Ανέκδοτα και αθησαύριστα χρονογραφήματα του Αγώνα από το αρχείο του Γ. Κοτζιούλα ― 4. ΑΠ’ ΤΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
Το -τέταρτο στη σειρά- κείμενο του Γ. Κοτζιούλα που παρουσιάζουμε
σήμερα έχει τίτλο ΑΠ’ ΤΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ και είναι αθησαύριστο. Αναφέρεται στο
Β΄ Πανθεσσαλικό Συνέδριο του ΕΑΜ στο οποίο ο Κοτζιούλας παραβρέθηκε,
μαζί με τη «Λαϊκή Σκηνή» που έδωσε και θεατρική παράσταση με έργο του.
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΡΗΓΑΣ (Όργανο της Πανθεσσαλικής
Επιτροπής του ΕΑΜ), στις 7 Αυγούστου του 1944.
Το Β΄ Πανθεσσαλικό Συνέδριο του ΕΑΜ ξεκίνησε στις 26 Ιούλη του 1944
και διήρκεσε τρεις μέρες. Έγινε σε μια ελατοσκέπαστη τοποθεσία, στον
Ίταμο Ραχούλας του νομού Καρδίτσας, σε υψόμετρο 1.100 μέτρων. «Στο
υπαίθριο αμφιθέατρο παρευρίσκονται 175 αντιπρόσωποι, 103 αντάρτες και 72
γυναίκες από όλες τις περιφέρειες και τις κατεχόμενες πόλεις. Τις
εργασίες παρακολούθησαν επάνω από 1.000 άνδρες και γυναίκες από ολόκληρη
τη Θεσσαλία. Κάποιοι μελετητές ανεβάζουν τους συμμετέχοντες στους δύο
χιλιάδες», θα γράψει ο Βασίλης Καραγιάννης (εφημερίδα «Ζωγλοπίτικα Χρονικά» (αρ. φ. 71, 7-8-9/2009), που σε ηλικία δεκαπέντε χρόνων
παρακολούθησε όλη την προετοιμασία και τη διεξαγωγή του συνεδρίου.
Στο συνέδριο μεταξύ άλλων συμμετείχαν ο ΕΑΜίτης Μητροπολίτης Κοζάνης
Ιωακείμ, ο επικεφαλής της αντιπροσωπείας της ΠΕΕΑ Κώστας Γαβριηλίδης,
τετραμελής αντιπροσωπεία της ΚΕ του ΕΑΜ με επικεφαλής τον Γενικό
Γραμματέα Θανάση Χατζή, ο πρόεδρος της ΕΠΟΝ, ο στρατηγός Στέφανος
Σαράφης, ο εκπρόσωπος του ΚΚΕ στη Θεσσαλία Κώστας Καραγιώργης, ο
Γραμματέας του ΕΑΜ στη Θεσσαλία Δήμος Σουλιώτης, αντιπροσωπεία της
Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής (ΒΣΑ), ο ποιητής Βασίλης Ρώτας κ.ά. Ο
Βασίλης Καραγιάννης γράφει για τις προετοιμασίες που έγιναν για να
διαμορφωθεί κατάλληλα ο υπαίθριος χώρος και να φιλοξενήσει για τρεις
μέρες τους εκατοντάδες συμμετέχοντες.
«Όλο το βάρος για τη δημιουργία κατάλληλης υποδομής έπεσε στην
Πανθεσσαλική οργάνωση του ΕΑΜ, το οποίο είχε την όλη ευθύνη της
διεξαγωγής του συνεδρίου, καθώς και στους κατοίκους της Ραχούλας και της
Καστανιάς, κυρίως της πρώτης. Είναι άξιον απορίας και συνάμα θαυμασμού
πώς με τα δεδομένα της εποχής εκείνης δημιουργήθηκε η κατάλληλη υποδομή,
ώστε το συνέδριο να λειτουργήσει άψογα, να εντυπωσιάσει και να εκπλήξει
όλους εκείνους που πήραν μέρος σ’ αυτό. Το κατόρθωμα αυτό, πραγματικό
θαύμα, οφειλόταν στην πίστη στον αγώνα για ένα διαφορετικό ξημέρωμα, για
την ανατολή μιας νέας και ελπιδοφόρας εποχής.
