεν μας γνωρίζει μόνο τις βασικές συνιστώσες της μαζικής συντηρητικής ιδεολογίας της περιόδου 1922-1967, αλλά μας προσφέρει και τη δυνατότητα να διαπιστώσουμε αναλογίες και συνέχειες στον σημερινό κόσμο της συντηρητικής ιδεολογίας. Από τη μελέτη τής Παπαδημητρίου επίσης ένας δογματικός χώρος που αυτοπροσδιορίζεται ως αριστερός μπορεί να μάθει πως η συντηρητική ιδεολογία δεν ταυτίζεται με την άρνηση της δημοκρατίας. Ο αναγνώστης αυτού του βιβλίου θα ανακαλύψει πως ιδεολογία δεν παράγει μόνον η Αριστερά, πως υπάρχουν και αλλού πορτοκαλιές που κάνουν πορτοκάλια και ο συντηρητικός χώρος καθόλου δεν έχει να ζηλέψει από τον αριστερό, όσον αφορά την παραγωγή μαζικής ιδεολογίας. Η παραγωγή συστηματικής ιδεολογίας είναι βεβαίως άλλο ζήτημα. Η Αριστερά εδώ υπερέχει, χωρίς αυτό να σημαίνει πως η Δεξιά δεν έχει και αυτή τους οργανικούς της διανοούμενους.

Η συγγραφέας, αρχικά, φροντίζει να μας περιγράψει τη μεθοδολογία βάσει της οποίας αναλύει τη συντηρητική ιδεολογία. Οι έννοιες, στον μεθοδολογικό ορίζοντα της Παπαδημητρίου, δεν αντανακλούν κάποιες σχέσεις, αλλά αποτελούν και παράγοντα αυτών των σχέσεων. Οι ιδέες αποτελούν γεγονότα, ενώ οι έννοιες είναι κοινωνικές κατασκευές που νοηματοδοτούν τα ιδεολογικά συστήματα. Ο φακός της συγγραφέως δεν εστιάζει σ αυτά τα ιδεολογικά συστήματα για να μας αποκαλύψει την αλήθεια ή το ψέμα τους. Τα ιδεολογικά συστήματα αποτελούν συλλογικά προϊόντα που ενσωματώνουν διαδεδομένες σε μεγάλο ή μικρότερο βαθμό αντιλήψεις. Οι ιδεολογίες, σύμφωνα με τη συγγραφέα, δεν αποτελούν μια κίβδηλη συνείδηση, αλλά πολιτική σκέψη η οποία αποτελεί μέρος της κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας.

Στο πρώτο μέρος της μελέτης η συγγραφέας διερευνά τη σχέση του αντιβενιζελισμού προς τη βενιζελική παράταξη μέσα από την ανάλυση της σχέσης έθνους και λαού. Ο αντιβενιζελικός τύπος μετά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο αρθρώνεται γύρω από αυτό που αποκαλείται λαϊκός αντιβενιζελισμός. Η έννοια του λαού είναι κυρίαρχη στον αντιβενιζελικό λόγο του Μεσοπολέμου και έρχεται να υποκαταστήσει την έννοια του «έθνους» που είχε οικειοποιηθεί η βενιζελική παράταξη. Ο αντιβενιζελικός λαός είναι ο «λαός των νομιμοφρόνων». Η νομιφροσύνη αποκτά περιεχόμενο συνδέοντας τον λαό με τον θρόνο και την τήρηση του Συντάγματος.

Συστατικό στοιχείο της ιδεολογίας του «νομιμόφρονος λαού» είναι η υποκατάσταση της πολιτικής από την ηθική στάση. Η πολιτική συντηρητική στάση χαρακτηρίζεται από φόβο έναντι των ανατροπών, από πίστη στο μετρημένο, στην αρμονία, στην ενότητα, στο αιώνιο, στο αμετάβλητο, στο απόλυτο, στην αντίθεση της ψυχής με την ύλη, αλλά κυρίως από την πίστη πως για τα δεινά της κοινωνίας φταίνε τα ίδια τα άτομα, η βελτίωση των οποίων αποτελεί το μόνο φάρμακο για την πρόοδο της κοινωνίας. Είναι αυτή η ίδια στάση που κυριαρχεί σήμερα σε μεγάλα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας.

Η Παπαδημητρίου θεωρεί πως στην περίοδο του Μεσοπολέμου ο συντηρητισμός επικοινωνεί άμεσα με τον λαϊκισμό. Η συγγραφέας πολύ ορθά σημειώνει πως τα λαϊκίστικα κινήματα δεν στηρίζονται σε σταθερές οργανωτικές δομές και συγκροτημένη ιδεολογία, γι αυτό και κάλλιστα μπορούν να προσέρχονται στις «λαϊκές γιορτές» εναλλάσσοντας τα συντηρητικά με τα προοδευτικά τους κουστούμια. Ο λαϊκισμός μπορεί να φωλιάζει όχι μόνο στον ιδεολογικό κορμό των λεγόμενων προοδευτικών παρατάξεων, αλλά και σ αυτόν της συντηρητικής παράταξης. Βεβαίως, κατά τη γνώμη μας, ο λαϊκισμός, όπου και να συναντάται στην προοδευτική ή στη συντηρητική παράταξη, εκφράζει μια βαθύτατα συντηρητική στάση και μια κατά βάθος ελιτίστικη ιδεολογία.

