Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2014

23-2-1943

Σελίδες από τη δράση της ΕΠΟΝ στους μαθητές


Στο καταστατικό της ΕΠΟΝ, στο άρθρο 3 όπου αναγράφονται οι σκοποί της οργάνωσης, ως δεύτερος σκοπός της - αμέσως μετά την εθνική απελευθέρωση, την πλέρια ανεξαρτησία και την ακεραιότητα της Ελλάδας - αναγράφεται ο αγώνας για την "υπεράσπιση των συμφερόντων και δικαιωμάτων της νέας γενιάς, στη ζωή, στη μόρφωση και στον πολιτισμό". Το σύνθημα "Πολεμάμε και τραγουδάμε - πολεμάμε και μαθαίνουμε! " χαρακτήριζε όλη την ΕΠΟΝίτικη δουλιά. Ετσι η ΕΠΟΝ έδωσε ιδιαίτερη προσοχή στη μαθητική νεολαία η οποία έγραψε μοναδικές σελίδες ηρωικών αγώνων μέσα από τις γραμμές της.

Πρόδρομοι της ΕΠΟΝ στη μαθητική νεολαία

Μαθητικό αντιστασιακό κίνημα υπήρχε πριν την ίδρυση της ΕΠΟΝ. Δεν πρέπει να ξεχνάμε άλλωστε πως συνιδρυτής της ΕΠΟΝ, στα ιδρυτικά της κείμενα, εμφανίζεται και η "Ενιαία Μαθητική Νεολαία". Ας δούμε όμως το θέμα αναλυτικότερα.
Από το φθινόπωρο του 1941 που ανασυγκροτείται η ΟΚΝΕ, οι νέοι κομμουνιστές δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα στην οργάνωση της μαθητικής νεολαίας. Με την ίδρυση του ΕΑΜ Νέων (ΕΑΜΝ), το Φλεβάρη του 1942, ιδρύεται επιτροπή μαθητών από ΟΚΝίτες και άλλους αντιφασίστες μαθητές,επιτυγχάνεται σιγά - σιγά μια ευρύτερη συσπείρωση και αρχίζει η δράση με στόχο:
- Να ανοίξουν τα σχολεία που οι κατακτητές τα είχαν μετατρέψει σε αχούρια, στρατώνες και φυλακές.
- Να εξασφαλιστεί συσσίτιο στους μαθητές για να μην πεθάνουν από την πείνα.
- Να γίνουν τα σχολεία σαν το "κρυφό σχολειό του '21".
Για την υλοποίηση των παραπάνω στόχων, δημιουργούνται νόμιμες μαθητικές επιτροπές σε σχολεία και μια συντονιστική παμμαθητική επιτροπή,φτιάχνονται υπομνήματα, μαζεύονται υπογραφές γονέων, γίνονται παραστάσεις στο ψευτοϋπουργείο της κατοχικής κυβέρνησης και τελικά προκύπτει αποτέλεσμα. Το Μάρτη του '42 ανακοινώνεται το άνοιγμα των σχολείων και επιτυγχάνεται ένα υποτυπώδες συσσίτιο. Η συνέχεια είναι εντυπωσιακή.
Στις 25 Μαρτίου 1942, 100 μαθητές στην Αθήνα διαδηλώνουν με την ευκαιρία της εθνικής επετείου. Πρόκειται για την πρώτη μαθητική κινητοποίηση. Η ανάπτυξη των οργανώσεων του ΕΑΜΝ στους μαθητές, γίνεται ραγδαία. Τον Απρίλη του 1942 οι μαθήτριες συγκροτούν την κοριτσίστικη οργάνωση "Λεύτερη Νέα" που συμμετέχει στη μαθητική επιτροπή του ΕΑΜΝ.Το καλοκαίρι οι οργανωμένοι μαθητές στο ΕΑΜΝ ανέρχονται στους 500 και τον Οκτώβρη του '42 στους 900. Οι φασιστικές οργανώσεις ΟΕΔΕ και ΕΣΠΟ ξεσκεπάζονται και απομονώνονται.
Τον Ιούλη του '42 οι μαθητές με την καθοδήγηση του ΕΑΜΝ θα προχωρήσουν σε μαζικές κινητοποιήσεις μπροστά στο υπουργείο Οικονομικών, στα γραφεία του Ερυθρού Σταυρού και της Κεντρικής Επιτροπής Συσσιτίων για να μην κοπεί το μαθητικό συσσίτιο. Κι όταν τα σχολεία θα ξανανοίξουν, μετά τις καλοκαιρινές διακοπές, ένας νέος κύκλος αγωνιστικών κινητοποιήσεων θα ξεδιπλωθεί με κορυφαία την αποχή από τα μαθήματα τη μέρα της επετείου του ΟΧΙ, στις 28 Οκτωβρίου 1942. Αυτή τη μέρα το υπουργείο Παιδείας της κυβέρνησης των Κουίσλινγκς, την ήθελε για μάθημα αλλά οι μαθητές τη γιόρτασαν όπως έπρεπε βάζοντας λουκέτο στα σχολεία. Υπολογίζεται ότι πάνω από 6.000 μαθητές και μαθήτριες της Αθήνας και του Πειραιά πήραν μέρος στις μεγαλειώδεις εκδηλώσεις γιορτάζοντας το ΟΧΙ του ελληνικού λαού στο φασισμό.
Το Νοέμβρη του 1942, με υπόδειξη της ΚΕ του ΕΑΜΝ, το ΕΑΜΝ μαθητών θα πάρει το όνομα "Ενιαία Μαθητική Νεολαία".Το Δεκέμβρη θα ξεσπάσουν νέες μαθητικές κινητοποιήσεις. Λίγο αργότερα, στις 23 Φλεβάρη του '43, θα ιδρυθεί η ΕΠΟΝ που θα πάρει αμέσως το βάφτισμα του πυρός πρωτοστατώντας στον αγώνα του ελληνικού λαού και της νεολαίας ώστε να αποτραπεί η χιτλερική επιστράτευση. Σε κείνο τον αγώνα οι μαθητές ΕΠΟΝίτες γράψανε μοναδικές σελίδες δόξας.