Αμ’ έπος, άμ’ έργο: Από τη στιγμή που πάρθηκε η απόφαση να γίνει το
συνέδριο στον ΄Ιταμο, άρχισαν εγκαίρως και οι εργασίες, ώστε ημέρες πριν
από τη διεξαγωγή του να είναι τα πάντα έτοιμα. Σε μικρή απόσταση από τη
θέση της παλιάς βρύσης στήθηκε η εξέδρα των επισήμων, η οποία ήταν
αρκετά μεγάλη. Η εξέδρα διέθετε στέγαστρο και μπορούσε εύκολα να
μετατραπεί σε θεατρική σκηνή, όπου τα βράδια παίζονταν θεατρικά έργα
πατριωτικού περιεχομένου. Για την κατασκευή της χρησιμοποιήθηκαν μαδέρια
και σανίδες. Τα σανίδια μεταφέρθηκαν από το νεροπρίονο, για το οποίο
κάναμε λόγο σε προηγούμενο κεφάλαιο. Τα μαδέρια κόπηκαν επί τόπου από το
δάσος. Για να μπορέσουν να παρακολουθήσουν το συνέδριο οι
προσκεκλημένοι, οι οποίοι ξεπερνούσαν τους χίλιους, κατασκευάσθηκαν
ξύλινα καθίσματα, εν είδει κερκίδων. Καθώς το έδαφος εκεί είναι
επικλινές, καθίσματα και εξέδρα έδιναν την εντύπωση αρχαίου ξύλινου
θεάτρου.
Για τη διαμονή των συνέδρων κατασκευάσθηκαν ακόμη πρόχειρα
καταλύματα, τα οποία δεν ήσαν παρά πρόχειρα καλυβάκια σκεπασμένα με
φτέρη και μπάτσα. Έτσι, κάτω από τα έλατα, δημιουργήθηκαν εκατοντάδες
τέτοια καλυβάκια που σου έδιναν την εντύπωση υπαίθριας κατασκήνωσης
στρατού με καμουφλαρισμένα τα αντίσκηνα. Πέραν αυτού, οι διοργανωτές
έπρεπε να μεριμνήσουν για κουβέρτες, διότι ακόμη και τα βράδια του
καλοκαιριού στον ΄Ιταμο κάνει αρκετό κρύο. Επιπλέον, έπρεπε να
μεριμνήσουν για το σιτηρέσιο χιλίων και πλέον ανθρώπων, καθώς και για
πολλές άλλες λεπτομέρειες.
Το εργοτάξιο, γιατί για πραγματικό εργοτάξιο μιλάμε, το οποίο στήθηκε
στον ‘Ιταμο, αποτελούταν από υλοτόμους, μαραγκούς, εκδοροσφαγείς,
τραπεζοκόμους κ.ά. Όλοι αυτοί ανέλαβαν να φέρουν εις πέρας, άψογα, το
συνέδριο. Στους κατοίκους της Ραχούλας, της Καστανιάς και όσων άλλων
συνέβαλαν στην προετοιμασία αυτού του συνεδρίου, αξίζει κάθε έπαινος και
τιμή. Αλλά και τα μεταφορικά ζώα, αγόγγυστα μετέφεραν τα ασήκωτα φορτία
μέσα από ανηφορικά και κακοτράχαλα μονοπάτια.»
ΑΠ’ ΤΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
Με τι έμοιαζε αυτή η σύναξη στο ύπαιθρο, κάτω απ’ τα μεγαλόκορμα έλατα, μες στην παρθένα φύση; Όσοι καταγίνονται με την κλασσική μας εποχή μπορούν να βρουν ομοιότητα με τις αρχαίες συνελεύσεις «εκκλησίας του δήμου». Αλλά και πάλι δε μοιάζει. Τότε δεν είχαν αντάρτες, εδώ βλέπεις τόσους και τόσους. Έπειτα συμμετέχουν και πάμπολλες γυναίκες, ενώ τότε κάθονταν κλεισμένες στο σπίτι. Περισσότερο λοιπόν θυμίζει, αυτή η συγκέντρωση, ανάλογες του Εικοσιένα. Είναι μια εποχή που βρίσκεται και χρονικά και ψυχικά σιμώτερα σ’ εμάς.