Με την εμφάνιση του «κομμουνιστικού κινδύνου» η συγχώνευση λαϊκισμού και συντηρητισμού στον κόσμο του «λαού των νομιμοφρόνων» διολισθαίνει σταδιακά είτε προς τις ιδεολογίες του νεοσυντηρητισμού είτε προς αυτές της λεγόμενης «τρίτης κατάστασης». Η νομιμοφροσύνη από τη δεκαετία του 20 και πολύ περισσότερο μετά το 30 ενσωματώνεται στις ιδεολογίες της «τρίτης κατάστασης», στην οποία κυριαρχούν ο αντικοινοβουλευτισμός σε συνδυασμό με αντικαπιταλιστικές διαθέσεις. Με τη σειρά της, η τάση του νεοσυντηρητισμού εκφράζει ένα κίνημα ανανέωσης του πολιτικού βίου με νέα πολιτικά πρόσωπα, εξυγίανσης της δημόσιας ζωής και υπέρβασης του κομματικού διχασμού του συντηρητικού κόσμου. Στο πρώτο μισό της δεκαετίας του 30 αναδύεται η ιδέα των «πραγματικών Ελλήνων» που οδηγεί σε μια προσπάθεια άρσης της αντίθεσης βενιζελικών και αντιβενιζελικών. Η αντίθεση λαού-έθνους αντικαθίσταται από την αντίθεση των «πραγματικών Ελλήνων» προς τους υποκινούμενους από ιδεολογίες ξένες προς τον Ελληνισμό.

Στο δεύτερο μέρος της μελέτης παρακολουθούμε τη μεταμόρφωση του «νομιμόφρονος λαού» σε «έθνος των εθνικοφρόνων». Η ιδέα της εθνικοφροσύνης σηματοδοτεί τη συμφιλίωση του αστικού κόσμου, ενώ μεταπολεμικά αποκτά τη σημασία του αποκλεισμού των κομμουνιστών από το εθνικό σώμα. Μεταπολεμικά η εθνικοφροσύνη αποτελείται από δύο συνιστώσες. Η πρώτη είναι η εσωτερική συνιστώσα, η οποία βλέπει εγγεγραμμένες στον γενετικό κώδικα του έθνους τις αξίες της κλασικής αρχαιότητας, στις οποίες υποκλίνεται ο σύγχρονος ελεύθερος κόσμος. Η ιδεολογία του ελεύθερου κόσμου και ο αντικομμουνισμός αποτελούν τη δεύτερη, την εξωτερική συνιστώσα της ιδεολογίας των εθνικοφρόνων. Σ αυτό το υλικό προστίθενται τα μπαχαρικά της σλαβικής συνωμοσίας και της εξωτερικής απειλής. Σε τελική ανάλυση, η έννοια της εθνικοφροσύνης κληρονομεί από τις συντηρητικές αξίες την «ελληνικότητα», την οποία και αναβάπτισε στα ύδατα του αντιολοκληρωτισμού. Η εθνικοφροσύνη αντιτάχτηκε σε κάθε ιδεολογία που μαχόταν τις παραδοσιακές αξίες της Ελλάδας, αλλά ταυτοχρόνως ταυτίστηκε με τις αρχές του ελεύθερου δυτικού κόσμου.

Οι δύο πλευρές της εθνικοφροσύνης, ως έννοιας ταυτισμένης με την ιδεολογία του ελεύθερου κόσμου και ως έννοιας που παραπέμπει άμεσα στις παραδοσιακές ελληνικές αξίες, δεν ταυτίζονται με τον εθνικισμό. Ο εθνικισμός δεν θα μπορούσε να εκφράσει την ιδεολογία της ελληνικότητας και ταυτόχρονα να συμπλεύσει με τις αξίες του «ελεύθερου κόσμου». Αυτόν τον ρόλο μπορούσε να αναλάβει μόνον η ιδεολογία της εθνικοφροσύνης. Η ανάλυση της αντινομίας εθνικοφροσύνης-εθνικισμού δεν θα μπορούσε να παραγνωρίσει τη σημασία της σχέσης της Δεξιάς ιδεολογίας με τον φιλελεύθερο αντικομμουνισμό και «πατριωτισμό» του Κέντρου.

Σήμερα, με την κατάρρευση της «κομμουνιστικής απειλής» ανοίγει ο ασκός του εθνικισμού. Δεν είναι τυχαίο πως στη σημερινή ελληνική πολιτική πραγματικότητα γύρω από τη γύρη του εθνικισμού συγκεντρώνονται μέλισσες από πολλά και διαφορετικά μελίσσια, όπως είναι αυτά της Ακρας Δεξιάς, του παραδοσιακού Κέντρου, αλλά και «αριστερών» που ο συνεκτικός ιστός τους είναι ο αντιαμερικανισμός και η ιδεολογία της αντινεωτερικότητας.

Μελέτες όπως η παρουσιαζόμενη δεν προσφέρουν μόνο ιστορικά και επιστημονικά δεδομένα, αλλά είναι σε θέση να λειτουργήσουν και ως αποκωδικοποιητές των σημερινών πολιτικών εγκάρσιων συστημάτων επικοινωνίας, αλλά και διαχωρισμών. Η συνάρθρωση των ιδεολογιών με τις ταξικές αναφορές τους συνοδεύει τις αναλύσεις του βιβλίου, χωρίς όμως να αποτελεί και οργανικό τμήμα του. Πιστεύουμε πως αυτή η συνάρθρωση θα αύξανε την -ούτως ή άλλως σημαντική- αξία αυτής της μελέτης.


ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗΣ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 29/12/2006


Via

Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2017

Η 28η Δεκέμβρη του 1944 στη δημόσια μνήμη των Ιωαννίνων

Η επέτειος της επίσημης εισόδου του ΕΛΑΣ στα Γιάννενα, στις 28 του Δεκέμβρη του 1944, είναι σε γενικές γραμμές ξεχασμένη και απωθημένη από τη δημόσια μνήμη της πόλης. Όχι μόνο λόγω της πανελλήνιας ιστορικής λοβοτομής μετά από την επικράτηση της Δεξιάς στον εμφύλιο αλλά και, επιπλέον ίσως, επειδή και για την ηττημένη Αριστερά  των μεταγενέστερων δεκαετιών αυτό καθεαυτό το γεγονός δεν προσφερόταν ως διαπιστευτήριο «εθνικής» αντίστασης, καθώς ο εκδιωχθείς εχθρός δεν ήταν οι Γερμανοί αλλά ο ΕΔΕΣ. Κι’ όμως το εαμικό διάλειμμα των Ιωαννίνων, παρότι βραχύβιο, αφού ύστερα από 47 μέρες υπογράφτηκε η συνθήκη της Βάρκιζας, συνοδεύτηκε από μια μεγάλη έκρηξη λαϊκού ενθουσιασμού και αισιοδοξίας, για την οποία μάλιστα έχουμε την τύχη να διαθέτουμε μια πληρέστατη φωτογραφική τεκμηρίωση.
Ας πάρουμε όμως τα γεγονότα από την αρχή : Με τη συμφωνία της Πλάκας, στις 29 Φλεβάρη 1944, καθορίστηκαν τα όρια της δικαιοδοσίας των αντιστασιακών οργανώσεων και η Ήπειρος παραχωρήθηκε στον ΕΔΕΣ, που με την αποχώρηση των Γερμανών μπήκε στα Γιάννενα. Μετά από τα Δεκεμβριανά και τη σταδιακή κλιμάκωση των συγκρούσεων και υπό τον ασφυκτικό έλεγχο από τις βρετανικές δυνάμεις και κυρίως την αεροπορία κάθε μαζικής μετακίνησης στρατιωτικών δυνάμεων στην Αθήνα, ο κύριος όγκος του ΕΛΑΣ στη Βόρεια Ελλάδα αρχίζει να επιδίδεται σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις (διάλυση των τμημάτων του Τσαούς Αντών, αφοπλισμός μικρών βρετανικών αποσπασμάτων και κυρίως επιχειρήσεις στην Ήπειρο). Η επίθεση κατά των δυνάμεων του Ζέρβα σχεδιάζεται από το στρατηγείο στο Μέτσοβο, εκδηλώνεται στις 21 Δεκέμβρη και μέσα σε δύο μέρες έχει πετύχει τους αντικειμενικούς της στόχους «Δεν περιμέναμε τόσο γρήγορη διάλυση του ΕΔΕΣ, υπολογίζαμε τουλάχιστον 10 μέρες για την υπόθεση αυτή», εξομολογείται ο Στρατιωτικός Αρχηγός του ΕΛΑΣ Στέφανος Σαράφης στο βιβλίο του «Ο ΕΛΑΣ» (εκδ. 1946, ανατύπωση 1999 εκδ. «Επικαιρότητα»), που θα αποτελέσει και στη συνέχεια τη βασική πηγή μας για το κλίμα και τα γεγονότα των Ιωαννίνων. Τα υπολείμματα του ΕΔΕΣ διεκπεραιώνονται από τους Βρετανούς στην Κέρκυρα, αφού έχουν πρώτα φροντίσει να πάρουν 1.000 πολίτες ομήρους, 600 μόνο από τα Γιάννενα, κι’ ανάμεσά τους όσα στελέχη του ΕΑΜ μπόρεσαν να εντοπίσουν, τα οποία βεβαίως τράβηξαν όχι και λίγα.
Τα ίδια τα Γιάννενα καταλαμβάνονται στις 23 Δεκέμβρη και ένα από τα πρώτα τμήματα, που μπαίνουν στην πόλη, είναι ο λόχος των κοριτσιών της ΙΧ Μεραρχίας ύστερα από τη μάχη στο Μπισδούνι. Η ηγεσία όμως της επιχείρησης με επικεφαλής τον Γενικό Καπετάνιο του ΕΛΑΣ Άρη Βελουχιώτη και τον Σαράφη ξεκινάει από το Μέτσοβο για την πόλη στις 28 του μηνός. Από δω και κάτω η εξιστόρηση των γεγονότων γίνεται από την πένα του στρατηγού Σαράφη : « Χιόνιζε πάντα κ’ έκανε κρύο. Δεν είχαμε ειδοποιήσει κανένα. Στις 4 το απόγεμα μπήκαμε στην πόλη και όλα τα μαγαζιά ήταν κλειστά λόγω της εορτής. Πήγαμε στην πλατεία και ζητήσαμε το μέραρχο στα γραφεία του. Ο κόσμος αντιλήφθηκε την άφιξή μας και σε λίγα λεπτά η πλατεία γέμισε. Μιλήσαμε κ’ εγώ και ο Άρης. Μου έκανε εντύπωση ότι οι εκδηλώσεις του κόσμου ήταν περισσότερο ζωηρές από τις εκδηλώσεις στις εαμικές περιοχές. Μας εξήγησαν ότι αυτοί τώρα κατάλαβαν λευτεριά. Με τα τμήματα του Ζέρβα υπέφεραν, δεν είχαν καμιά ελευθερία, υπήρχε στρατιωτικός νόμος, απαγορεύονταν οι συγκεντρώσεις καθώς και η κυκλοφορία πέραν από ορισμένη ώρα. Ήταν η ίδια κατάσταση που ήταν πρωτήτερα με τους γερμανούς. Ενώ τώρα ήταν απόλυτα ελεύθεροι να κυκλοφορούν όλη νύχτα, να συγκεντρώνονται, να γιορτάζουν και ήταν ενθουσιασμένοι …