Οι ΕΠΟΝίτες μαθητές στην πρώτη γραμμή

Μια μέρα πριν την ίδρυση της ΕΠΟΝ, στις 22 Φλεβάρη του 1943, οι μαθητές κήρυξαν απεργία, αποχή δηλαδή από τα σχολεία, με αίτημα να μην επιστρατευτούν οι γονείς και τ' αδέλφια τους από τις δυνάμεις κατοχής που σκόπευαν με την επιστράτευση να εξασφαλίσουν εργατικά χέρια για τα εργοστάσιά τους στη Γερμάνια, αλλά και στρατιώτες για το ανατολικό μέτωπο. Η αποχή των μαθητών πέτυχε 100% και συνεχίστηκε και τις επόμενες μέρες. Ετσι το κατοχικό υπουργείο Παιδείας, βλέποντας ότι δεν μπορεί με κανένα μέτρο (απειλές, τρομοκρατία κλπ.) να κάμψει τους μαθητές, αποφάσισε να κλείσει τα σχολεία "επ' αόριστον". Οι μαθητές απαντούν με μαζική συμμετοχή στις διαδηλώσεις του λαού και στις 25 Φλεβάρη θα έχουν τον πρώτο τους νεκρό που έπεσε από τις σφαίρες του κατακτητή, τον ΕΠΟΝίτη μαθητή του 5ου Γυμνασίου Γιάννη Δρακόπουλο. Την επομένη έγιναν διαδηλώσεις μαθητών που καταδίκαζαν τη δολοφονία, το φασισμό και τα σχέδια για επιστράτευση ενώ οι ΕΠΟΝίτισσες μαθήτριες πήγαν συντεταγμένες στο σπίτι του νεκρού συντρόφου τους, στην οδό Ερεσού την οποία και μετονόμασαν σε ΟΔΟ ΓΙΑΝΝΗ ΔΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ. Οι μαθητές συμμετέχουν μαζικά στην κορυφαία νικηφόρα λαϊκή κινητοποίηση κατά της φασιστικής επιστράτευσης, στις 5 Μάρτη του 1943, η οποία ματαίωσε την επιστράτευση. Ομως οι αγώνες της μαθητικής νεολαίας με την καθοδήγηση της ΕΠΟΝ θα συνεχιστούν σ' όλη τη διάρκεια της κατοχής. Οι μαθητές συμμετέχουν στη μεγάλη κινητοποίηση λαού και νεολαίας ενάντια στη φασιστική τρομοκρατία που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα στις 25 Ιούνη του 1943. Ενα μήνα μετά, στις 22/7/1943, θα δώσουν δυναμικό "παρών" στην κορυφαία διαδήλωση του λαού και της νεολαίας της πρωτεύουσας ενάντια στην επέκταση των Βουλγάρων φασιστών στην ελληνική Μακεδονία και ως την απελευθέρωση δε θα λείψουν από κανένα προσκλητήριο.

