Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2015

Ανατομία της ΕΑΜικής εξουσίας


Ο μισθός που μας καθορίστηκε είναι μισθός πείνας. [...] Ελπίζουμε πως οι αρμόδιοι δε θα μας αναγκάσουν να φτάσουμε στα άκρα
Λαοκρατία, όργανο του ΕΑΜ των υπαλλήλων Εθνικής Τράπεζας, 25.11.1944

Νοέμβριος 1944. Συγκέντρωση του ΕΑΜ στην Κατερίνη

O,τι κι αν ισχυρίζεται το δημοφιλές σύνθημα, η ελληνική Αριστερά δεν ανέλαβε για πρώτη φορά την ευθύνη διακυβέρνησης της χώρας στις 26 Ιανουαρίου 2015.

Ακόμη κι αν παρακάμψουμε το ΠΑΣΟΚ του 1981, που δήλωνε κι αυτό τότε 100% αριστερό, γεγονός αναμφισβήτητο είναι πως ένα μεγάλο τμήμα της ελλαδικής επικράτειας γνώρισε κάποια μορφή αριστερής εξουσίας, έστω και με τη μορφή μιας σύντομης παρένθεσης, ήδη από το πρώτο μισό της δεκαετίας του 1940.

Με αξιοσημείωτες διαφορές από τόπο σε τόπο, η «παρένθεση» αυτή εγκαινιάστηκε στα μέσα του 1943 με τη συγκρότηση των πρώτων μορφών ΕΑΜικής αυτοδιοίκησης στην Ελεύθερη Ελλάδα κι έκλεισε την άνοιξη του 1945, όταν οι τελευταίοι θύλακες της «λαοκρατίας» παραδόθηκαν στο κράτος των εθνικοφρόνων βάσει της συμφωνίας της Βάρκιζας.

Η ιστοριογραφική διαχείριση αυτής της εμπειρίας υπήρξε μέχρι πρόσφατα εξαιρετικά φτωχή. Η αριστερή βιβλιογραφία περιορίστηκε κατά κανόνα σε υμνητικές αλλά επιδερμικές αναφορές στο ίδιο το γεγονός της συγκρότησης εναλλακτικών κρατικών θεσμών από το αντάρτικο, δίχως κάποια ιδιαίτερη προσπάθεια βαθύτερης ανάλυσης αυτών των τελευταίων· οι λιγοστές εξαιρέσεις, όπως τα βιβλία του Δημητρίου Ζέππου για τη Λαϊκή Δικαιοσύνη (1945), του Χάρη Σακελλαρίου για την εκπαίδευση (1984) και του Χρήστου Τυροβούζη για την αυτοδιοίκηση (1991), κάλυψαν επιμέρους μόνο πτυχές των επίμαχων κρατικών λειτουργιών.

Η αντικομμουνιστική ιστοριογραφία, από την άλλη, τόσο η παραδοσιακή όσο και η πρόσφατη αναβίωσή της, ασχολήθηκε αποκλειστικά και μόνο με τις κατασταλτικές πρακτικές του ΕΑΜικού κράτους, αρνούμενη ταυτόχρονα -στις παλαιότερες ιδίως εκδοχές της- να αναγνωρίσει στο εμπόλεμο αντιστασιακό κίνημα οποιαδήποτε θεσμική υπόσταση.

Πλατεία Συντάγματος, 18 Οκτωβρίου 1944. Σύντομα, η κοινωνική ηγεμονία του ΕΑΜ θα δοκιμαζόταν από την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης εθνικής ενότητας Πλατεία Συντάγματος, 18 Οκτωβρίου 1944. Σύντομα, η κοινωνική ηγεμονία του ΕΑΜ θα δοκιμαζόταν από την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης εθνικής ενότητας |
 
Ακόμη μικρότερο ενδιαφέρον προσέλκυαν μέχρι πρόσφατα τα πεπραγμένα της δίμηνης κυβέρνησης εθνικής ενότητας του 1944 στον οικονομικό και τον κοινωνικό τομέα, την ευθύνη των οποίων είχαν αναλάβει έξι υπουργοί και υφυπουργοί προερχόμενοι από το ΕΑΜ και το ΚΚΕ.

Κι όμως, είναι προφανές πως η αποτίμηση αυτής της «πρώτης φοράς Αριστερά», ως βραχύβιας κυβερνητικής πρακτικής κι όχι μονάχα ως ηττημένης επαναστατικής απόπειρας, αποδεικνύεται εξαιρετικά διδακτική για τη συλλογιστική, τις πρακτικές και τα αντικειμενικά όρια ενός στοιχειώδους φιλολαϊκού μετασχηματισμού σε συνθήκες εκτεταμένης προλεταριοποίησης, κοινωνικής πόλωσης κι αποδιάρθρωσης των παραδοσιακών πολιτικών εκπροσωπήσεων.

Από τη λαοκρατία...

Το κενό αυτό έρχονται να καλύψουν δύο εξαιρετικά βιβλία που εκδόθηκαν την τελευταία διετία και παρουσιάζονται σήμερα εδώ: «Η Ελεύθερη Ελλάδα» του Γιάννη Σκαλιδάκη (Αθήνα 2014, εκδ. Ασίνη) και «Η αδύνατη ταξική ανακωχή» του Δημήτρη Μαριόλη (Αθήνα 2015, εκδ. ΚΨΜ).

Επανεπεξεργασμένη μορφή διδακτορικής διατριβής το πρώτο και εισήγησης σε επιστημονικό συνέδριο το δεύτερο, τα έργα αυτά προσθέτουν μια σειρά κρίσιμες ψηφίδες στην εικόνα μας για τις εξελίξεις της εποχής, προσφέροντας πρωτότυπα ερμηνευτικά κλειδιά για την κατανόηση τόσο του έπους της δημιουργίας μιας Ελεύθερης Ελλάδας εν μέσω ναζιστικής κατοχής όσο και της τελικής συντριβής του ΕΑΜικού κινήματος.

Οπως άλλωστε επισημαίνουν και οι δύο συγγραφείς στα εισαγωγικά κείμενά τους, τα ερωτήματα που έθεσαν στο υλικό τους δεν ήταν καθόλου άσχετα με την εποχή που ζούμε και τους προβληματισμούς που αυτή γεννά.

Το βιβλίο του Σκαλιδάκη συμπληρώνει και προεκτείνει την καινοτόμο προσέγγιση που εισήγαγε προ εικοσαετίας ο Γιώργος Μαργαρίτης («Από την ήττα στην εξέγερση», Αθήνα 1993), εντοπίζοντας την κοινωνική γείωση του αντάρτικου στην ένοπλη προστασία της αγροτικής παραγωγής και των άτυπων δικτύων εμπορευματοποίησής της από τις αρπακτικές διαθέσεις των κατακτητών και των δωσιλογικών κυβερνήσεων.

Μετά την ουσιαστική διχοτόμηση της χώρας σε δύο διακριτούς οικονομικοπολιτικούς χώρους, με τις πόλεις και την άμεση ενδοχώρα τους να στηρίζεται όλο και περισσότερο στη διεθνή επισιτιστική βοήθεια σε αντίθεση με (ή και αντιπαλότητα προς) την αυτονομημένη ελεύθερη ύπαιθρο, η οργανωτική συγκρότηση της τελευταίας σε αυτοτελή κρατική οντότητα -με δική της κυβέρνηση, διοικητικό μηχανισμό, φορολογία κι εσωτερικό δανεισμό- επήλθε ως αναπόδραστη φυσική εξέλιξη.

Η ισορροπία αυτή καθόρισε, ωστόσο, σε μεγάλο βαθμό και την τελική έκβαση της αναμέτρησης, μετά την απελευθέρωση: οικονομία οργανωμένη στα όρια της αυτάρκειας και της (δύσκολης) επιβίωσης, η Ελεύθερη Ελλάδα αδυνατούσε εκ των πραγμάτων να απορροφήσει βιώσιμα τα αστικά κέντρα, τα εξαρτημένα από την εισαγωγή τροφίμων, δίχως ξένη επισιτιστική βοήθεια. Η συνειδητοποίηση αυτής της αδήριτης αναγκαιότητας, κι όχι η αδυναμία τους να διαγνώσουν τις εχθρικές προθέσεις των Βρετανών και της εξόριστης βασιλικής κυβέρνησης, ήταν αυτή που επέβαλε στην ΕΑΜική και κομμουνιστική ηγεσία την αποδοχή ενός λεόντειου συμβιβασμού με τα γνωστά σε όλους μας αποτελέσματα.

Χωρίς να εξαντλεί το ζήτημα, εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η σκιαγράφηση από τον Σκαλιδάκη της αναδιανεμητικής λειτουργίας των κρατικών μηχανισμών της Ελεύθερης Ελλάδας, με τη μεταφορά πόρων (κυρίως τροφίμων) από τις πλουσιότερες περιοχές στα φτωχότερα ορεινά και στις «πυρόπληκτες» ζώνες των γερμανικών αντιποίνων.

Μολονότι το σκεπτικό που επέβαλε αυτό το μέτρο υπήρξε πρωτίστως η ανάγκη αποτροπής μιας επικείμενης ανθρωπιστικής καταστροφής, οι επιπτώσεις του στη διαμόρφωση, την παγίωση ή την αναδιάταξη των αντίπαλων στρατοπέδων είναι κάτι που μένει να μελετηθεί.

...στο «μνημόνιο» του Σκόμπι

Το βιβλίο του Δημήτρη Μαριόλη πιάνει το νήμα ακριβώς εκεί όπου το αφήνει η αφήγηση του Σκαλιδάκη: τον σχηματισμό της κυβέρνησης εθνικής ενότητας και την αναζήτηση από το ΕΑΜ και το ΚΚΕ μιας αμοιβαία επωφελούς συμβιβαστικής ισορροπίας, που θα επέτρεπε την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας με βάση ένα κεϊνσιανό πρόγραμμα τόνωσης της ζήτησης και στοιχειώδη αναδιανομή του πλούτου που δημιουργήθηκε στις συνθήκες της ξένης κατοχής.