Πόσοι και πόσες περάσαν απ’ το βήμα; Εκατοντάδες ολόκληρες. Και τι είπαν τόσες μέρες; Χίλια δυο. Μίλησαν ο καθένας για ζητήματα του κύκλου του. Τόνισαν τις επιτυχίες τους, υπογράμμισαν και τις αδυναμίες τους. Έκαναν οι ίδιοι κριτική του εαυτού τους, ζητούσαν και την κρίση των άλλων. Εκτέθηκαν όλα απ’ το ελάχιστο που ενδιαφέρει ένα χωριό ίσαμε τα σπουδαία που απασχολούν την ανθρωπότητα. Ο καθένας τα έλεγε με τον τρόπο του, δεν πέφταν σε ταυτολογίες. Κι έτσι δόθηκε μια εικόνα ζωντανή της επαναστατημένης Θεσσαλίας.
Το κυριώτερο γνώρισμα των ομιλητών είταν το πώς δε χάνονταν σε αοριστολογίες. Εκφράζονταν με αριθμούς, ονόματα, γεγονότα. Χωρίς να χάνουν τη γενική άποψη, περιορίζονταν στα συγκεκριμένα. Έπιαναν τα ζητήματα από κει έπρεπε, χωρίς φιλολογία. Οδηγός είταν το πραχτικό πνεύμα, η προσαρμογή με τις περιστάσεις, η επαναστατική νοοτροπία. Μιλούσαν, είναι η αλήθεια, δεν έκαναν τίποτε άλλο απ’ το να μιλούν, αλλά με τρόπο θετικό, που εξυπηρετούσε τον αγώνα. Μεσ’ απ’ τα λόγια έβγαινε η δράση, μόνο αυτή.
Καλά, οι άνθρωποι των πόλεων έχουν συνηθίσει να μιλούν. Αλλά που τη βρήκαν την ευγλωττία οι απλοί εργάτες, κοπέλες που δεν έβγαλαν ούτε το δημοτικό, ακόμα και καραγκούνες; Άρχιζαν και δε σταματούσαν. Το χαρτί που είχαν μπροστά τους ούτε το κοίταζαν. Τάξεραν απέξω, τάλεγαν νεράκι. Μέσα σε λίγους μήνες, με την τριβή στην οργάνωση, έγιναν ξεφτέρια.
Γ. Κοτζιούλας
Ο Γιώργος Κοτζιούλας με πολύ λίγες λέξεις μεταφέρει το κλίμα
ενθουσιασμού, αυξημένης αγωνιστικότητας και αισιοδοξίας των συνέδρων
της Θεσσαλίας, που έχει μεγαλύτερη αξία αν συνυπολογίσουμε πως είχε
προηγηθεί η συνθηκολόγηση της αντιπροσωπείας της ΠΕΕΑ με την υπογραφή
του συμφώνου του Λιβάνου, που σήκωνε γκρίζα σύννεφα στις προσδοκίες του
λαού για ολοκλήρωση και ευόδωση του αγώνα του.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο τέλος των εργασιών της κάθε μέρας, η
εξέδρα των επισήμων μετατρεπόταν σε σκηνή στην οποία παίχτηκαν τα
θεατρικά έργα «Ρήγας Βελεστινλής», του Βασίλη Ρώτα και το «Ξύπνα ραγιά»
του Γιώργου Κοτζιούλα.
Όπως γράφει ο Βασίλης Καραγιάννης, το συνέδριο «εστέφθη από επιτυχία.
Στη διάρκεια του ελήφθησαν σοβαρές αποφάσεις για να σφυρηλατηθεί ένα
ανώτερο μαχητικό πνεύμα, πνεύμα αγωνιστικότητας, αυτοθυσίας και ηρωισμού
και να ατσαλωθεί η θέληση του λαού και των ανταρτών για συνέχιση, με
μεγαλύτερη ένταση, του απελευθερωτικού αγώνα.»