.. Τις μέρες των Χριστουγέννων δεν έμεινε κανένας αντάρτης στο στρατώνα. Οι γιαννιώτες, παρ’ όλη τη δυστυχία τους και τη στενοχώρια τους για τους ομήρους, πήραν τους αντάρτες στα σπίτια τους και τους φιλοξένησαν. Αν δεν εύρισκαν αντάρτες να φιλοξενήσουν, γιατί η μεγαλύτερη δύναμη κινούνταν προς καταδίωξη του Ζέρβα, στενοχωρούνταν … Με τον Άρη επιθεωρήσαμε τα δύο νοσοκομεία που είχαν εγκατασταθεί στην πόλη και νοσηλεύονταν οι τραυματίες μας και μερικοί του Ζέρβα. Μείναμε ευχαριστημένοι από τη δουλειά του προσωπικού. Ευχαριστημένοι επίσης ήταν και οι τραυματίες. Οι κάτοικοι της πόλης βοηθούσαν με κάθε μέσο σε ιματισμό και τρόφιμα. Τα κομοδίνα των τραυματιών ήταν γεμάτα φρούτα και γλυκίσματα».
Ας προσθέσω και ένα μικρό απόσπασμα από την επίσκεψη, στις 30 του Δεκέμβρη, των δύο επικεφαλής στην Πρέβεζα, όπου προ τριμήνου ο ΕΔΕΣ είχε προχωρήσει σε εκτελέσεις Εαμιτών : «Όλος ο κόσμος, τόσο εκεί όσο και στις πόλεις και τα χωριά, ζητούσε εκδίκηση και να συλληφθούν όλοι οι εδεσίτες για ν’ ανταλλαγούν με τους ομήρους. Δηλώσαμε κατηγορηματικά πως δε θα κάνουμε τέτοιο πράγμα και διατάξαμε να αφεθούν ελεύθεροι όσοι είχαν συλληφθεί και δε βαρύνονταν με εγκληματικές πράξεις. Εμείς σαν αντιπρόσωποι λαϊκού κινήματος δε μπορούσαμε ν’ αντιγράψουμε τους άλλους αλλά έπρεπε να διαφωτίσουμε το λαό και να πείσουμε και τους αντίθετους για το δίκαιο αγώνα μας».
 Από τον παππού μου, αν και συμμετείχε στην εαμική Εθνική Αλληλεγγύη, δεν θυμάμαι καμιά αφήγηση για την περίοδο εκείνη ούτε και έτυχε να ακούσω το παραμικρό στις πολλές ομιλίες για την ιστορία της πόλης. Τα Γιάννενα όμως είχαν την τύχη να διαθέτουν ένα φωτογράφο της αξίας του Κώστα Μπαλάφα. Η σύντομη εαμική άνθιση, όπως και άλλες σημαντικές στιγμές της ιστορίας της πόλης, αποτυπώθηκε από τον φακό του «φωτογράφου της Αντίστασης» και περιλαμβάνεται στο λεύκωμά του «Το αντάρτικο στην Ήπειρο» (εκδ. του ιδίου, Γιάννενα 1991). Ο Μπαλάφας συμπεριλαμβάνει 44 φωτογραφίες από τις μέρες εκείνες, φωτογραφίες ανταρτών και ανταρτισσών, απλών πολιτών, συγκεντρωμένου πλήθους και ομιλητών όπως ο Μιχάλης Τσιάντης, ο Δήμαρχος Πέτρος Αποστολίδης και άλλοι, κυριολεκτικά αιχμαλωτίζει την Ιστορία «εν τω γίγνεσθαι» και καταφέρνει να αποδώσει μια ατμόσφαιρα συλλογικού ενθουσιασμού και ελπίδας.
Είναι επίσης πολύ ενδιαφέρον ότι η αρχιτεκτονική όψη, που διασώζουν οι φωτογραφίες του Μπαλάφα, διατηρείται σε αρκετές περιπτώσεις η ίδια και σήμερα. Ιδιαίτερα η κλασική φωτογραφία με τον Άρη και το Σαράφη έφιππους στην κεντρική πλατεία της πόλης μοιάζει σα να τραβήχτηκε μόλις χτες ή, όπως παρατήρησε κάποιος φίλος, «μου φαίνεται ότι θα πάμε για καφέ στο Διεθνές και θα βρούμε μπροστά μας τον Άρη με το Σαράφη». Το ίδιο και το ξενοδοχείο Ακροπόλ, το Βρετάνια, το σημερινό Δημαρχείο και η Μητρόπολη.
Είναι καιρός αυτή η καταπληκτική φωτογραφική τεκμηρίωση να συνδυαστεί με μια πλήρη ιστορική αποτίμηση της περιόδου και η ξεχασμένη επέτειος να βρει τη θέση της στη δημόσια ιστορία και μνήμη των Ιωαννίνων. Και πιστεύω ότι η ανάδυση των ξεχασμένων και αποσιωποιημένων σελίδων δεν είναι έργο μόνο των ιστορικών μα και των πολιτών, όχι κατ’ ανάγκη μόνο των αριστερών, η συλλογική ενεργοποίηση και συμβολή των οποίων μπορεί να οδηγήσει σε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για την κοινωνική ιστορία της πόλης.