Ουσιαστικά πρόκειται για την αφήγηση της αποτυχίας αυτού του σχεδίου, ως αποτελέσματος της συμμαχίας του βρετανικού παράγοντα με την ηγεμονική εκείνη μερίδα της αστικής τάξης που, έχοντας ωφεληθεί πολλαπλά από τις οικονομικές ευκαιρίες της Κατοχής κι έχοντας να χάσει πολλά από μια παρόμοια διευθέτηση, έπαιξε αποφασιστικά το χαρτί της κοινωνικής και πολιτικής όξυνσης, ωθώντας τα πράγματα στη δυναμική αναμέτρηση των Δεκεμβριανών.

Κομβικό ρόλο σ’ αυτή την εξέλιξη διαδραμάτισε η ξένη ανθρωπιστική βοήθεια, η παροχή της οποίας δρομολογήθηκε «με πολιτικά κριτήρια, θέτοντας ως προτεραιότητα όχι την οικονομική ανασυγκρότηση της χώρας αλλά την αποδυνάμωση του ΕΑΜ και τη διαμόρφωση ενός ηγεμονικού πολιτικού και κοινωνικού αντιεαμικού μπλοκ εξουσίας». 

Οι Βρετανοί χρησιμοποίησαν το όπλο του επισιτισμού «εκβιάζοντας ώστε να επιβάλλουν τις οικονομικές κατευθύνσεις που εκείνοι επιθυμούσαν στους εαμικούς υπουργούς και να διαμορφώσουν ελεγχόμενα δίκτυα διανομής αποκλείοντας τις εαμικές οργανώσεις και ανατρέποντας την πολιτική τους ηγεμονία» (σ. 50).

Ως αντάλλαγμα γι’ αυτή τη βοήθεια, ο κεϊνσιανός διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Κυριάκος Βαρβαρέσος αντικαταστάθηκε από τον μονεταριστή Ξενοφώντα Ζολώτα, εισηγητή μιας δέσμης μέτρων που περιλάμβανε ισοσκελισμένο προϋπολογισμό, δραστικές αυξήσεις στις τιμές των ειδών πρώτης ανάγκης που διανέμονταν μέσω της ξένης βοήθειας, στήριξη στους έμμεσους φόρους, περιορισμό του αριθμού και μείωση των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων (σ. 34).

Παρά τις υποσχέσεις από επίσημα (βρετανικά) χείλη για «υγιή οικονομίαν και υγιές νόμισμα μετά από μίαν σκληράν περίοδον δοκιμασιών», η «σκληρή» νέα δραχμή που λανσαρίστηκε στα μέσα Νοεμβρίου 1944 στάθηκε ωστόσο πρακτικά αδύνατο να σταματήσει την εκτίναξη του πληθωρισμού σε δυσθεώρητα ύψη και τη συνακόλουθη δραστική συρρίκνωση των ήδη αποψιλωμένων λαϊκών εισοδημάτων (σ. 37).

Ταυτόχρονα, τα ΕΑΜικά νομοσχέδια για έκτακτη φορολογία των κατοχικών επιχειρηματικών κερδών μπλοκαρίστηκαν από τους δεξιούς κυβερνητικούς εταίρους (σ. 49).

Με τη βιομηχανική παραγωγή ουσιαστικά παραλυμένη με πρωτοβουλία των εργοδοτών, εν αναμονή της εκκαθάρισης του πολιτικού τοπίου, οι διαβεβαιώσεις των ΕΑΜικών υπουργών για τον «πατριωτισμό» των βιομηχάνων επί Κατοχής έρχονταν όχι μόνο σε κραυγαλέα αντίθεση με το δημόσιο αίσθημα αλλά και πολλαπλασίαζαν την αίσθηση του αδιεξόδου (σ. 42-43).

Καταλυτικά για την αποσύνθεση των κοινωνικών συμμαχιών του ΕΑΜ υπήρξε επίσης η μετάβαση στο νέο νόμισμα: βάσει του Ν. 18/9.11.1944 για την «οικονομική σταθεροποίηση», η αποπληρωμή των επιχειρηματικών χρεών προς το Δημόσιο, οι τραπεζικές καταθέσεις και οι αποδόσεις ομολόγων του Δημοσίου που ρυθμίστηκαν με βάση την ισοτιμία των κατοχικών πληθωριστικών δραχμών κι όχι το προπολεμικό αγοραστικό ισοδύναμό τους.

Η ληξιαρχική αυτή πράξη οριστικοποίησης της καταστροφής χιλιάδων μικροκαταθετών και ομολογιούχων από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο χρεώθηκε πολιτικά στους ΕΑΜικούς υπουργούς, συμβάλλοντας στη μεταπήδηση μιας μερίδας των μεσοστρωμάτων, αλλά και λαϊκών οικογενειών, προς την αντικομμουνιστική Ακροδεξιά (σ. 36-37).

Τελικό αποτέλεσμα της δίμηνης «ταξικής ανακωχής» υπήρξε η διάρρηξη της εσωτερικής συνοχής του ΕΑΜικού μπλοκ, καθώς η μεσαία τάξη εξακολούθησε να υποστηρίζει την κυβέρνηση εθνικής ενότητας ενώ τα λαϊκά στρώματα εκδήλωναν όλο και πιο ηχηρά τη δυσφορία τους για την πολιτική της (σ. 56 κ.εξ).

Η πίεση αυτών των τελευταίων για αλλαγή πολιτικής δεν γινόταν μόνο αισθητή στα ανώτερα κλιμάκια του ΚΚΕ αλλά, στις παραμονές των Δεκεμβριανών, είχε αρχίσει να παίρνει και δυναμικότερες μορφές, με την επαναλειτουργία κάποιων εργοστασίων κάτω από εργατικό έλεγχο.

Μείγμα εκρηκτικό, η πυροδότηση του οποίου έμελλε να προσδώσει στην ένοπλη αναμέτρηση των επόμενων εβδομάδων τον χαρακτήρα ενός απροσδόκητου, μη προσχεδιασμένου ξεκαθαρίσματος εκκρεμών λογαριασμών.

Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2015

Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 2015

Report on Experience

 

Report on Experience.jpeg
by Adrian Gilbert
 
The author of this book was a New Zealander who left his home country in 1933 to study at Oxford. Considered to be a rising star in New Zealand literature, he was working at the Oxford University Press when war broke out. He joined his local country regiment, the Ox and Bucks Light Infantry, but any hope of seeing combat was dashed by a long, tedious stint in Northern Ireland.  Transferring to the Queen’s Own Regiment, he finally saw active service as a major in the Western Desert, although his battalion was almost immediately cut to pieces in the disastrous attack of Operation Braganza (29 September 1942) that preceded the main battle of Alamein.

Never a team player, Mulgan was openly critical of the military ability of his CO; he not only told him so to his face but forwarded his criticisms to higher authority. Almost inevitably he resigned from the battalion, after which he joined SOE – for which he much better suited – and was parachuted into occupied Greece. There he attempted to inspire and co-ordinate resistance against the Italians and then the Germans. After the departure of the Germans, his war concluded with him organising compensation to those Greeks who had suffered at the hands of the Axis while aiding British forces – a doleful business.

Report on Experience opens with some general observations on his life in pre-war England, complete with sweeping generalisations on the national characters of New Zealanders and the British. Although critically honest and sharp-eyed, Mulgan writes in a distanced, highly literary style that can irritate at times. Fortunately, the focus of the book becomes sharper when it moves from peace in England to the war in the desert, especially in the destruction of his battalion, his view on the failings of his superior officers and an analysis of courage and battlefield comradeship.

He is typically modest about his role in Greece, although he won an MC and was promoted to lieutenant colonel. He writes well of his time in the Greek mountains, and makes the good point that for those engaged in partisan activities the risks were relatively small: the Germans rarely ventured into the mountains, and when they did the highly mobile partisans had time to slip away to safer areas. It was the local peasants who suffered. In reprisal for any partisan attack, the Germans would burn the nearby villages to the ground, thereby condemning the old, young and the weak to winter starvation, as well as murdering their quota of those they had already taken as hostages. Mulgan became an admirer of the impoverished Greek civilians who bore the sufferings of the war with quiet fortitude, yet all the while continuing to provide food and shelter to the partisans.

This is a quiet yet important book that reveals how one individual – capable but thoughtful – reacted to the coming of war and to the war itself. Mulgan’s story has a poignant after note: having posted the manuscript of the book to his wife in New Zealand in March 1945, he committed suicide in his Cairo hotel room for reasons unknown. This new, revised edition of the book includes an illuminating foreword by Professor M. R. D. Foot, the official historian of SOE.

Frontline Books, 204 pages

Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2015

Αναμνήσεις ενός αντιήρωα 1933-1944

του Αλέξανδρου Ζαούση
 
Έτος έκδοσης: 1980
Σελίδες: 309
Αναμνήσεις ενός αντιήρωα
Το βιβλίο αυτό ξεκίνησε σαν μια προσωπική καταγραφή-αφήγηση εφηβικών και νεανικών αναμνήσεων του συγγραφέα, όπου αυτές συμπλέκονταν με επεισόδια πολιτικής βίας, ιδιαίτερα στον πόλεμο του 40 και την ξένη Κατοχή. Η μοίρα το έφερε, από εκεί που οι δραστηριότητές του ήταν περιορισμένες σε ρόλο «κομπάρσου», να ζήσει μικρές και μεγάλες περιπέτειες, καμιά φορά δραματικές. Μερικές απ αυτές έψαυσαν σημαντικά ιστορικά γεγονότα της εποχής εκείνης, και ο συγγραφέας τα περιγράφει αναλλοίωτα, όπως τα θυμάται.