Κείμενα: Δημήτρης ΣΕΡΒΟΣ, Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ
Ριζοσπάστης, 21/2/1999

Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2014

«ΜΕΡΕΣ» ΤΗΣ ΟΠΛΑ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ


Από τα βάθη των αιώνων, από τον καιρό της «Ορέστειας», η ρήση «Ου φονεύσεις» αποτέλεσε τον θεμέλιο όρο συνύπαρξης των ανθρώπων, αλλά υπήρξαν περίοδοι της Ιστορίας όπου οι κοινωνικές συμβάσεις αμφισβητήθηκαν, η έλλειψη ορθού λόγου κι η αυθαίρετη απονομή της δικαιοσύνης επικράτησε, οι παραδοσιακοί φραγμοί κατέρρευσαν, ο κυνισμός κι η τυφλή βία κυριάρχησαν πυροδοτώντας έναν αλυσιδωτό φαύλο κύκλο αντιπαράθεσης, όπου υπέρτατος σκοπός έγινε η ολοκληρωτική εκμηδένιση του αντιπάλου.
Και βέβαια, όπως έχει πολλάκις ειπωθεί, οι πιο σκληρές αντιπαραθέσεις είναι οι εμφύλιοι, διότι σ' αυτούς δεν υπάρχει κανένα μέλλον για τον ηττημένο, στόχος της κάθε πλευράς είναι η ολοκληρωτική συντριβή της άλλης και μια τέτοια περίπτωση αποτελεί ο εμφύλιος πόλεμος στη μετακατοχική Ελλάδα, ένας εμφύλιος που άφησε πληγές ανοιχτές μέχρι τις μέρες μας.
Είναι ώρα με τρόπο νηφάλιο και ψύχραιμο να ιδωθούν οι πιο σκοτεινές του πτυχές κι αυτό ακριβώς κάνει η καθηγήτρια της Ιστορίας Σοφία Ηλιάδου-Τάχου, η οποία μελέτησε ενδελεχώς τη δράση της ΟΠΛΑ, του ένοπλου παραρτήματος του ΕΑΜ που ήταν υπεύθυνο για την επιβολή της κυριαρχίας του στις αστικές περιοχές, χρησιμοποιώντας το αδημοσίευτο αρχείο του Ν. Τσιρώνη, ενός από τους βασικούς πρωταγωνιστές της.
Όπως αναφέρει στον πρόλογό της, δέχτηκε πιέσεις για να μην αναλάβει αυτό το ριψοκίνδυνο και ίσως αυτοκαταστροφικό έργο, καθώς επί δεκαετίες είχε επικρατήσει εκκωφαντική σιωπή και μια ιδιότυπη ομερτά εκ μέρους των πρωταγωνιστών, ένα έργο που αφορά τη σχετικά αχαρτογράφητη δράση της ΟΠΛΑ στην περιοχή της Θεσσαλονίκης.
Η συγγραφέας φέρνει στην επιφάνεια γεγονότα που αγγίζουν τα όρια του μύθου ξεκινώντας από πράξεις καθαρά πατριωτικές, όπως η εκδήλωση της ΕΠΟΝ την 25η Μαρτίου 1943 στο Σιντριβάνι, όπου το άγαλμα του αγωνιστή Καρατάσου καλύφθηκε με την ελληνική σημαία κι ακούστηκε ο εθνικός ύμνος, μια συγκέντρωση στην καρδιά της κατοχικής πόλης που αποτέλεσε ένα μικρό θαύμα.
Στη συνέχεια, και καθώς ο αντιστασιακός αγώνας διολίσθαινε προς τον εμφύλιο, περιγράφεται με λεπτομέρειες η δράση της ΟΠΛΑ που είχε την κεντρική της γιάφκα στην περιοχή του Κουλέ καφέ, κοντά στην άνω πόλη. Σύμφωνα με τις αναφορές ηγετικών στελεχών της οργάνωσης, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ αυτή την εποχή «Κυριαρχεί και ελέγχει τον ανατολικό τομέα από Καλαμαριά [...] μέχρι Λευκό Πύργο [...] το κέντρο από νεκροταφείο Ευαγγελίστριας [...] μέχρι το Βαρδάρη, την περιοχή του Σταθμού και το συνοικισμό του Επταπυργίου».
Με την κλιμάκωση της έντασης η οργάνωση γίνεται τολμηρότερη, βαθμιαία υιοθετεί τακτικές αντάρτικου πόλεων σε συνεργασία με στρατιωτικά τμήματα του ΕΛΑΣ, δοκιμάζει ενέργειες όπως η εισβολή στο σανατόριο του Ασβεστοχωρίου, η ανατίναξη του τεκέ στην περιοχή της Πορτάρας, κοντά στις φυλακές Επταπυργίου, ενός χώρου συγκέντρωσης εθνικιστικών στοιχείων αμφίβολης ποιότητας, δέχεται χτύπημα δολοφονικό στο Καπάνι, στην παλιά κεντρική αγορά της πόλης, δημιουργεί «Ελεύθερες ζώνες» στην Ακρόπολη, στο Τσινάρ, στη Βάρνα, στις Συκιές, έχοντας σαν σύνορο την οδό Κασσάνδρου, κι αργότερα δοκιμάζει πράξεις ακόμα πιο παράτολμες, όπως η απόπειρα με χειροβομβίδες στο εστιατόριο πολυτελείας «Ηλύσια» στη περιοχή Κολόμβου, όπου έτρωγε εκείνη τη στιγμή ο διαβόητος Δάγκουλας, κι η επιχείρηση κατά του Γενικού Επιθεωρητή Νομαρχιών Μακεδονίας Χρυσοχόου, κορυφαίου εκπροσώπου της εγκαταστημένης απ' την κυβέρνηση των Αθηνών διοίκησης της συμπρωτεύουσας.
Εντύπωση προκαλεί το πλήθος των εκτελεσθέντων και απολεσθέντων: ένα πλήθος από πρόσωπα ποικίλης καταγωγής κι επαγγελματικής δραστηριότητας αναφέρονται στους σχετικούς καταλόγους ως «Εκτελεσθέντες για άγνωστο λόγο» – λατόμοι και καπνεργάτες, μοναχοί και μικροπωλητές, φοιτητές και μαθητές δεκαπεντάχρονοι, γέροντες πρόσφυγες με καταγωγή απ' την Πέργαμο και την Προύσα, την Τραπεζούντα και το Ουσάκ, άνθρωποι που δεν πρόλαβαν να εγκατασταθούν στους προσφυγικούς συνοικισμούς, ιδίως στην περιοχή της Τούμπας, όπου στοιβάχτηκαν μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, κι αναγκάστηκαν να υποστούν καινούργιες σκληρές δοκιμασίες.
Πρόκειται για ένα βιβλίο καρπό μελέτης εξουθενωτικής που, όπως ομολογεί η συγγραφέας, αποδείχτηκε δύσκολο πέρα από τις προσδοκίες της, αλλά όπως έχει παρατηρηθεί είναι αδύνατο ένα έθνος να συνεχίσει την πορεία του χωρίς να αντιμετωπίσει κατάματα το παρελθόν του, χωρίς να αναψηλαφήσει τις πληγές του, δίχως να συζητήσει ανοιχτά και νηφάλια τις σκοτεινές πλευρές της Ιστορίας του, αυτές που άφησαν τα χνάρια τους στη συλλογική μνήμη, δίχως ιδεοληψίες, με τρόπο ώστε να επουλωθούν τα τραύματα που άνοιξαν την εποχή εκείνη, να αποδοθούν οι ευθύνες στους πραγματικούς υπαίτιους των συμφορών, να αποδοθεί δικαιοσύνη, να βρουν γαλήνη και ησυχία τα αθώα θύματα.
«Μέρες» της ΟΠΛΑ στη Θεσσαλονίκη«Μέρες» της ΟΠΛΑ στη Θεσσαλονίκη
Τα χρώματα της βίας (1941-1945)
Σοφία Ηλιάδου-Τάχου
Επίκεντρο
322 σελ.
Τιμή € 16,00




Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2014

Πρακτικά διημερίδας: "Ερμηνεύοντας την ιστορική εμπειρία του φασισμού στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση", 13-14/3/2013

Ο Τομέας Ιστορίας του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ) διοργάνωσε διημερίδα, στις 13 και 14 Μαρτίου, με θέμα την ερμηνεία της ιστορικής εμπειρίας του φασισμού στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Η διημερίδα απευθύνθηκε κυρίως στους εκπαιδευτικούς της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αλλά και σε κάθε ενδιαφερόμενο με σκοπό, κατά πρώτο λόγο, την ενημέρωσή για τη σύγχρονη επιστημονική συζήτηση γύρω από τη διδασκαλία ιστορικών θεμάτων σχετικών με το φαινόμενο του φασισμού. Κατά δεύτερο λόγο, αποσκοπούσε στην ευαισθητοποίησή αναφορικά με την αντιμετώπιση αντιλήψεων και πρακτικών οι οποίες εμφανίζονται στο σχολικό περιβάλλον και αναφέρονται άμεσα ή έμμεσα στο φασισμό, ουδετεροποιώντας ή εξιδανικεύοντάς τον. Ο στόχος, ο οποίος σε σημαντικό βαθμό πραγματοποιήθηκε ήταν ένας ανοιχτός και γόνιμος διάλογος και η χρήση των εργαλείων και της μεθοδολογίας που μας προσφέρει η επιστήμη της ιστορίας, ώστε, συμπλέκοντας την επιστημονική προσέγγιση με τη βιωμένη εμπειρία, μελετήσαμε το θέμα με σφαιρικότητα και νηφαλιότητα.