Για τον ΓΙΩΡΓΟ ΚΟΤΖΙΟΥΛΑ και τη
σειρά του ΑΤΕΧΝΩΣ «Ανέκδοτα και αθησαύριστα χρονογραφήματα του Αγώνα από
το αρχείο του Γ. Κοτζιούλα»
Ο
Γιώργος Κοτζιούλας υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους και
πολυγραφότερους Έλληνες συγγραφείς. Ασχολήθηκε με επιτυχία με όλα τα
είδη της λογοτεχνίας, αν και στο ευρύ κοινό είναι, ακόμα, περισσότερο
γνωστός ως ποιητής. Στο μεγάλο σε όγκο και αξία έργο του περιλαμβάνονται
και κείμενά του (χρονογραφήματα, επιφυλλίδες, κριτικές κ.α.) που
δημοσιεύτηκαν σε έναν μεγάλο –επίσης- αριθμό εντύπων που κυκλοφορούσαν
σε διάφορες περιοχές της ελληνικής επικράτειας, άλλοτε με την υπογραφή
του και άλλοτε με ψευδώνυμο που, συχνά και αυτό, από έντυπο σε έντυπο,
ήταν διαφορετικό.
[Τα κείμενά του που παρουσιάζουμε από το ΑΤΕΧΝΩΣ, κάτω από τον γενικό
τίτλο «Ανέκδοτα και αθησαύριστα χρονογραφήματα του Αγώνα από το αρχείο
του Γ. Κοτζιούλα» γράφτηκαν την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης και μετά
την συμφωνία της Βάρκιζας. Ο Γιώργος Κοτζιούλας μεταφέρει στο χαρτί
εικόνες μιας σκληρής εποχής, περιγράφει στιγμές ηρωισμού, αλλά και
σκηνές τραγικές, από αυτές που ακολούθησαν την παράδοση των τιμημένων
όπλων του ΕΛΑΣ. Ο ίδιος συμμετείχε στην Αντίσταση ενάντια στους
ιταλούς-γερμανούς καταχτητές, βγήκε στο βουνό και έμεινε για πολύ καιρό
δίπλα στον πρωτοκαπετάνιο του ΕΛΑΣ Άρη Βελουχιώτη, ενώ ήταν ο δημιουργός
και η «ψυχή» της Λαϊκής Σκηνής (θέατρο στα βουνά) της 8ης Μεραρχίας του
ΕΛΑΣ.
Τα ανέκδοτα και αθησαύριστα χρονογραφήματα του Αγώνα, από το αρχείο
του Γ. Κοτζιούλα, μας παραχώρησε ευγενικά ο γιος του Κώστας Κοτζιούλας,
που έχει και την επιμέλεια του αρχείου.
Ακόμα και σήμερα, μισό σχεδόν αιώνα μετά το θάνατό του, το μεγαλύτερο
μέρος του σημαντικού και πολυδιάστατου έργου του Γ. Κοτζιούλα παραμένει
ανέκδοτο. Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι τα τελευταία χρόνια, με την
ακάματη προσπάθεια και συμβολή της οικογένειας του γιου του Κώστα,
επανακυκλοφορούν παλαιότερα έργα, άλλα βλέπουν το φως της δημοσιότητας
για πρώτη φορά, ενώ στα σχέδια βρίσκονται νέες εκδόσεις. Έτσι,
αξιοποιείται με τον καλύτερο τρόπο το πλούσιο αρχείο του Γ. Κοτζιούλα:
το έργο του δημιουργού φτάνει στο λαό, απ’ τον οποίο προέρχεται και για
τον οποίο αγωνίστηκε και έγραψε ο Γιώργος Κοτζιούλας.
Ευχαριστούμε θερμά τον Κώστα Κοτζιούλα για την ευγενική παραχώρηση του κειμένου.]
Για την εργοβιογραφία του Γιώργου Κοτζιούλα πατήστε ΕΔΩ.
Για το πρώτο κείμενο της σειράς πατήστε ΕΔΩ.
Για το δεύτερο κείμενο ΕΔΩ.
Για το τρίτο κείμενο ΕΔΩ.
Για το πρώτο κείμενο της σειράς πατήστε ΕΔΩ.
Για το δεύτερο κείμενο ΕΔΩ.
Για το τρίτο κείμενο ΕΔΩ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.