Λένε πως οι άντρες μένουν πάντα παιδιά! Στ' αγορίστικα χρόνια τους, οι περισσότεροι ονειρεύονται περιπέτειες, ηρωισμούς, δόξα... Λίγοι τα γεύονται αυτά στην κατοπινή ζωή. Οι πιο πολλοί τα ξαναονειρεύονται βλέποντας, ακούγοντας, διαβάζοντας...
Υπάρχουν ήρωες που δε γνώρισαν τη δόξα, γιατί έμειναν αφανείς... Άραγε γι' αυτούς αρκεί ένα Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη?
Υπάρχουν δοξασμένοι που δεν άξιζαν τη δόξα - ποιος μπορεί να το αποδείξει?
Υπάρχουν και αυτοί που συχνά άθελά τους ζήσανε περιπέτειες δραματικές και φαιδρές και τις κράτησαν για τον εαυτό τους ή τα παιδιά τους. Είναι ίσως οι πιο πολλοί. Εδώ χωράνε και οι... αντιήρωες σαν εμένα.
Τότε γιατί δεν κράτησα τις αναμνήσεις μου για μένα και τα παιδιά μου?
Γιατί, κάθε φορά που μιλούσα γι' αυτές, συνειδητοποιούσα όλο και περισσότερο πόσο μερικές εμπειρίες μου αγγίξανε "ιστορικά" γεγονότα της χώρας μας. Και αυτό, στο τέλος, ερέθισε την πένα τη συγγραφική.
Η γενιά μου πέρασε με κομμένη την ανάσα από το μεγάλο καθαρτήριο του πολέμου του Σαράντα και της Κατοχής, της τελευταίας ακόμα πιο πολύ.
Κατοχή. Το μεγάλο σχολειό. Πόσα δεν έχουνε γραφτεί γι' αυτήν! Πολύπλοκα για τα σημερινά παιδιά, "εμπαθή και παραχαρακτικά" για μας που τα ζήσαμε, ψυχρά και "αποστειρωμένα" από τους ξένους.

Τρίτη 15 Σεπτεμβρίου 2015

Μενέλαος Χαραλαμπίδης: Με την ΕΠΟΝ καταρρέει ο παλιός κόσμος

Συνέντευξη στη Νατάσα Κεφαλληνού

NK: Στις 23/2 συμπληρώνονται 70 χρόνια από την ίδρυση της ΕΠΟΝ.  Ποια ήταν η συμβολή της στο αντιστασιακό κίνημα στην Ελλάδα;

Μενέλαος Χαραλαμπίδης:  Με την ΕΠΟΝ καταρρέει ο παλιός κόσμος

ΜΧ: Αρχικά θα πρέπει να επισημάνουμε ότι η ΕΠΟΝ δημιουργήθηκε σε μία φάση όπου το αντιστασιακό κίνημα βρισκόταν στην κορύφωση του.  Ακριβώς τις ημέρες που ιδρύθηκε επίσημα είχαμε τις τεράστιες κινητοποιήσεις ενάντια στην πολιτική επιστράτευση και τη μεγαλύτερη πολιτική νίκη του ΕΑΜ, την απόσυρση του μέτρου αυτού. Η συμβολή της ΕΠΟΝ στο αντιστασιακό κίνημα της Αθήνας είναι τεράστια: Πρώτα από όλα στελέχωσε τον ΕΛΑΣ Αθήνας, ο οποίος ενεργοποιήθηκε ουσιαστικά τον Σεπτέμβριο του 1943, εξοπλιζόμενος με το στρατιωτικό υλικό των αποχωρούντων Ιταλών μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας αλλά και τις συνοικιακές οργανώσεις, που άρχισαν να αναπτύσσονται το 1943. Πριν την ίδρυση της ΕΠΟΝ, πολλοί νέοι, κυρίως φοιτητές, συμμετείχαν στην ΟΚΝΕ ή το ΕΑΜ Νέων (οργανώσεις που αυτοδιαλύθηκαν και προσχώρησαν στην ΕΠΟΝ)  και είχαν πάρει μέρος στις μαζικές κινητοποιήσεις του 1942-’43, αλλά και στους αγώνες που γίνονταν στους μαζικούς χώρους εκπαίδευσης και εργασίας, αποκτώντας εμπειρία στην οργάνωση και υλοποίηση του παράνομου αγώνα. Με την ίδρυση της ΕΠΟΝ διασκορπίστηκαν σε όλο το λεκανοπέδιο και ανέλαβαν γραμματείς των συνοικιακών της οργανώσεων σε Αθήνα και Πειραιά μεταφέροντας την εμπειρία τους από τους μαζικούς χώρους (εργασίας και εκπαίδευσης) στις συνοικίες. Μια άλλη σημαντική συμβολή της ΕΠΟΝ έχει να κάνει με το προνοιακό έργο των εαμικών οργανώσεων, μιας και τα μέλη της, μαζί με την Εθνική Αλληλεγγύη, που είχε ξεκινήσει τα έργο αυτό από το 1941, έστησαν σειρά από προνοιακούς μηχανισμούς στις συνοικίες, από τα συσσίτια μέχρι τη δημιουργία ιατρικών σταθμών ή τη συγκρότηση επιτροπών κατοίκων που διεκδικούσαν την ικανοποίηση ποικίλων αιτημάτων με παραστάσεις σε υπουργεία και υπηρεσίες.

ΝΚ: Η «στράτευση» στην ΕΠΟΝ διαμόρφωσε μια νέα κοσμοαντίληψη στη νεολαία της εποχής;

ΜΧ: Μέσα από την ΕΠΟΝ η νεολαία απέκτησε μια νέα, ξεχωριστή, διακριτή ταυτότητα, η οποία δεν ήταν μόνο πολιτική αλλά και κοινωνική, πολιτισμική. Δηλαδή οι νέοι μέσα από την ένταξη τους αποκτούν μια καινούργια κουλτούρα, με πυρήνα την ίδια την έννοια της δράσης. Αυτό που τους «τραβούσε» στην ΕΠΟΝ δεν ήταν τόσο οι θεωρητικές συζητήσεις και οι ιδεολογικές αναζητήσεις, αλλά η ίδια η δράση. Είναι εντυπωσιακό πώς κινητοποιούσε τους νέους το γεγονός ότι π.χ. το βράδυ θα συγκροτούσαν ένα συνεργείο αναγραφής συνθημάτων ή μοιράσματος παράνομου Τύπου κ.ά. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΠΟΝ έφερε κορίτσια και αγόρια μαζί σε ένα περιβάλλον απόλυτης ισότητας. Υπήρχαν περιπτώσεις όπου γραμματείς ολόκληρων συνοικιών ήταν κορίτσια και κάτω από αυτές δρούσαν οι τοπικές οργανώσεις. Γενικότερα αυτό που δημιουργείται στην Κατοχή, το οποίο δεν το έχει επισημάνει ιδιαίτερα η έρευνα, είναι ότι ουσιαστικά καταρρέει ο παλιός κόσμος, ο οποίος στα μάτια της νεολαίας ταυτίζεται με τον κόσμο των μεγάλων. Αν κάποιος διαβάσει το ιδρυτικό της ΠΕΑΝ, που είναι μια καθαρά νεολαιίστική σοσιαλίζουσα οργάνωση, θα δει ότι κατακεραυνώνουν τους μεγαλύτερους ως τους ανθρώπους που δεν αντιστάθηκαν στο φασισμό του Μεταξά.

katohis



ΝΚ: Με την ΕΠΟΝ δηλαδή γίνεται μια οργανωτική στροφή από τους μαζικούς χώρους εκπαίδευσης και δουλειάς στις συνοικίες. Για ποιους λόγου προκρίθηκε αυτή η μετάβαση;

Από το 1942 η Επιτροπή Πόλης του ΕΑΜ στην Αθήνα αλλά και η ΚΕ του ΚΚΕ προσπαθούν να σπάσουν τις προπολεμικές κομμουνιστικές νοοτροπίες στην οργάνωση του παράνομου αγώνα, όπως η πρακτική της τριάδας, της συνωμοτικής οργάνωσης με τα πολύ αυστηρά μέτρα. Με τις μαζικές κινητοποιήσεις του 1942 κατανοούν ότι δεν  μπορούν να συνεχίσουν έτσι, καθώς υπήρχαν πλέον τεράστιες κοινωνικές διαθεσιμότητες, οι οποίες παρέμεναν ανεκμετάλλευτες. Ήδη από τότε ξεκινά μια έντονη προσπάθεια να σπάσουν οι σεχταριστικές, όπως τις ονόμαζαν, αντιλήψεις για τις εαμικές οργανώσεις και να μπορέσουν αυτές να ανοίξουν όλο και περισσότερο προς το δοκιμαζόμενο λαό. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η δημιουργία της ΕΠΟΝ. Ας μην ξεχνάμε ότι η δαιμονοποίηση του ΚΚΕ από το καθεστώς Μεταξά λειτουργούσε ως τροχοπέδη για την ένταξη πολλών νέων στην κομματική ΟΚΝΕ ή ακόμη και στο ΕΑΜ Νέων, που το θεωρούσαν καρικατούρα της ΟΚΝΕ. Έτσι η ΕΠΟΝ έδωσε τη δυνατότητα σε ανθρώπους που δεν ταυτίζονταν με το κομμουνιστικό κόμμα ή ακόμη ήταν απέναντι του, να μπουν σε μια πατριωτική οργάνωση που μάχονταν για την απελευθέρωση της χώρας. Ο άλλος παράγοντας που οδήγησε στη στροφή από τους μαζικούς χώρους στις συνοικίες είχε να κάνει με την τακτική που ακολούθησε η κυβέρνηση Ράλλη, την πολιτική του σκληρού αντικομμουνισμού που οδήγησε στην αιματηρή καταστολή των διαδηλώσεων του 1943. Σε αυτό το πλαίσιο, το ΕΑΜ δεν μπορούσε πλέον να συνεχίσει με την ίδια αντιστασιακή τακτική, δηλαδή τις μαζικές κινητοποιήσεις στο κέντρο της Αθήνας, οπότε έπρεπε να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες. Στις συνοικίες άλλωστε οι εαμικές οργανώσεις μπορούσαν να βρουν ελεύθερο περιβάλλον για να κινηθούν και να μαζικοποιηθούν.