Τα πρακτικά της διημερίδας

Βαγγέλης Καραμανωλάκης
Το σκεπτικό της διημερίδας
Μαρία Ευθυμίου
Χαιρετισμός
Κώστας Ράπτης
Όψεις και εννοιολογήσεις του φασισμού στην Ευρώπη του Μεσοπολέμου
Τζένη Σουμάκη
Γιατί οι νέοι καταφεύγουν σε πράξεις βίας: αναζήτηση ταυτότητας ή αποκλίνουσα συμπεριφορά;
Κωστής Παπαϊωάννου
Από το σχολείο της ενσωμάτωσης στο σχολείο της βίας: όψεις και προσλήψεις του νεοναζιστικού φαινόμενου στο χώρο της εκπαίδευσης
Μαρία Παπαθανασίου
Εθνικοσοσιαλισμός, εκπαίδευση και νεολαία στη μεσοπολεμική Γερμανία
Σπύρος Πλουμίδης
Φασιστικά φαινόμενα στη μεσοπολεμική Ελλάδα: Η περίπτωση της νεολαίας ΕΟΝ
Χάγκεν Φλάισερ
Οι πόλεμοι της μνήμης: Αναθεωρητισμός και δημόσια ιστορία
Γιώργος Κόκκινος
Το Ολοκαύτωμα σε μια περίοδο κρίσης νοήματος, ανταγωνισμού μνημών και ιστορικού αναθεωρητισμού
(διαφάνειες: 1, 2)

Παύλος Χαραμής
Παρέμβαση
Δώρα Κάββουρα
Διαμεσολαβήσεις του φαινομένου του φασισμού σε σχολική τάξη
Βασιλική Σακκά
"Εμείς και οι "άλλοι": ο εκφασισμός μιας κοινωνίας και οι ζητούμενες αντιστάσεις. Δειγματική διδασκαλία για μια βιωματική προσέγγιση στην Ιστορία
Κατερίνα Μπρεντάνου
"Εμείς και οι "άλλοι": ο εκφασισμός μιας κοινωνίας και οι ζητούμενες αντιστάσεις. Δειγματική διδασκαλία για μια βιωματική προσέγγιση στην Ιστορία

Copyright © 2008 Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών 
 

Η... θαμμένη «έκθεση Καθενιώτη» για το 1940

Η... θαμμένη «έκθεση Καθενιώτη» για το 1940

Η «έκθεση Καθενιώτη» συντάχθηκε ενώ ακόμη ήταν νωπά τα γεγονότα. Τεκμηριώνεται με τα στρατιωτικά ντοκουμέντα της εποχής, που υπήρχαν ακόμη και δεν είχαν «πειραχτεί». Βασίζεται, ακόμη, στις μαρτυρίες-καταθέσεις των διοικητών των μεγάλων μονάδων, οι οποίοι ζούσαν την εποχή εκείνη.
Το βασικό συμπέρασμά της είναι κατηγορηματικό και βασίζεται σε αρχεία: η Ελλάδα δεν ήταν μόνο «απαράσκευος» για τον πόλεμο στρατιωτικά, αλλά η ανώτατη ηγεσία της αποδείχτηκε ανίκανη.

Δεν βρέθηκε έστω μία (!) διαταγή επιθετικού χαρακτήρα κατά τη διεξαγωγή της πρώτης φάσης του πολέμου. Για να την «καρφιτσώσει», όπως έγραφε ο Καθενιώτης, έτσι για δείγμα. Η ηττοπάθεια των ανωτάτων κλιμακίων είχε φτάσει σε τέτοιο σημείο, ώστε να γίνει έμμονη ιδέα στο Γενικό Επιτελείο (αρχιστράτηγος Αλ. Παπάγος) μια ηρωική αντίσταση. Η ταχεία και ένδοξη κατάρρευση!

Η έκθεση ισοπεδώνει κυριολεκτικά το περίφημο επιτελικό σχέδιο ΙΒ για τον πόλεμο (πήρε τα αρχικά από την αναμενόμενη επίθεση Ιταλίας και Βουλγαρίας) και τις δύο παραλλαγές του (ΙΒα και ΙΒβ), που ακολούθησαν τις παραμονές του πολέμου.