Γιάννης Παπαδημητρίου

Πέμπτη 19 Ιανουαρίου 2017

Η Αθήνα του πολέμου, της Κατοχής, της Αντίστασης και της απελευθέρωσης



Πεινασμένα παιδιά ψάχνουν στα σκουπίδια έξω απο το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους Ξυπόλητα παιδιά ψάχνουν τα σκουπίδια για φαγητό έξω από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους
Ηταν εκείνη η εποχή που το «θάνατος στους φασίστες καταχτητές» ήταν αγώνας ζωής ή θανάτου και σήμαινε εκτέλεση για όσους το πίστευαν, το επιδίωκαν και το διέδιδαν.
Ηταν εκείνη η εποχή που το «Ζήτω η Ελευθερία», «Ζήτω ο Λαός», «Ζήτω η Πατρίδα», όπως κατέληγε μια προκήρυξη του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου, ήταν η καθημερινή πάλη ενός λαού που αγωνιζόταν σε ακραίες συνθήκες φτώχειας όχι μόνο για την επιβίωσή του αλλά και για τη λευτεριά της πατρίδας του από τους πιο ανελέητους κατακτητές κι ακόμη περισσότερο για ένα από τα υψηλότερα των ιδανικών, μια πιο δίκαιη κοινωνία - με τίμημα συχνά την εκτέλεση.
Ηταν η ίδια εποχή που το μαύρο του θανάτου στα βουνά έχει επισκιάσει το κόκκινο των γεννήσεων στον επίσημο πίνακα της περιφέρειας πρωτευούσης.
Και στις λίστες του Δήμου Ταύρου, η ασιτία ως αιτία θανάτου ντύνεται όλες τις πιθανές εκδοχές - υποσιτισμός, εξασθένηση λόγω ακραίας ασιτίας, αφαγία…

Γερμανικά τεθωρακισμένα στην Ακρόπολη Γερμανικά τεθωρακισμένα μπροστά από την Ακρόπολη |

Αυτή την εποχή, περισσότερα από 70 χρόνια πριν, ζωντανεύει η έκθεση στη Δημοτική Πινακοθήκη της Αθήνας στο Μεταξουργείο (Λεωνιδίου & Μυλλέρου), μια γειτονιά που σε μερικές ξεχασμένες γωνιές της είναι σαν να έρχεται απευθείας από εκείνη την πολυτάραχη δεκαετία του ΄40: με τα παλιά δίπατα αρχοντικά, ετοιμόρροπα λες, και τους γεμάτους άγρια βλάστηση πλέον κήπους ή τα ταπεινά καφενεία με τις ψάθινες καρέκλες που επιχειρούν να αναπαραστήσουν την Αθήνα ενός παρελθόντος που έχουν καταγράψει οι ελληνικές ασπρόμαυρες ταινίες.

«Αθήνα 1940-44. Η πόλη και οι άνθρωποί της. Πόλεμος, Κατοχή, Αντίσταση, Απελευθέρωση» είναι ο τίτλος της έκθεσης με το αρχειακό και φωτογραφικό υλικό που αξίζει να επισκεφτεί κανείς μέχρι το τέλος του μήνα [Σημ. Οκτώβριος 2015], ενώ από τις 5 μ.μ. ξεκινούν οι προβολές ντοκιμαντέρ.

Η εποχή που έβρισκες τους τενεκέδες με το λάδι σε μια υπαίθρια μαύρη αγορά, όπως υπαίθρια ήταν αρκετά συσσίτια και σε κοινή θέα τα σκελετωμένα παιδιά, τα ξυπόλυτα που ψάχνουν στα σκουπίδια για κάτι φαγώσιμο και τα νεκρά που κείτονται σωρός έξω από το νεκροτομείο μέχρι να ταφούν σε έναν από τους εκατοντάδες ομαδικούς τάφους.

Ανατίναξη της ΕΣΠΟ

H IoΥλία Μπίμπα μετέφερε την 20κιλη βόμβα για την ανατίναξη της ΕΣΠΟ Ιουλία Μπίμπα, ήταν η γυναίκα μέλος της αντιστασιακής οργάνωσης ΠΕΑΝ που κουβάλησε από το Κουκάκι την 20 κιλών βόμβα για την ανατίναξη της φιλοναζιστικής ΕΣΠΟ και εκτελέστηκε στη Γερμανία με πέλεκυ
 
 
Στην έκθεση, οι Αγωνιστές, όπως ο αρχηγός της Πανελλήνιας Ενωσης Αγωνιζόμενων Νέων, αξιωματικός της αεροπορίας Κώστας Περρίκος, που σχεδίασε την επιτυχή ανατίναξη του κτιρίου που στέγαζε τη φιλοναζιστική ΕΣΠΟ με αποτέλεσμα τη διάλυσή της και τη μη συστράτευση Ελλήνων εθελοντών στη γερμανική Βέρμαχτ, και η Ιουλία Μπίμπα, που κουβάλησε από το Κουκάκι την 20 κιλών βόμβα –εκτελεσθέντες και οι δυο, η δεύτερη με πέλεκυ αποκεφαλίστηκε στη Γερμανία–, μαζί με φωτογραφίες της Λέλας Καραγιάννη και της Ηλέκτρας Αποστόλου βρίσκονται αντίκρυ στους δωσίλογους και τους ταγματασφαλίτες που φωτογραφίζονται με καμάρι δίπλα σε απαγχονισμένους αγωνιστές.