ΝΚ: Η πολιτική επιλογή του ΚΚΕ και του ΕΑΜ να ιδρύσουν μια αυτοτελής οργάνωση νεολαίας ήταν και αποτέλεσμα της ανάδυσης ενός νέου κοινωνικού υποκειμένου – της νεολαίας; 

ΜΧ: Το ΚΚΕ πριν την Κατοχή δεν ήταν μαζικό κόμμα, ωστόσο υπήρχε η εμπειρία των προπολεμικών κομμουνιστών στην οργάνωση του παράνομου αγώνα, η οποία όμως είχε δοκιμαστεί σε πολύ στενά, αριθμητικά και κοινωνικά, πλαίσια. Το εαμικό αντιστασιακό κίνημα χαρακτηρίστηκε από την προσαρμογή αυτών των πρακτικών σε ένα λαϊκό κίνημα που δημιουργήθηκε «από τα κάτω» και έψαχνε τρόπους να εκφραστεί. Οπότε το ΕΑΜ ουσιαστικά προσέφερε μέσα στην Κατοχή μια πλατφόρμα δράσεων άμεσα επηρεασμένη από αυτό που ζητούσε η ίδια η κοινωνία, μια πλατφόρμα η οποία διαμορφώθηκε από τους ανθρώπους που μπήκαν στο ΕΑΜ και το ΚΚΕ στην περίοδο της Κατοχής. Στην ουσία έχουμε μια αμφίδρομη σχέση, είναι αυτό που έλεγε ο Άγγελος Ελεφάντης: «το κόμμα κάνει το κίνημα και το κίνημα το κόμμα». Όλο αυτό ήταν πολύ μακριά από την αντίληψη που λέει ότι υπήρχαν συγκεκριμένες «γραμμές» που κατέβαιναν μέχρι τη βάση και όλο αυτό το κίνημα ήταν ένα δημιούργημα της ηγεσίας. Πρόκειται για μια διαδικασία συνεχών μετασχηματισμών και προσαρμογών που θα επιτρέψει στην ηγεσία -λαμβάνοντας τα μηνύματα που έρχονται από τη βάση- να προχωρήσει στη δημιουργία αυτού του μαζικού κινήματος. Άλλωστε αυτή είναι η διαφορά του ΕΑΜ από τις υπόλοιπες αντιστασιακές οργανώσεις. Το ΕΑΜ από την αρχή ξεκαθαρίζει ότι θέλει να κάνει ένα κίνημα και όχι απλά μια αντιστασιακή οργάνωση, όπως οι υπόλοιπες, προσδοκώντας να ανατρέψει μετά τον πόλεμο την προπολεμική πολιτική κατάσταση, το πολιτικό και κοινωνικό καθεστώς. Οι υπόλοιπες οργανώσεις κινιόντουσαν σε μια λογική μεταρρυθμίσεων.

ΝΚ: Ποιες νέες συνθήκες συντελέστηκαν ώστε η νεολαία να μπει τόσο απότομα στο προσκήνιο; 

ΧΜ:. Η νεολαία μέχρι και την περίοδο του Μεταξά ήταν κοινωνικά και πολιτικά περιθωριοποιημένη. Στην Κατοχή, λόγω της βαθύτατης κοινωνικής -όχι μόνο πολιτικής ή οικονομικής- κρίσης, του πολιτικού κενού που δημιουργήθηκε και της διάλυσης του κρατικού μηχανισμού, η νεολαία αυτονομήθηκε από τους φορείς ελέγχου και πειθαρχίας. Στρατός δεν υπήρχε, η ΕΟΝ έχει διαλυθεί, το σχολείο μετατράπηκε από χώρο πειθάρχησης σε χώρο αντίστασης και η οικογενειακή ιεραρχία ανατράπηκε πλήρως: οι νέοι από πειθήνια όργανα των γονιών τους ανέλαβαν κατά τη διάρκεια του κατοχικού λιμού αποφασιστικές ευθύνες για την επιβίωση των γονιών τους, κερδίζοντας μια πρωτόγνωρη ελευθερία δράσης και επιλογών.

ΝΚ: Ποιοι ήταν οι λόγοι ένταξης των νέων στην ΕΠΟΝ;

ΜΧ: Οι λόγοι ήταν κυρίως πατριωτικοί. Αξίζει να σημειώσουμε ότι η ελληνική περίπτωση αποτελεί μια ιδιαιτερότητα: ενώ όλες οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες κατακτήθηκαν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα από τις γερμανικές δυνάμεις (μετά από μάχες λίγων ημερών, το πολύ δύο-τριών εβδομάδων), στην ελληνική περίπτωση είχε προηγηθεί η νίκη στο αλβανικό μέτωπο, η οποία ήταν η πρώτη ήττα του Άξονα στην Ευρώπη. Το γεγονός αυτό είχε δημιουργήσει τεράστια έξαρση του πατριωτικού αισθήματος και είχε προξενήσει ιδιαίτερη εντύπωση στη νεολαία. Αυτή η έξαρση καταπνίγηκε μετά την εισβολή των Γερμανών. Κατά αυτό τον τρόπο, η Κατοχή στην Ελλάδα δεν ξεκίνησε με ηττοπάθεια αλλά με αγανάκτηση, που εδράζονταν στο ότι οι νικητές του πολέμου βρέθηκαν όχι μόνο ηττημένοι αλλά και κατεκτημένοι. Ένα άλλος λόγος ένταξης, ήταν η πάρα πολύ έξυπνη τακτική ενεργοποίησης των κοινωνικών δικτύων από την ΕΠΟΝ και τις εαμικές οργανώσεις.  Με κάθε νέο ή νέα που εντασσόταν στην ΕΠΟΝ έμπαινε μαζί, ανεπίσημα, ολόκληρο το συγγενικό και φιλικό του δίκτυο, το οποίο αναλάμβανε να τον προστατεύσει κατά τη διάρκεια της αντιστασιακής του δράσης. Τα μέλη της ΕΠΟΝ δεν δρούσαν αποκομμένα πάνω στο βουνό, αλλά μέσα στις ίδιες γειτονιές που ζούσαν, οπότε αυτό κινητοποιούσε όλα τα δίκτυα που δραστηριοποιούταν στις συγκεκριμένες περιοχές, τα οποία προσέφεραν μια τεράστια υπηρεσία στο αντιστασιακό κίνημα. Άλλωστε σε μια τόσο ασφυκτικά ελεγχόμενη περιοχή όπως η πρωτεύουσα (με πολλαπλούς σταθμούς διοίκησης των ιταλικών και γερμανικών αρχών) καμία οργάνωση, όχι μόνο το ΕΑΜ, δεν θα μπορούσε να σταθεί αν δεν είχε -όχι μόνο την ανοχή- αλλά και την υποστήριξη των κατοίκων.

Για να ενημερωθείτε σχετικά με το βιβλίο (συνεντεύξεις, βιβλιοπαρουσιάσεις, κριτικές, φωτογραφίες κ.α.) μπορείτε αν επισκεφτείτε τη σελίδα του facebook κάνοντας κλικ εδώ. 

Τρίτη 8 Σεπτεμβρίου 2015

Η 6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ τον Ιούλη 1941

Τον Ιούλη του 1941 συνήλθε η 6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, που αποφασίζει μέτρα για την οργάνωση του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα και την αναγκαιότητα της συσπείρωσης όλων των κοινωνικοπολιτικών δυνάμεων που ήταν διατεθειμένες να αγωνιστούν γι' αυτόν το σκοπό.
Από το γιορτασμό των τρίχρονων του ΕΑΜ στα Φουρνά
Από το γιορτασμό των τρίχρονων του ΕΑΜ στα Φουρνά

Στην απόφαση τονίζεται ότι: «Το βασικό καθήκον των Ελλήνων κομμουνιστών είναι η οργάνωση της πάλης του ελληνικού λαού για την υπεράσπιση της Σοβιετικής Ενωσης και την αποτίναξη του φασιστικού ζυγού. Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας - υπογραμμίζεται στην απόφαση - καλεί τον ελληνικό λαό, τα κόμματα και τις οργανώσεις του, σ' ένα εθνικό μέτωπο απελευθέρωσης:
Α) Για το διώξιμο της γερμανοϊταλικής κατοχής από την Ελλάδα.
Β) Για την ανατροπή της κυβέρνησης - οργανέτου τους.
Γ) Για την καθημερινή υποστήριξη και υπεράσπιση της Σοβιετικής Ενωσης.
Δ) Για την υποστήριξη κάθε συνεπούς αντιφασιστικής δύναμης με όλα τα μέσα.
Ε) Για το σχηματισμό προσωρινής κυβέρνησης από όλα τα κόμματα, που θα αποκαταστήσει τις δημοκρατικές ελευθερίες του λαού, θα του εξασφαλίσει ψωμί και δουλιά, θα συγκαλέσει συντακτική εθνοσυνέλευση και θα υπερασπίσει την ακεραιότητα και την ανεξαρτησία της Ελλάδας από κάθε ξενική ιμπεριαλιστική δύναμη».
Αυτή η απόφαση ήταν το θεμέλιο της δημιουργίας του μεγάλου Έπους της Αντίστασης αφού όπλισε την εργατική τάξη, το λαό με τη δύναμη της οργάνωσης του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Ηταν η βάση για τη δημιουργία αρχικά του Εργατικού ΕΑΜ, στη συνέχεια της μεγάλης συμμαχίας του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου, του ΕΑΜ δηλαδή, του λαϊκού στρατού του ΕΛΑΣ, ένοπλου τμήματος του ΕΑΜ. Με την καθοδήγηση του ΕΑΜ και την ανάπτυξη της ένοπλης πάλης του ΕΛΑΣ δημιουργήθηκαν γρήγορα ελεύθερες περιοχές στην Ελλάδα, οι οποίες εκ των πραγμάτων έπρεπε να διοικηθούν, για να μπορέσουν οι κάτοικοί τους να ζήσουν οργανωμένα, προσφέροντας στον εαυτό τους και στον αγώνα για την Εθνική Απελευθέρωση. Ετσι άρχισαν να δημιουργούνται τα πρώτα όργανα Λαϊκής Αυτοδιοίκησης και Δικαιοσύνης. Ενώ το Μάρτη του 1944 ιδρύθηκε με πρωτοβουλία του ΕΑΜ η Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ), γνωστή και ως Κυβέρνηση του Βουνού, ώσπου απελευθέρωσε την Ελλάδα τον Οκτώβρη του 1944.
12 Οκτώβρη 1944, η μεγάλη συγκέντρωση την ημέρα της απελευθέρωσης της Αθήνας, στο Σύνταγμα
12 Οκτώβρη 1944, η μεγάλη συγκέντρωση την ημέρα της απελευθέρωσης της Αθήνας, στο Σύνταγμα