Το γεγονός ότι την 28η Οκτωβρίου 1940 περίπου η μισή ελληνική δύναμη, σε άνδρες και μέσα, βρίσκεται στη Μακεδονία περιμένοντας την επίθεση των Βουλγάρων, δείχνει ότι τα σχέδια για την άμυνα είχαν θέση στο καλάθι των αχρήστων. Ειδικά, όμως, όσα προβλέπονταν, ακόμη κι έτσι για την Ηπειρο, στοιχειοθετούσαν περίπου εθνικό έγκλημα.

«Παρεδίδετο αμαχητί...»
Γράφει ο Καθενιώτης στην επιτομή της έκθεσής του: «Αυτά τα απίστευτα φθέγγεται η έκθεσις του Γενικού Στρατηγείου σχετικώς με το σχέδιο ΙΒ, κατά το οποίον, άνευ πολλών περιφράσεων, η μεν γραμμή μάχης μετεφέρετο εις τινα σημεία 200 χιλ. εντεύθεν των συνόρων, παρεδίδετο δε εις τον εχθρόν αμαχητί ολόκληρος η Ηπειρος και η Δυτική Μακεδονία και έτι περαιτέρω η σύμπτυξις μέχρι Ορθρυος.

Με την ανωτέρω λύσιν το Επιτελείον, αναζητούν την ευνοϊκοτέραν τοποθεσίαν αντιστάσεως, εγκαταλείπει τας υπερόχους ορεινάς γραμμάς της Ηπείρου, της Πίνδου και της Καστοριάς και σκοπεύει να καλυφθή όπισθεν των ποταμίσκων του Αράχθου και του Αλιάκμονος, ως εάν επρόκειτο να καλυφθή όπισθεν του Βόλγα...». Σε τέτοιο σημείο έχει φτάσει η ηττοπάθεια των ανώτατων κλιμακίων, η υπερτίμηση των ιταλικών δυνάμεων και η υποτίμηση των ελληνικών δυνατοτήτων.

Το καθήκον της VIII Μεραρχίας δεν ήταν η υπεράσπιση της Ηπείρου, αλλά η εξασφάλιση διαβάσεων!

Δεν περίμεναν νίκες
Το επιτελείο των Αθηνών τις παραμονές της επίθεσης απευθύνονταν στον μέραρχο Χ. Κατσιμήτρο ως εξής: «Η δύσκολη θέση της Μεραρχίας μας είναι γνωστή. Με την υπάρχουσα αριθμητική υπεροχή του εχθρού, η κυβέρνηση δεν αναμένει νίκες από τη Μεραρχία. Αναμένει, όμως, ότι η Μεραρχία θα περισώσει την τιμήν των όπλων»!

Την ίδια αντίληψη είχε εκφράσει, άλλωστε, ο ίδιος ο Μεταξάς στις 30 Οκτωβρίου, όταν διακήρυσσε ότι «δεν πολεμά διά την νίκην. Πολεμά διά την Δόξαν και την τιμήν»!

Το έπος γράφτηκε παρά τη θέληση του καθεστώτος και σε αντίθεση με τις διαταγές των επιτελών από τα υπόγεια του ξενοδοχείου της Μ. Βρετάνιας. Ηταν η αντιφασιστική αναίρεση κι όχι η επιβεβαίωση του δικτατορικού καθεστώτος...

Διά την τιμήν των όπλων
«... Χρήματα τα πετάμε από τα παράθυρα, διότι 400 ολόκληρα εκατομμύρια διετέθησαν δι αποπεράτωσιν αχρήστων πλέον έργων τα οποία πρόκειται να αμυνθώμεν μόνον διά την τιμήν των όπλων... Δεν θα το συγκρίνομεν με την οχύρωσιν της Ηπείρου όπου ο Κατσιμήτρος και ο Μαυρογιάννης έσκαβαν το χώμα με τα νύχια των διαθέτοντες μόνον δύο εκατομμύρια, ως εάν ταύτα να προήρχοντο από το πρώτον πολεμικόν δάνειον της Ελλάδος, διότι εκείνη η οχύρωσις ανάγεται εις την κατηγορίαν της Ντάπας του Μακρή του Μεσολογγίου».