Παράνομη εφημερίδα του ΕΑΜ για τη γυναικεία αντιστασιακή δράση

Σίγουρα μια άλλη εποχή, όπου στην παρανομία κυκλοφορούσαν προκηρύξεις για την απελευθέρωση των γυναικών, θυμίζοντας την αναρχική Εμα Γκόλντμαν όταν αναφέρουν ότι «η σωτηρία μας είναι στα χέρια μας», όπως επίσης και οι παράνομες προκηρύξεις των φιλοεαμικών αστυνομικών –και όμως!- που κατήγγελλαν τις ναζιστικές δυνάμεις Κατοχής και επευφημούσαν την αστυνομία του Παρισιού για την αντιστασιακή της δράση, αλλά στον αντίποδα κυκλοφορούσαν και προκηρύξεις της συνεργαζόμενης με τους κατακτητές ομάδας Χ που αποκαλούν τους αριστερούς τρομοκράτες.
Στην είσοδο υπάρχει μια μικρή έκθεση βιβλίων σχετικών με την ιστορική περίοδο, ενώ στο ξεκίνημά της σε υποδέχονται τα λιτά στην έκφραση και δυνατά στη συγκίνηση που προκαλούν χαρακτικά της Βάσως Κατράκη από την ενότητα Εθνική Αντίσταση.

Οι ενότητες της έκθεσης χωρίζονται σε:
ΠΟΛΕΜΟΣ: Η έκθεση ξεκινά με την είσοδο της Ελλάδας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στα αλβανικά βουνά, όπου όχι απλώς συγκρατήθηκε η ιταλική εισβολή αλλά δύο βδομάδες μετά την 28η Οκτωβρίου 1940, η πρώτη ελληνική αντεπίθεση που μετέφερε τη σύρραξη εκτός ελληνικού εδάφους αποτέλεσε συνάμα και την πρώτη ήττα των δυνάμεων του Αξονα.
Πληροφορούμαστε ότι η Ελλάδα ήταν η μοναδική χώρα που πολέμησε ταυτόχρονα με την Ιταλία και τη Γερμανία.
Υπερπληθωρισμός: η ανταλλαγή των παλιών με νέα κατοχικά χαρτονομίσματα Υπερπληθωρισμός: η ανταλλαγή των παλιών με νέα κατοχικά χαρτονομίσματα
 
ΚΑΤΟΧΗ: Η είσοδος των Γερμανών στην Αθήνα το πρωί της 27ης Απριλίου 1941 βρήκε τους Αθηναίους σε κατάσταση φόβου και σύγχυσης μετά και τη στασιμότητα στο μέτωπο το ίδιο διάστημα.
Για πρώτη φορά μετά την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους η πρωτεύουσά του βρισκόταν υπό ξένη Κατοχή.
Τα γερμανικά στρατεύματα επιτάσσουν εκατοντάδες ακίνητα και βιομηχανίες χρήσιμες για τις ανάγκες τους και λεηλατούν τα εμπορικά καταστήματα.

Ομόλογο της «κυβέρνησης του βουνού» για τη χρηματοδότηση της Αντίστασης Ομόλογο της «κυβέρνησης του βουνού» για τη χρηματοδότηση της Αντίστασης
 
Η καθημερινή ζωή αποδιοργανώνεται πλήρως, ενώ ο πληθωρισμός καλπάζει και οι Αθηναίοι είναι αντιμέτωποι με την έλλειψη τροφίμων, τη μαύρη αγορά, την απουσία καυσίμων και μεταφορικών μέσων.
Παράλληλα άνθησε το θέατρο, συνέχισε η λειτουργία των κινηματογράφων, η εκπομπή του ραδιοφώνου. Από την άλλη, μια μερίδα ατόμων πλούτισαν στην Κατοχή.

Υπαίθρια μαύρη αγορά λαδιού Υπαίθρια μαύρη αγορά λαδιού | 
 
ΠΕΙΝΑ: Τι να πρωτοπεί κανείς για τον φονικό λιμό στην Αθήνα το χειμώνα του ’41-’42.
Τα ντοκουμέντα συγκλονίζουν ενώ η θέα των νεκρών δημιούργησε ένα πρωτόγνωρο συλλογικό τραύμα χαραγμένο στη μνήμη των Αθηναίων για δεκαετίες.
Και είναι η πείνα και ο αγώνας για επιβίωση που γέννησε την πρώτη μαζική μορφή αντίστασης του ελληνικού λαού.

Γράφημα που απεικονίζει τις συνέπειες του φονικού λιμού στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο
Γράφημα που απεικονίζει τις συνέπειες του φονικού λιμού της Κατοχής στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας και αποτέλεσε της πρώτη επίσημη καταγραφή των θυμάτων που προκάλεσαν στην Ελλάδα οι κατακτητές κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την πρώτη απόπειρα διεκδίκηση πολεμικών αποζημιώσεων. Το μαύρο «υπόγειο βουνό» είναι η καταγραφή των θανάτων από το 1941 έως το 1942.

ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ: Ηταν ένα από τα μαζικότερα και πλέον μαχητικά αντιστασιακά κινήματα στην Ευρώπη, που έλαβε όλες τις μορφές: δίκτυα κατασκοπείας, ομάδες σαμποτάζ, μαζικές διαδηλώσεις και απεργίες, δημιουργία αντάρτικων στρατών και μάχες στις συνοικίες, παράνομος Τύπος, διανομή προκηρύξεων, αναγραφή συνθημάτων.
Γεννήθηκαν πολυάριθμες ομάδες προνοιακού χαρακτήρα με την Εθνική Αλληλεγγύη του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου να ξεχωρίζει για την πολυδιάστατη και σημαντική συνεισφορά της στον αγώνα για επιβίωση.
Οι γερμανικές αρχές Κατοχής απάντησαν με βαρβαρότητα, τρομοκρατώντας μαζικά και αδιάκριτα το σύνολο του πληθυσμού.
Δημιούργησαν το στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Χαϊδάρι, έκαναν τα διαβόητα κατοχικά μπλόκα και τις ομαδικές εκτελέσεις στο σκοπευτήριο της Καισαριανής που έφτασαν τις 645.
ΔΩΣΙΛΟΓΙΣΜΟΣ: Κατά τη διάρκεια της Κατοχής διορίστηκαν από τους κατακτητές τρεις ελληνικές κυβερνήσεις με πρωθυπουργούς τους Γιώργο Τσολάκογλου 30/4/1941-2/12/1942, Κωνσταντίνο Λογοθετόπουλο 2/12/42- 7/4/1943 και Ιωάννη Ράλλη 7/4/1943-12/10/1944.
Τον τελευταίο χρόνο της Κατοχής με όχημα τον αντικομμουνισμό και λόγω της αυξανόμενης επιρροής του ΕΑΜ οι δυνάμεις Κατοχής επιτρέπουν στην κυβέρνηση Ράλλη να σχηματίσει τον δικό της στρατό, τα Τάγματα Ασφαλείας, που μαζί με την ειδική ασφάλεια της χωροφυλακής και το μηχανοκίνητο τμήμα της Αστυνομίας Πόλεων οργάνωσαν μπλόκα σε συνοικίες και προχώρησαν σε συλλήψεις, βασανισμούς και εκτελέσεις αντιστασιακών, προσφέροντας επί της ουσίας τις υπηρεσίες τους στους κατακτητές.
Προδοτική δράση, όπως χαρακτηρίστηκε από την κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας που συνέβαλε στη μετατροπή της πολιτικής αντιπαράθεσης σε εμφύλια σύγκρουση.
● Η τμηματική γερμανική αποχώρηση ολοκληρώθηκε στις 12 Οκτωβρίου 1944, ενώ ήδη από τα μέσα Σεπτεμβρίου αρκετές συνοικίες όπως η Καισαριανή, ο Βύρωνας και η Κοκκινιά βρέθηκαν υπό τον πλήρη έλεγχο του ΕΛΑΣ.
Οι γερμανικές δυνάμεις προκάλεσαν σημαντικές καταστροφές, τις μεγαλύτερες στο λιμάνι του Πειραιά.
Η προσπάθειά τους να βυθίσουν Αθήνα και Πειραιά στο σκοτάδι ανατινάσσοντας το εργοστάσιο της Ηλεκτρικής στο Κερατσίνι απέτυχε λόγω της αντίστασης του ΕΛΑΣ Πειραιά.

Πανηγυρισμοί για την απελευθέρωση της Αθήνας Πανηγυρισμοί για την απελευθέρωση σε κεντρικό δρόμο της Αθήνας | 
 
ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ: Η λύτρωση ήρθε στις 12 Οκτωβρίου του 1944. Η σύμπλευση ΕΑΜ και κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας εξασφάλισε την πλέον αναίμακτη απελευθέρωση ευρωπαϊκής πρωτεύουσας.
Στις 18 Οκτωβρίου, φτάνει ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου με τα μέλη της κυβέρνησης και τμήματα βρετανικών στρατιωτικών δυνάμεων υπό τον στρατηγό Ρόναλντ Σκόμπι.
Παρά τους κοινούς πανηγυρισμούς, ήταν παρούσα η αντιπαράθεση των αντιστασιακών οργανώσεων που επιχειρούσαν να ισχυροποιήσουν τη θέση τους στο πολιτικό τοπίο της ελεύθερης Ελλάδας.
Μόλις ενάμιση μήνα μετά ακολούθησε η τραγωδία της εμφύλιας σύγκρουσης των Δεκεμβριανών...
Η έκθεση φιλοδοξεί να αποτελέσει αφετηρία σκέψης, προβληματισμού και γνώσης για τη νεότερη ελληνική Ιστορία από μια περίοδο που την έχει σημαδέψει όσο καμία άλλη. Και πιστεύουμε ότι καταφέρνει να συναντήσει τις προσδοκίες της.

Απαραίτητη η μνεία των οργανωτών της έκθεσης:
Αρχείο ΕΡΤ, Γενικά Αρχεία τους Κράτους, Μουσείο Μπενάκη, Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας, Ελληνικό Λογοτεχνικό Ιστορικό Αρχείο-ΜΙΕΤ, Πολεμικό Μουσείο, όπως και των επιμελητών της, Γιάννη Γκλαβίνα, Τάσου Σακελλαρόπουλου και Μενέλαου Χαραλαμπίδη.

 

Σάββατο 7 Ιανουαρίου 2017

Γιώργος Κωνσταντινίδης (ή Ασημίδης) (1907-1944)

Ο Γιώργος Κωνσταντινίδης (ή Ασημίδης) (1907-1944) ήταν δικηγόρος, ανώτατο καθοδηγητικό στέλεχος του ΚΚΕ και εκτελέστηκε από την ΟΠΛΑ τον Δεκέμβρη του 1944.
Πίνακας περιεχομένων

    1 Βιογραφία
        1.1 Τα πρώτα χρόνια
        1.2 Στην ηγεσία του ΚΚΕ
        1.3 Η διαγραφή και η πορεία εκτός του ΚΚΕ
    2 Πηγές
    3 Παραπομπές