Μπορεί βεβαίως η εθνικοαπελευθερωτική πάλη να μην οδήγησε το λαό στην εξουσία, σαν επιστέγασμα αυτού του μεγάλου έπους που έγραψε στην ιστορία. Αυτό είναι καίριο στρατηγικό ζήτημα, το οποίο η πολιτική πρωτοπορία, δηλαδή το Κόμμα της εργατικής τάξης, μπορεί να εξασφαλίσει αν σωστά υπολογίζει τις αντικειμενικές συνθήκες, το συσχετισμό των δυνάμεων, να προβλέπει και να προνοεί τις εξελίξεις, εφαρμόζοντας σωστά τις νομοτέλειες της ταξικής πάλης για το καθοριστικό ζήτημα, και ως προς τους ελιγμούς και συμβιβασμούς, αλλά και ως προς το στρατηγικό σκοπό. Ο οποίος βεβαίως πρέπει να είναι σωστά καθορισμένος. Και δεν ήταν. Στη σύνδεση του ζητήματος της εξουσίας με το ζήτημα της εθνικοαπελευθερωτικής πάλης έγιναν λάθη στρατηγικής. Και έγιναν πριν ακόμη την απελευθέρωση, με την υπαγωγή του ΕΛΑΣ στο στρατηγείο της Μέσης Ανατολής, τις Συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας για το μεταπελευθερωτικό καθεστώς της Ελλάδας, το ζήτημα της ενότητας. Γιατί ουσιαστικά οι έχοντες την εξουσία στην Ελλάδα, (ΕΑΜ-ΠΕΕΑ) κατέληξαν να συμφωνήσουν να τη μοιραστούν μετά την απελευθέρωση. Μόνο που στο συγκεκριμένο ζήτημα δε χωράει μοιρασιά.
Για παράδειγμα, με τη διοργάνωση του Συνεδρίου του Λιβάνου, οι Αγγλοι και η άρχουσα τάξη της Ελλάδας επιχειρούσαν να προλάβουν τις εξελίξεις στη χώρα, να φρενάρουν, δηλαδή, τη διαγραφόμενη πορεία προς μια μεταπολεμική Ελλάδα του λαού της, να ανοίξουν το δρόμο για την εγκατάσταση της εξουσίας της αστικής τάξης στην Ελλάδα.
Η Παιδεία στην Αντίσταση μέσα από το εκπαιδευτικό σχέδιο της ΠΕΕΑ
Η Παιδεία στην Αντίσταση μέσα από το εκπαιδευτικό σχέδιο της ΠΕΕΑ

Ολ' αυτά είχαν σαν αποτέλεσμα ο λαός μας την απελευθέρωσή του από τους Γερμανούς κατακτητές (στις 12 Οκτώβρη 1944 απελευθερώθηκε η Αθήνα) να μην προλάβει να τη χαρεί και να τη διατηρήσει για πολύ, αφού το ντόπιο αστικό κατεστημένο, προκειμένου να ξαναοργανώσει το κράτος του και να ξαναεδραιώσει την εξουσία του, ζήτησε τη στρατιωτική συμβολή των Αγγλων ιμπεριαλιστών. Για να οδηγηθεί το λαϊκό κίνημα στην άνιση ηρωική στρατιωτική μάχη του Δεκέμβρη του 1944 και στη συνέχεια μετά απ' αυτήν την προσωρινή ήττα στην απαράδεκτη Συμφωνία της Βάρκιζας και την παράδοση των όπλων από τον ΕΛΑΣ στο ντόπιο καθεστώς και τους Αγγλους ιμπεριαλιστές. Και στη συνέχεια στον εμφύλιο πόλεμο.
Ορισμένες επισημάνσεις
Η ιστορική περίοδος, στην οποία αναφερόμαστε, είχε, από την άποψη των κοινωνικοπολιτικών εξελίξεων, ως ένα βασικό χαρακτηριστικό της την εθνικοαπελευθερωτική πάλη του λαού μας κατά της χιτλεροφασιστικής - ιμπεριαλιστικής κατοχής και υποδούλωσης. Αλλά μόνο μ' αυτό το χαρακτηριστικό δεν αποτυπώνεται ολόκληρη η ιστορική αλήθεια της εξελισσόμενης τότε πραγματικότητας. Γιατί η ταξική πάλη ανάμεσα στην άρχουσα τάξη της Ελλάδας, από τη μια πλευρά, και στην εργατική τάξη και τ' άλλα λαϊκά στρώματα, από την άλλη, διεξαγόταν ακόμη και σ' αυτήν την περίοδο.
Αλλωστε, ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος ξεκίνησε ως ιμπεριαλιστικός, ανάμεσα σε δύο συνασπισμούς καπιταλιστικών κρατών (Αγγλία, Γαλλία, ΗΠΑ, από τη μια πλευρά και Γερμανία, Ιταλία, Ιαπωνία, από την άλλη), για το εδαφικό ξαναμοίρασμα σφαιρών επιρροής, αλλά και με έναν κοινό σκοπό. Την ανατροπή του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ. Η είσοδος της ΕΣΣΔ, αλλά και η ανάπτυξη των λαϊκοαπελευθερωτικών κινημάτων στις κατεχόμενες χώρες τον έκανε από τη δική τους μεριά απελευθερωτικό - αντιιμπεριαλιστικό.
Το κάλεσμα του αστικού κόσμου στους Αγγλους ιμπεριαλιστές για στρατιωτική δράση στην Ελλάδα ήταν αναγκαίο, γιατί διαφορετικά δεν είχε το συσχετισμό να επιβάλει την κυριαρχία του στο λαό. Και ερχόταν ως συνέχεια της οικονομικοπολιτικής σύνδεσης του κεφαλαίου στην Ελλάδα με την αστική τάξη της Αγγλίας (ήταν «παραδοσιακοί» σύμμαχοι), μετά την ήττα του αντίπαλου συνασπισμού καπιταλιστικών κρατών στον πόλεμο. Την ανάγκη αυτή επέβαλε το γεγονός ότι στον εθνικοαπελευθερωτικό πόλεμο δεν ηγούνταν η αστική τάξη της Ελλάδας, αλλά η εργατική τάξη με τους συμμάχους της. Και στη μεταπελευθερωτική πορεία της Ελλάδας αυτό το γεγονός έβαζε τη σφραγίδα του. Αποδείχτηκε με τη μετέπειτα πορεία της Ελλάδας και τον εμφύλιο πόλεμο και τον ηρωικό λαϊκοεπαναστατικό αντιιμπεριαλιστικό αγώνα του ΔΣΕ. Ουσιαστικά σ' όλη την πορεία του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα το «ΠΟΙΟΣ - ΠΟΙΟΝ», στο ζήτημα της εξουσίας, απασχολούσε την άρχουσα τάξη και τα πολιτικά της κόμματα, αλλά και την εργατική τάξη. Αλλωστε, η ταξική πάλη στις ταξικές κοινωνίες ποτέ δε σταματά.
Επίσης, ακόμη πριν την απελευθέρωση και έχοντας επίγνωση των συνθηκών που δημιουργούνται παγκόσμια, ιδιαίτερα μετά τη νίκη των Σοβιετικών στο Στάλινγκραντ, που ήταν η αρχή του τέλους του πολέμου, αυτό που απασχολούσε την άρχουσα τάξη της Ελλάδας ήταν το μεταπελευθερωτικό καθεστώς. Γιατί την απασχολούσε; Μα γιατί στην Ελλάδα άρχισε να οργανώνεται μια νέα λαϊκή εξουσία. Το έπος του ΕΑΜ δεν ήταν μόνο η εθνική απελευθέρωση, αλλά και η δημιουργία των φύτρων της λαϊκής εξουσίας στην Ελλάδα. Που μπορεί βεβαίως να μην αγκάλιαζε τα τότε αστικά κέντρα, αλλά στην υπόλοιπη Ελλάδα είχε ήδη τη δική της δράση με τα όργανα λαϊκής αυτοδιοίκησης, τα λαϊκά δικαστήρια, αλλά και την Κυβέρνηση του Βουνού, όπως τη βάφτισε ο λαός την ΠΕΕΑ. Είχε ακόμη το δικό της λαϊκό στρατό τον ΕΛΑΣ και την πλειοψηφία του ελληνικού λαού συσπειρωμένη στο ΕΑΜ.
Επίκαιρα διδάγματα
«Το ΚΚΕ προσπαθεί να συσσωρεύει τη θετική και αρνητική εμπειρία από την 10ετία 1940-1949, στην προκειμένη περίπτωση από τα χρόνια 1941-1944...
Η συνύπαρξη του κοινωνικοταξικού περιεχομένου της λαϊκής πάλης με το εθνικοαπελευθερωτικό, πέραν των άλλων πολιτικών και πολεμικών συγκρούσεων με τις στρατιωτικές οργανώσεις του "δοσιλογισμού", που έτσι κι αλλιώς περιείχαν και το ταξικό στοιχείο, επιβεβαιώνεται και από τις ένοπλες συγκρούσεις του ΕΛΑΣ με τις αντιχιτλερικές και τις αγγλόφιλες οργανώσεις, όπως ο ΕΔΕΣ. Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγούν και οι συνεχείς προστριβές του ΕΛΑΣ με τους Εγγλέζους, η αμείωτη ιδεολογική και πολιτική πάλη των αστικών ελληνικών κυβερνήσεων της Μέσης Ανατολής κατά της ΠΕΕΑ και του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ, καθώς και η αιματηρή καταστολή, από τους Εγγλέζους και την ελληνική κυβέρνηση στο Κάιρο, της ηρωικής "Αντιφασιστικής Στρατιωτικής Οργάνωσης" (ΑΣΟ) τον Απρίλη του 1944.
Οι δυνάμεις που συμμετείχαν στο ΕΑΜ εξέφραζαν διαφορετικά συμφέροντα. Εκτός από το ΚΚΕ, συμμετείχαν και δυνάμεις σοσιαλδημοκρατικές, φιλελεύθερες, γενικά αστικής πολιτικής κατεύθυνσης. Επρεπε να θεωρηθεί βέβαιο ότι δεν ήταν δυνατό η εργατική τάξη να βαδίσει μαζί τους σε όλες τις φάσεις της πάλης, πολύ περισσότερο όσο πλησίαζε το τέλος της Κατοχής.
Ηταν, επίσης, αναγκαίο να μελετηθεί η τακτική του αντίπαλου (Εγγλέζων και των εγχώριων αστικών δυνάμεων) και να προσαρμοστεί ανάλογα η στρατηγική του ΚΚΕ. Εφόσον ο ταξικός αντίπαλος προετοιμαζόταν για την "επόμενη μέρα του πολέμου", για τις μεταπολεμικές πολιτικές εξελίξεις, έπρεπε να κάνει το ίδιο από τη δική του σκοπιά και ο λαϊκός παράγοντας.
Το ΚΚΕ έδωσε στον αγώνα χιλιάδες από τα καλύτερα παιδιά του. Δημιούργησε πρότυπα στάσης ζωής μέσα από ένα μαζικό ηρωισμό, που κλόνισε το αστικό πολιτικό σύστημα και οδήγησε τα αστικά κόμματα σε απομαζικοποίηση και ανυποληψία.
Δεν μπόρεσε, ωστόσο, να διαμορφώσει τη στρατηγική που θα οδηγούσε προς την επαναστατική επίλυση του προβλήματος της πολιτικής εξουσίας. Υπέταξε την πάλη γι' αυτήν στις εθνικοαπελευθερωτικές επιδιώξεις και τότε ακόμη που οι συνθήκες επέβαλαν, ιδίως μετά το 1943, να θέσει το ζήτημα της κατάκτησης της εξουσίας ως αποτελέσματος της αντιστασιακής πάλης και επάθλου του λαϊκού αγώνα. Ετσι, οδηγήθηκε στην υπαγωγή του ΕΛΑΣ στο εγγλέζικο στρατηγείο της Μ. Ανατολής (5 Ιούλη 1943) και αργότερα στις Συμφωνίες του Λιβάνου (20 Μάη 1944) και της Καζέρτας (26 Σεπτέμβρη 1944), για να διατηρήσει και να διευρύνει την "εθνική ενότητα". Και δε διαμόρφωσε τις προϋποθέσεις μιας πορείας που θα είχε μεγάλες πιθανότητες να οδηγήσει στη νίκη.
Η κριτική αποτίμηση του κινήματός μας βρίσκεται σε απόλυτη αντίθεση με τη λαθολογία και το μηδενισμό. Στοχεύει στην ισχυροποίηση του εργατικού κινήματος και γενικότερα του λαϊκού παράγοντα σήμερα. Αντίθετα, ο εξωραϊσμός αντικειμενικά οδηγεί στην αποδυνάμωση και στον ιδεολογικό παροπλισμό».
Πηγές:
1. Πρόλογος στην έκδοση «Ριζοσπάστης της Κατοχής - Δεκέμβρης 1944».
2. Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για τα 60χρονα της Μεγάλης Αντιφασιστικής Νίκης των Λαών.