Ανευ πυροβολικού και πυρομαχικών
«Επιχειρήσεις διεξαγόμεναι άνευ συνδρομής πυροβολικού και πλειστάκις άνευ πυρομαχικών και στρατεύματα ενεργούντα άνευ μεταγωγικών και εφοδιαζόμενα τη βοηθεία ατερμόνων θεωριών γυναικοπαίδων και γερόντων από τους κατοίκους της Πίνδου, αυθορμήτως προσφερθέντων διά να μεταφέρουν εις τους ώμους των τα βόλια και το ψωμί εις τα μαχόμενα παιδιά των, διαφεύγουν των πλαισίων των συντεταγμένων επιχειρήσεων διά να προβιβα- στούν εις την κατηγορίαν των εθνικών αγώνων, παρεμφερών και παρομοίων προς τους παλαιούς αγώνας του 21».

1941-1943: Η σύνταξη του ντοκουμέντου
Η πρώτη δωσίλογη κυβέρνηση Τσολάκογλου (1941-1942) για καιροσκοπικούς λόγους θέλησε να βάλει μια διαχωριστική γραμμή με το προηγούμενο δικτατορικό καθεστώς. Η μία από τις δύο βασικές κατηγορίες κατά του Μεταξά ήταν ο τρόπος διεξαγωγής του αλβανικού πολέμου και η κατάρρευση του μετώπου (η άλλη ήταν τα οικονομικά σκάνδαλα).

Από τις πρώτες ενέργειές της ήταν η σύλληψη μερικών πρώην υπουργών, αλλά και του αρχιστρατήγου κατά τον πόλεμο 1940-41 Αλ. Παπάγου. Προφανώς, σκόπευε να τον δικάσει. Μια καταδίκη του επικεφαλής του στρατού θα δικαίωνε, υποτίθεται, τη συνθηκολόγηση των δωσίλογων στρατιωτικών με τους Γερμανούς (Απρίλιος 1941).

Ετσι, ανέθεσε σε τριμελή επιτροπή ανώτατων αξιωματικών να συντάξει έκθεση και ν αξιολογήσει, με βάση τις επίσημες στρατιωτικές πηγές, τον πόλεμο. Επικεφαλής της επιτροπής ήταν ο απόστρατος αντιστράτηγος Δ. Καθενιώτης.

Η επιτροπή, έχοντας στη διάθεσή της τα στρατιωτικά αρχεία της περιόδου και τις μαρτυρίες των διοικητών των μεγάλων μονάδων, κατέληξε σε πόρισμα προς το τέλος του 1943. Σε 2.000 σελίδες κατέγραψε και έκρινε όλα τα σχετικά με την προπαρασκευή του πολέμου και τη διεξαγωγή των πρώτων επιχειρήσεων.

Σύμφωνα με μαρτυρίες, κυκλοφόρησαν και ορισμένα τεύχη της έκθεσης ως «Ιστορικό των πολεμικών επιχειρήσεων 1940-41, συνταχθέντος παρά συμβουλίου αντιστρατήγων, προεδρευομένου υπό του Αντιστρατήγου ε.α. Καθενιώτη Δημητρίου».

Στο μεταξύ, η ιδέα της παραπομπής του Παπάγου είχε εγκαταλειφθεί (ο Τσολάκογλου δεν ήταν πρωθυπουργός) και η έκθεση έμεινε «θαμμένη».

Μετά την απελευθέρωση της χώρας το Γενικό Επιτελείο Στρατού εξαφάνισε το πόρισμα και φαίνεται ότι «μάζεψε» όσα τεύχη είχαν κυκλοφορήσει. Εφτασε στο σημείο να τη λογοκρίνει απ όλη τη μεταγενέστερη επίσημη στρατιωτική ιστορία. Ουδεμία μνεία της γίνεται!
Τίναζε στον αέρα τις επίσημες θέσεις για τον πόλεμο, αποκαθήλωνε τον μετέπειτα στρατάρχη και πρωθυπουργό Παπάγο, τη στρατιωτική και πολιτική ανώτατη ηγεσία...