Βιογραφία
Τα πρώτα χρόνια

Ο Γιώργος Κωνσταντινίδης γεννήθηκε το 1907 στο Παρόρι Παρνασσίδας και ήταν γιος του γιατρού Δημητρίου Κωνσταντινίδη. Φοίτησε στο Δημοτικό σχολείο της ιδιαίτερης πατρίδας του, αλλά μετά τον θάνατο του πατέρα του εγκαταστάθηκε στην Αθήνα μαζί με τη μητέρα και τα τρία αδέλφια του. [1]

Στην Αθήνα τελείωσε το Γυμνάσιο και το 1925 εισήλθε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Κατά τη διάρκεια των μαθητικών του χρόνων έγινε μέλος της ΟΚΝΕ και πρωτοστάτησε σε πολλές μαθητικές κινητοποιήσεις. Το 1927 γίνεται μέλος της ΚΕ της ΟΚΝΕ και το 1928 Γραμματέας της ΚΕ.[2] Το 1927 συλλαμβάνεται και εξορίζεται στην Ανάφη απ’ όπου δραπετεύει και επιστρέφει στην Αθήνα, συνεχίζοντας την κομματική του δουλειά. [3]
 
Στην ηγεσία του ΚΚΕ
Το 1930 το κόμμα τον στέλνει στη Μόσχα για να φοιτήσει στις κομματικές σχολές ΚUTV και επιστρέφει τον Σεπτέμβριο του 1931, ως μέλος της τριμελούς ηγεσίας του ΚΚΕ (Ζαχαριάδης, Μιχαηλίδης, Κωνσταντινίδης) και του επταμελούς Πολιτικού Γραφείου που διόρισε η Κομμουνιστική Διεθνής (ΚΔ). Με την επέμβαση της ΚΔ τερματίστηκε η λεγόμενη φραξιονιστική πάλη χωρίς αρχές που ταλάνισε το ΚΚΕ τη διετία 1929-1931.[4]

Μέσα στο κόμμα ο Κωνσταντινίδης, προβάλλει ένα διαφορετικό λόγο από αυτόν του Ζαχαριάδη και γρήγορα έρχεται σε αντιπαράθεση μαζί του. Η πρώτη διαφωνία με την ηγεσία του ΚΚΕ ξεκίνησε με τις επαναληπτικές εκλογές στην περιφέρεια της Θεσσαλονίκης, τον Ιούλιο του 1933. Τότε ο Κωνσταντινίδης, σαν υπεύθυνος του κόμματος στην Θεσσαλονίκη ζήτησε να μην κατεβάσει το ΚΚΕ υποψηφίους και να στηρίξει το κόμμα τους Βενιζελικούς υποψηφίους συμβάλλοντας στην ήττα των πολιτευτών του Λαϊκού Κόμματος που ήταν εκφραστές της μοναρχίας. Το ΚΚΕ κατέβηκε στις εκλογές και έχασε μεγάλο τμήμα των ψηφοφόρων του που στράφηκαν στους Βενιζελικούς οι οποίοι κέρδισαν και τις 20 επίμαχες έδρες. Το ΠΓ απέδωσε τη μείωση της εκλογικής του δύναμης σε οργανωτικές αδυναμίες και προσωπικά στον ίδιο τον Κωνσταντινίδη. Η σύγκρουση με την ηγεσία του ΚΚΕ και τον ίδιο τον Ζαχαριάδη γενικεύτηκε και ο Κωνσταντινίδης έθεσε γενικότερα ζητήματα δημοκρατικών διαδικασιών στο κόμμα και ζήτησε τη σύγκλιση συνεδρίου. Αποτέλεσμα αυτής της αντιπαράθεσης ήταν η διαγραφή του από το κόμμα το 1934 για τη λεγόμενη "οπορτουνιστική θέση Ασημίδη" στο 5ο συνέδριο του ΚΚΕ.[5]
 
Η διαγραφή και η πορεία εκτός του ΚΚΕ


Μετά την διαγραφή του από το ΚΚΕ το 1934 ολοκληρώνει τις σπουδές του στη Νομική Σχολή και αρχίζει να δικηγορεί στην Αθήνα, αποστασιοποιημένος από την ενεργό πολιτική.

Στην περίοδο της Κατοχής φαίνεται ότι δεν εντάχθηκε στο ΕΑΜ, όμως υπεράσπισε πολλούς κατηγορούμενους στα δικαστήρια εκείνη την περίοδο.

Το καλοκαίρι του 1944 αρχίζει επαφές με το Επαναστατικό Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας του Θωμά Αποστολίδη, οι επαφές όμως διακόπτονται τον Σεπτέμβριο του 1944 με την εκτέλεση του Αποστολίδη.[6]

Στη διάρκεια των Δεκεμβριανών συλλαμβάνεται από την Πολιτοφυλακή Γκύζη και εκτελείται από την ΟΠΛΑ τις επόμενες μέρες. [7]

Ο Γιώργος Κωνσταντινίδης ήταν παντρεμένος και είχε μια κόρη.
 
Πηγές

    Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, Α΄ τόμος 1919-1949, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2012
    Άγγελος Ελεφάντης: "Η επαγγελία της αδύνατης επανάστασης", Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 1976
    Χρήστος Ν. Τσιντζιλώνης: "ΟΚΝΕ 1922-1943", Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1989
    Γρηγορης Φαράκος: "Δεκέμβρης του 44", εκδόσεις Φιλίστωρ, Αθήνα 1996

Παραπομπές

1. Φαράκος (1996), σελ.136
2. Χρ. Τσιντζιλώνης (1989)
3. Φαράκος (1996), σελ.136
4. Ελεφάντης (1976), σελ. 113-114
5. Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ (2012), σελ.254-262
6. Φαράκος (1996), σελ.139
7. Φαράκος (1996), σελ.139