Ι. Λ.
ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ

 -- Τι έκανε η αστική τάξη της Ελλάδας στον πόλεμο;
17/10/2004
 -- Από την Αντίσταση στον Εμφύλιο
16/2/2002
 -- 1942: Κυκλοφορεί η Ιδρυτική Προκήρυξη του ΕΛΑΣ
11/5/1997
 -- Ηρωικός ο αγώνας του ελληνικού λαού

Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου 2015

Επιστήμονες του Μεσοπολέμου: Ο άγνωστος κύκλος του τριάντα

του Γιώργου Βλαχάκη //

Το ιστορικό κτίριο του Χημείου στην οδό Σόλωνος στο κέντρο της Αθήνας . Την εποχή  των διαλέξεων του "Κύκλου του Τριάντα" ήταν ήδη τριώροφο και συγκέντρωνε την αφρόκρεμα των θετικών επιστημόνων.
Το ιστορικό κτίριο του Χημείου στην οδό Σόλωνος στο κέντρο της Αθήνας . Την εποχή  των διαλέξεων του «Κύκλου του Τριάντα» ήταν ήδη τριώροφο και συγκέντρωνε την αφρόκρεμα των θετικών επιστημόνων.
Από διάσπαρτες μελέτες, ανακοινώσεις σε συνέδρια και σχετικά δημοσιεύματα, έχει διαφανεί η ύπαρξη μιας δραστήριας, αν και σχετικά ολιγάριθμης επιστημονικής κοινότητας στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου. Πρόκειται για μια εποχή επίπλαστης εν πολλοίς, αλλά ηχηρής αισιοδοξίας στους κόλπους μιας αστικής τάξης, που θεωρεί πλέον ότι η θέση της στον κοινωνικό ιστό έχει εδραιωθεί και αναζητά την παρουσία της όχι στις παρυφές, αλλά στην κεντρική σκηνή των όσων διαδραματίζονται, είτε στον οικονομικό είτε στον πολιτισμικό χώρο.
Η επιστημονική ελίτ της εποχής, ως μία από τα πλέον ζωντανές και πολλά υποσχόμενες συνιστώσες της αστικής τάξης, επιζητεί με τη σειρά της να κάνει γνωστή την παρουσία της και να γίνει εμφανής η επιρροή της στο κοινωνικό γίγνεσθαι.
Επιλέγει για το λόγο αυτό να υποβαθμίσει σε έναν βαθμό, τουλάχιστον όσον αφορά την εγχώρια εικόνα της, την παραγωγή επιστημονικών εργασιών «πρώτης γραμμής», που θα μπορούσαν να παρουσιασθούν με αξιώσεις και στον διεθνή επιστημονικό χώρο, και να επικεντρωθεί σε ένα είδος ιδιότυπης επιστημονικής εκλαΐκευσης.
Με βάση έναν κεντρικό πυρήνα, που αποτελείται κυρίως από μέλη της πανεπιστημιακής Κοινότητας, επιχειρείται να αναγνωριστεί η επιστήμη ως στοιχείο της κοινωνικής ζωής και να αναδειχτεί ο προοδευτικός της χαρακτήρας, στην κατεύθυνση της αντίληψης ότι η επιστήμη έχει σημαντικές τεχνολογικές εφαρμογές, που στοχεύουν στην άμεση βελτίωση του βιοτικού επιπέδου. Στην προσπάθεια αυτή, ακούσιος αρωγός είναι αναμφίβολα και η αναπτυξιακή τροχιά της Ελλάδας, παρά τις όποιες καθυστερήσεις ή και παλινδρομήσεις, τα μεγάλα έργα και οι αλλαγές που γίνονται ορατές πλέον στην καθημερινή ζωή της πόλης.
Ένα από τα μέσα που χρησιμοποιούνται προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της επιστημονικής εκλαΐκευσης είναι τα σχετικά δημοσιεύματα τόσο στον ημερήσιο όσο και στον περιοδικό Τύπο της εποχής. Παράλληλα, κάνουν αισθητή την παρουσία τους τα σχετικά φυλλάδια και οι μονογραφίες με θέματα που άπτονται πολλές φορές των σχέσεων της θρησκείας με την επιστήμη.
Ένας διαδεδομένος μύθος
Η εικόνα που περιγράψαμε για πολύ καιρό δημιούργησε μια επίπλαστη και εν πολλοίς άδικη εντύπωση για τους Έλληνες επιστήμονες του Μεσοπολέμου. Εν ολίγοις, υποστηρίχθηκε από πολλούς ότι οι Έλληνες επιστήμονες ασχολήθηκαν με θέματα ήσσονος σημασίας και με τρόπο όχι αυστηρά επιστημονικό, διότι δεν διέθεταν το επαρκές υπόβαθρο γνώσεων προκειμένου να στραφούν με σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας στην καθαρή επιστημονική έρευνα.
Μια πιο προσεκτική ανάγνωση,όμως, των δεδομένων μπορεί να συμβάλει στην ανατροπή αυτής της δυσμενούς και υποτιμητικής για την ελληνική επιστημονική κοινότητα άποψης. Εάν διατρέξει κανείς τα βιογραφικά σημειώματα των περισσοτέρων απ’ όσους στελεχώνουν τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της εποχής στο χώρο των φυσικών επιστημών, εύκολα διαπιστώνει ότι οι σπουδές τους είναι κοντά σε αναγνωρισμένους επιστήμονες της Κεντρικής Ευρώπης και τα διδακτορικά τους απονέμονται για εργασίες οι οποίες χαρακτηρίζονται τόσο για την πρωτοτυπία τους όσο και για το επιστημονικό τους περιεχόμενο. Επομένως, υποστηρίζουμε ότι κάθε άλλο παρά «χρυσές μετριότητες» μπορούν να θεωρηθούν οι Έλληνες επιστήμονες του μεσοπολέμου.
Άλλωστε η ιστορική έρευνα αποδεικνύει πως διατηρούν σε προσωπικό επίπεδο επαφές με τους κορυφαίους επιστήμονες εκείνης της εποχής και ότι είναι σχεδόν πάντα πλήρως ενημερωμένοι για τη σύγχρονη βιβλιογραφία σε θέματα που άπτονται των ερευνητικών τους ενδιαφερόντων.
Επιστήμη για όλους
amfitheatroΓια να χρησιμοποιήσουμε μια κάπως γλαφυρή μεταφορά, θα μπορούσε κανείς να παρομοιάσει την τάση των επιστημόνων του Μεσοπολέμου προς την επιστημονική εκλαΐκευση με μια προσπάθεια να μετατρέψουν σε θάλασσα γονιμότητας την έρημο, που συναντούν, όσον αφορά το ευρύτερο ενδιαφέρον για τα επιστημονικά πράγματα, ερχόμενοι στην ούτως ή άλλως σκονισμένη και άνυδρη Αθήνα, μετά την παραμονή τους σε εντελώς διαφορετικό περιβάλλον κατά τη διάρκεια των σπουδών τους στις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης και ιδιαίτερα στον γερμανόφωνο χώρο. Πρόκειται,λοιπόν, για ένα άτυπο μεν, υφιστάμενο δε με συγκεκριμένους στόχους ρεύμα που θα μπορούσε να το ονομάσει κανείς «Επιστήμη για όλους».
Παράλληλα, αναζητούν και ένα ακροατήριο στο οποίο θα μπορούσαν να εκθέσουν τις απόψεις τους για θέματα της τρέχουσας επιστημονικής επικαιρότητας, για θέματα που τους απασχολούν προσωπικά στο πλαίσιο των ερευνητικών τους αναζητήσεων και να προκαλέσουν γόνιμες συζητήσεις και ανταλλαγή απόψεων. Επιζητούν,δηλαδή, μια «συναδελφική γνώμη» από επιστήμονες,που θεωρούν ισάξιους συνομιλητές, μια ανάγκη που είναι αυθύπαρκτη σε κάθε επιστήμονα, και προφανώς δεν μπορούν να καλυφθούν σε αυτό το θέμα από τα ακροατήρια των μεγάλων αιθουσών του Παρνασσού και των άλλων αντίστοιχων χώρων επιστημονικής εκλαΐκευσης της εποχής.
1920Με βάση αυτή τη λογική φαίνεται ότι η μικρή, αλλά δυναμική επιστημονική κοινότητα της εποχής δημιουργεί έναν άτυπο κύκλο, που ονομάζουμε «Κύκλο του Τριάντα», ο οποίος υλοποιείται πέραν των άλλων με τακτικές συναντήσεις και ομιλίες. Πρόκειται για ομάδα περίπου τριάντα επιστημόνων (επομένως θα μπορούσε να ονομαστεί και «κύκλος των τριάντα») που πραγματοποιούν τακτικές συγκεντρώσεις στο χώρο του Χημείου από το 1932 έως το 1938 με συχνότητα περίπου μία φορά την εβδομάδα από τον Νοέμβριο μέχρι και τον Μάιο κάθε χρόνου.
Τα κολόκβια μιας γενιάς πρωτοπόρων
Πρωτεργάτης του «Κύκλου του Τριάντα» και των συναντήσεων , που έμειναν στη συλλογική μνήμη της ακαδημαϊκής κοινότητας ως κολόκβια (colloquia), θεωρείται ο νέος τότε καθηγητής της φυσικοχημείας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Γεώργιος Καραγκούνης (1).
Διαπιστώνουμε ήδη από τη χρονική διάρκεια του εγχειρήματος, έξι συνεχή χρόνια (1932- 1938), πως ο κύκλος του τριάντα είχε μια δυναμική, η οποία ξεπερνά διάφορες ανάλογες προσπάθειες, φιλόδοξες μεν αλλά θνησιγενείς, που ενίοτε επιχειρούν κάποιοι στο όραμα της συγκρότησης συλλογικοτήτων στο ελληνικό επιστημονικό περιβάλλον.
Γεώργιος Καραγκούνης
Γεώργιος Καραγκούνης

Ο ίδιος ο Καραγκούνης, αναφερόμενος στους στόχους αυτής της πρωτοβουλίας, σημειώνει ότι σκοπός ήταν να οργανώσει «σειράν επιστημονικών ομιλιών εις τας οποίας θα συνεζητούντο αι τελευταίαι δημοσιευόμεναι εργασίαι των κλάδων αυτών, φρονούσα ότι κατ’ αυτόν τον τρόπον θα συνέβαλλεν εις την ανάπτυξιν της καθαρώς επιστημονικής σκέψεως και εις την προώθησιν της ερεύνης».
Στην κατακλείδα της προηγούμενης πρότασης διαπιστώνει κανείς την καθαρότητα με την οποία περιγράφεται η διασύνδεση του επιστημονικού στοχασμού με την επιστημονική έρευνα, σε μια εποχή που εν πολλοίς και τα δύο βρίσκονταν σε εμβρυακή μορφή στον ελληνικό χώρο.
Η επιτυχία του Καραγκούνη φυσικά έγκειται και στο ότι κατόρθωσε να μετατρέψει μια ενδιαφέρουσα και ίσως για πολλούς ρομαντική και ανεφάρμοστη ιδέα, μια ουτοπική σύλληψη για πολλούς, σε μια υφιστάμενη και επιτυχημένη πραγματικότητα.
Στο πρώτο τεύχος του περιοδικού Χημικά Χρονικά, το οποίο εκείνη την εποχή φιλοδοξούσε να θεωρηθεί εφάμιλλο των αντίστοιχων ευρωπαϊκών, διαβάζουμε:
«Αι υπό του καθηγητού της Φυσικής Χημείας εν τω Πανεπιστημίω Αθηνών κ. Γ. Καραγκούνη από τετραετίας οργανούμεναι ομιλίαι επί θεμάτων εκ της Χημείας και της Φυσικής θα συνεχισθούν και κατά την εφετινήν χειμερινήν περίοδον εν τω μικρώ αμφιθεάτρω του Χημείου (Σόλωνος 103) εκάστην Τετάρτην 6 μ.μ. Αι διαλέξεις αύται εκτεινόμεναι συνήθως επί θεμάτων εξαιρετικής επικαιρότητος, εκίνησαν πάντοτε ζωηρόν το ενδιαφέρον τών με τας θετικάς επιστήμας ασχολουμένων, ώστε ν’ αποτελέσουν μίαν από τις σημαντικότερες πνευματικές εκδηλώσεις του τόπου. Η σειρά των ομιλητών και τα θέματα άτινα θα αναπτυχθούν κατά την εφετινήν περίοδον δεν ωρίσθησαν εισέτι, ελπίζεται πάντως ότι η πρώτη ομιλία θα δοθή αρχομένου του Νοεμβρίου».
Ονόματα με εκτόπισμα
Όπως προκύπτει εύκολα ακόμα και από την απλή ανάγνωση του πίνακα των ομιλητών, σε αυτούς συγκαταλέγονται ουσιαστικά όλοι όσοι αποτελούν την «επιστημονική πρωτοπορία» εκείνης της εποχής.
Κωνσταντίνος Ζέγγελης
Κωνσταντίνος Ζέγγελης

Ανάμεσα σε αυτούς που στηρίζουν το θεσμό με αρκετά μεγάλο αριθμό ανακοινώσεων είναι ο Κωνσταντίνος Ζέγγελης, καθηγητής της ανόργανης χημείας στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας (2). Ο Ζέγγελης θεωρείται διάδοχος του θεμελιωτή της χημείας στο ανεξάρτητο ελληνικό κράτος Αναστάσιου Χρηστομάνου. Πρόκειται για μια πολυσχιδή προσωπικότητα με έργο. που ξεκινάει από τις καθαρά επιστημονικές μελέτες, οι οποίες μάλιστα δημοσιεύονται σε επιφανή διεθνή επιστημονικά περιοδικά, και φτάνει στην αναζήτηση επιστημονικών στοιχείων στα ομηρικά έπη, πλαισιώνοντας με τον τρόπο αυτό τον Μιχαήλ Στεφανίδη (3) σε ό,τι σήμερα ονομάζεται «Επιστήμη και Λογοτεχνία».
Η περίπτωση μάλιστα του Ζέγγελη έχει μια ιδιαίτερη σημασία γιατί αρθρογράφησε και στο μαχητικό επιστημονικό περιοδικό της εποχής Προμηθεύς ενώ αργότερα στην περίφημη διαμάχη υλιστών-ιδεαλιστών, που έλαβε χώρα εκείνη την εποχή, μπόρεσε να αποφύγει τις σφοδρές επιθέσεις στο πρόσωπό του από τους κύκλους των χριστιανών επιστημόνων που πρόβαλλαν τις θέσεις τους μέσω του περιοδικού Ακτίνες .
Στις συζητήσεις συμβάλει με μια ανακοίνωσή του και ο τότε καθηγητής της οργανικής χημείας στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης Λεωνίδας Ζέρβας, ένας από τους ολιγάριθμους Έλληνες επιστήμονες, που αναγνωρίστηκαν διεθνώς, και ο μοναδικός από τη σύγχρονη Ελλάδα που το όνομά του έχει περιληφθεί στο σημαντικό Dictionary of Scientific Biography.
Πολλαπλές προσεγγίσεις
Μιχαήλ Στεφανίδης
Μιχαήλ Στεφανίδης

Μια πιο προσεκτική ματιά στους τίτλους των ανακοινώσεων μας πείθει ότι αυτές μπορούν να διαχωριστούν σε δύο μεγάλες κατηγορίες. Η πρώτη περιλαμβάνει αμιγώς επιστημονικά θέματα και η δεύτερη τις παρουσιάσεις που διακρίνονται για την ιστορικοφιλοσοφική τους προσέγγιση. Ωστόσο, είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι ανεξάρτητα από την κατηγορία στην οποία θα μπορούσαν να ενταχθούν δημοσιεύονται συνήθως στα κατεξοχήν επιστημονικά περιοδικά της εποχής στον ελληνικό χώρο, δηλαδή το Δελτίο των Φυσικών Επιστημών και τα Χημικά Χρονικά. Αρκετές από τις ανακοινώσεις στις συναντήσεις αυτές δημοσιεύονται και σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά, όπως το Zeitschrift fur Physickalische Chemie.
Στον κατάλογο των ομιλητών εντοπίζουμε ακόμα ορισμένα ονόματα που αργότερα θα δεσπόσουν με την παρουσία τους είτε στον διεθνή είτε στον ελληνικό πανεπιστημιακό χώρο και εκείνη την εποχή κάνουν τα πρώτα τους βήματα ως υφηγητές στο Πανεπιστήμιο ή το Πολυτεχνείο.
Ο Αχιλλέας Παπαπέτρου, που αργότερα θα αναγνωριστεί ως ένας από τους κορυφαίους επιστήμονες οι οποίοι μελετούν θεμελιώδη προβλήματα της θεωρίας της σχετικότητας, είναι ένας από αυτούς.
Επίσης, στην ομάδα αυτή περιλαμβάνεται ο Καίσαρ Αλεξόπουλος, μετέπειτα καθηγητής της γενικής φυσικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και «πατριάρχης» μιας ολόκληρης γενιάς φυσικών, που ανδρώθηκε επιστημονικά κάτω από τη διδασκαλία του μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αλλά και ο Θ. Κουγιουμτζέλης, στον οποίο οφείλεται κατά ένα μεγάλο μέρος η ανάπτυξη της ατομικής φυσικής στη χώρα μας.
Το γεγονός ότι γίνονται δεκτοί ως ισότιμοι ομιλητές, με τους ήδη «καταξιωμένους» καθηγητές, σε μια περίοδο, που οι ρόλοι ήταν σαφώς διακριτοί και η ιεραρχία εξαιρετικά αυστηρή, αποτελεί μια σαφή ένδειξη για την επιστημονική τους επάρκεια.
Και οι τρεις επιλέγουν να μιλήσουν για θέματα, που προαναγγέλλουν τα επιστημονικά αντικείμενα με τα οποία θα ασχοληθούν συστηματικά στη συνέχεια. Ο Κουγιουμτζέλης παρουσιάζει μέρος από τη διδακτορική του διατριβή για το φαινόμενο Raman και αναλύει το φαινόμενο Compton και ο Παπαπέτρου αναφέρεται στη στατιστική μηχανική, το κρυσταλλικό πλέγμα και την αγωγιμότητα των μετάλλων.
Ο Καίσαρ Αλεξόπουλος μαζί με συνεργάτες του. Νεαρός συμμετείχει στις συζητήσεις του "Κύκλου του Τριάντα". Μια από τις διαλέξεις του εκεί είχε αντικείμενο την τηλεόραση.
Ο Καίσαρ Αλεξόπουλος μαζί με συνεργάτες του. Νεαρός συμμετείχει στις συζητήσεις του «Κύκλου του Τριάντα». Μια από τις διαλέξεις του εκεί είχε αντικείμενο την τηλεόραση.

Εντυπωσιάζει η επιλογή του Καίσαρα Αλεξόπουλου να επιλέξει ως ένα από τα θέματα των ομιλιών του την τηλεόραση. Μια εποχή κατά την οποία αυτή παίρνει μια μορφή, που την κάνει πρακτικά εφαρμόσιμη και πολύ πριν υπάρξει ως τεχνολογική καινοτομία.
Όπως σημειώθηκε εξαρχής, ένα μεγάλο μέρος των ομιλητών δεν ανήκε στον πανεπιστημιακό χώρο, αλλά ήταν υψηλόβαθμα στελέχη της δημόσιας διοίκησης. Πρόκειται για τους Λ. Γαλάνη, τεχνικό σύμβουλο του Χημείου του Ναυστάθμου, Κ. Δόσιο, τ. διευθυντή του Γενικού Χημείου του Κράτους, Γ. Δρίκο, χημικό στο Ινστιτούτο ΑΕΕΧΠΛ, Μ. Περτέση, διευθυντή του Χημικού Εργαστηρίου του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, Γ. Σπηλιωτόπουλο, διευθυντή της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού, Θ. Τσατσά, διευθυντή του Πυριτιδοποιείου, και Α. Τσιριμώκο, ηλεκτρολόγο-μηχανικό ΕΑΠ.
Το γεγονός αυτό αποδεικνύει, για μια ακόμα φορά, την υπαρκτή και μάλιστα σε υψηλό επίπεδο σχέση μεταξύ του Πανεπιστημίου και της κρατικής μηχανής, μια σχέση που ανιχνεύεται ήδη από τον 19ο αιώνα και φαίνεται να εκτείνεται, τουλάχιστον, μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο με τον τρόπο αυτό, όπως π.χ. στην περίπτωση της Ελληνικής Θαλασσογραφικής Επιτροπής .
Μια ειδική αναφορά οφείλεται κατά την άποψή μας και στη μοναδική γυναίκα ομιλήτρια τους κόλπους του άτυπου αυτού ομίλου. Πρόκειται για την Έλλη Αγαλίδου, η οποία ήταν απόφοιτη του Φυσικού Τμήματος και προφανώς καλή φοιτήτρια του Γ. Καραγκούνη, καθώς η ανακοίνωσή της με τίτλο « Παρα-υδρογόνον και ελεύθεραι ρίζαι» δημοσιεύεται στο Zeitschrift fur Physikalische Chemie. Ωστόσο, η παρουσία της στην ελληνική επιστημονική ζωή μοιάζει να μένει χωρίς συνέχεια, αφού μεταβαίνει στη Γερμανία όπου και ζει μέχρι το θάνατό της (4) .
Προετοίμασαν το άλμα
Παναγιώτης Ζερβός
Παναγιώτης Ζερβός

Είθισται στον επίλογο μιας εργασίας να καταγράφονται συνοπτικά τα συμπεράσματα που προκύπτουν απ’ αυτή. Ενδεχομένως, όμως, να έχουν περισσότερη αξία κάποιες φορές όχι οι βεβαιότητες, που προκύπτουν, αλλά τα νέα ερωτήματα, που αναδεικνύονται. Η παρουσίαση του «Κύκλου του Τριάντα», μια βεβαιότητα, προκαλεί εύλογα νέα ερευνητικά ζητούμενα, που άπτονται τόσο της δράσης των Ελλήνων επιστημόνων στην προπολεμική περίοδο, όσο και της μεταξύ τους σχέσης, καθώς και της σχέσης τους με την ευρύτερη κοινωνία.
Διαφαίνεται ότι για μια γενιά επιστημόνων που ήδη είχε καταξιωθεί στην ελληνική κοινωνία μέσα από το επίχρισμα της πανεπιστημιακής έδρας, θέση με αναμφισβήτητο κύρος ακόμα και σε χώρες με μεγάλη παράδοση στα γράμματα και τις επιστήμες, η αποδοχή από το «επαρχιωτικό» περιβάλλον της αθηναϊκής μητρόπολης είναι αρκετή. Και για το λόγο αυτό, ενώ οι περισσότεροι καθηγητές αυτής της γενιάς έχουν ξεκινήσει με εξαιρετικές σπουδές και ελπιδοφόρες προοπτικές να πρωταγωνιστήσουν και στον διεθνή επιστημονικό χώρο, φαίνεται να μην επιχειρούν ποτέ το αποφασιστικό άλμα προς τα εμπρός. Αντίθετα η γενιά που έρχεται να τους διαδεχθεί με ενθουσιασμό και θέληση θα κάνει αυτό το άλμα, ακόμα και σε συνθήκες που κάθε άλλο παρά ευοίωνες είναι, κυρίως με τη λήξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Θεωρούμε, λοιπόν, τον «Κύκλο του Τριάντα» εκείνη την καμπή, εκείνο το σημείο συνάντησης, όπου η πρώτη γενιά στην οποία αναφερθήκαμε, όχι απαραίτητα με λόγια, αλλά κυρίως με τη στάση και το παράδειγμά της, συνομιλεί με τη δεύτερη και την καθοδηγεί προς την απόφαση να μην συνεχίσει την ίδια στάση.
Από την άποψη αυτή μπορεί κανείς εύκολα να αντιληφθεί γιατί η περίπτωση του «Κύκλου του Τριάντα» αξίζει μια ιδιαίτερη αναφορά στην ιστορία της επιστήμης στην Ελλάδα.
.
* Το άρθρο γράφτηκε από τον Γ. Βλαχάκη κατά την παραμονή του στο Max-Planck Institute for the History of Science ως visiting scholar στο πλαίσιο του προγράμματος Hephaestus του ΙΝΕ/ΕΙΕ και του ΠΤΔΕ/ ΕΚΠΑ μέσω χρηματοδότησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση . Από το αρχικό κείμενο παραλείπονται εδώ οι αναλυτικές σημειώσεις – εκτός ορισμένων διευκρινιστικών- και οι βιβλιογραφικές αναφορές
.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1) Ο Γιώργος Καραγκούνης (1905-1990) υπήρξε μία από τις σημαντικές μορφές του πρώιμου 20ού αιώνα στην Ελλάδα. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του στο Gottingen και το Freiburg (19211926) εργάζεται στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου (1926-1930) και στη συνέχεια στο University College του Λονδίνου. Από το 1932 έως το 1938 υπήρξε έκτακτος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και
τακτικός από το 1938 έως το 1948. Μετά τον πόλεμο, για λόγους που αναζητούν ιστορική διερεύνηση, μεταβαίνει στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης μέχρι το 1956, και από το 1956 έως το 1968 στο Πανεπιστήμιο του Freiburg. Το 1968 επιστρέφει στην Ελλάδα και αναλαμβάνει την οργάνωση του Ινστιτούτου Φυσικοχημείας του τότε ΒΙΕ και νυν Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών.Πλήρες βιογραφικό στη διεύθυνση http://jupiter.chem.uoa.gr/pchem/lab/karagkounis.html
2) Για τη ζωή και το έργο του Κ. Ζέγγελη βλ. Από την Ζωήν και την Φύσιν, τεύχος πανηγυρικόν, Αθήνα 1931, και την ιστοσελίδα http:// Jupiter.chem.uoa.gr/pchem/lab/zengelis.html
3) Ο Μιχαήλ Στεφανίδης δημοσιεύει μεταξύ των άλλων και μια σειρά διηγημάτων που έχουν ως πηγή έμπνευσης την επιστήμη της χημείας. Αναλυτικό βιογραφικό στη http://jupiter.chem.uoa.gr/pchem/lab/stefanidis.html
4) Η Ελλη Αγαλίδου υπήρξε μια ξεχωριστή προσωπικότητα. Το FRACTAL θ΄ ασχοληθεί αναλυτικά με τη ζωή κι το έργο της.