Κρίσεις στρατιωτικών για το πόρισμα των αντιστρατήγων Στ. Σαράφης : (ο στρατηγός του ΕΛΑΣ) «Παρά τη συντηρητικότητα της επιτροπής (των αντιστρατήγων υπό τον Καθενιώτη) φαίνονται τα σφάλματα της κυβέρνησης και του επιτελείου στην προπαρασκευή της επιστράτευσης και τα πρώτα μέτρα για τις επιχειρήσεις στην Αλβανία...».
Τ. Παπαγιαννόπουλος : (βιογράφος του Παπάγου)«Η περιλάλητος έκθεσις Καθενιώτη είναι εν τη κυριολεξία συνονθύλευμα ασυναρτησιών, μικροψύχου κακότητος και αλληλοσυγκρουομένων κρίσεων και επικρίσεων... Ουδέν άλλο έπραξαν παρά να διαστρεβλώνουν βάναυσα την αλήθεια...».
Α. Κοράντης: (στρατιωτικός ιστορικός της περιόδου) «Μάλιστα δεν ηρκέσθησαν εις την επαίσχυντον δραστηριότητα ταύτην κατά την κατοχήν (οι αντιστράτηγοι που συντάξανε την έκθεση και ειδικά ο Καθενιώτης), αλλά και επολλαπλασίασαν τας αθλιότητάς τους μεταπολεμικώς, λιβελογράφοντες αδιάκοπα».
Στα «αζήτητα» και η μεταπολεμική επιτομή Το 1945-46 ο Καθενιώτης, ετοιμοθάνατος, απελπισμένος από την εξαφάνιση της έκθεσης, έγραψε μία επιτομή της σε 180 σελίδες. Κυκλοφόρησε το 1946 με δικά του έξοδα, χωρίς εκδότη και με τον τίτλο «Αι κυριώτεραι φάσεις του πολέμου 1940-41». Δεν βρέθηκε στρατιωτικός να γράψει τον πρόλογο, όπως συνηθιζόταν σ' αυτές τις περιπτώσεις, και τον υπογράφει η γυναίκα του.
Το βιβλίο, πάντως, έστω και σε λίγα αντίτυπα, κακοτυπωμένο και αδιόρθωτο -ο στρατηγός ήθελε να το δει πριν πεθάνει- είδε το φως. Αλλά κι αυτά εξαφανίστηκαν πολύ γρήγορα (δύο γνωστά αντίτυπα βρίσκονται σήμερα στη βιβλιοθήκη της Βουλής και Τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας).

Στις συνθήκες που επικρατούσαν τότε στη χώρα πέρασε απαρατήρητο. Ακόμη και απ όσους στηλίτευαν το καθεστώς Μεταξά για την άοπλη Ελλάδα μπροστά στον πόλεμο. Η αγνόηση συνεχίστηκε και τα αμέσως επόμενα μεταπολεμικά χρόνια. Εκτός από το ασύμβατο της έκθεσης με την επίσημη ιστορία, οι συγγραφείς τους ήταν κατά κάποιον τρόπο «ύποπτοι».

Χρεώνονταν ότι συντάξανε την έκθεση την περίοδο της κατοχής καθ υπόδειξη της δωσίλογης κυβέρνησης. Ετσι, ακόμη και άλλες μη κρατικές πηγές χρησιμοποιούσαν μόνο κάποιες επιγραμματικές φράσεις της. Η έκθεση, όμως, ανεξαρτήτως των ορθών ή όχι εκτιμήσεων που περιέχει, αποτελεί μοναδική και κορυφαία πηγή για τον πόλεμο του 1940-41.

Ολέθριες επιτελικές αντιλήψεις
«Οσον δ αφορά την ανεπάρκειαν της επιστρατεύσεως... Η Ελλάς μαχομένη από τετραμήνου προς μίαν μεγάλην αυτοκρατορίαν, πρόκειται να εμπλακή εις αγώνα και προς δευτέραν πανίσχυρον τοιαύτην και εν τούτοις το Επιτελείον της κατόρθωσεν να την έχη επιστρατευμένην κατά το ήμισυ και μόνον...

Υπέρ τους 1.500.000 εφέδρους σήπονται και μαραζώνουν στα σπίτια των, διερωτώμενοι εις ποίαν άραγε ατιμωτικήν πράξιν να υπέπεσον διά να είναι άξιοι τοιαύτης περιφρονήσεως. Με τοιαύτας ολεθρίας επιτελικάς αντιλήψεις κατορθώσαμεν...».

1882-1947: Ο αντιστράτηγος Δ. Καθενιώτης
Ο αντιστράτηγος Δημήτριος Καθενιώτης (1882-1947) γεννήθηκε στη Χαλκίδα. Νεαρός ακόμη, μετά την αποφοίτησή του από τη σχολή Ευελπίδων, συμμετείχε στα στρατιωτικοπολιτικά δρώμενα. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Στρατιωτικού Συνδέσμου και έπαιξε διακριτό ρόλο στο στρατιωτικό κίνημα του 1909.

Πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913, ενώ κατά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο θήτευσε στο Γενικό Στρατηγείο, αναλαμβάνοντας διάφορες αποστολές, κυρίως ως σύνδεσμος. Την εποχή του εθνικού διχασμού είχε άμεση ανάμειξη ως αντιβασιλικός και αναμείχθηκε στις βενιζελικές κινήσεις.

Αναφέρεται μάλιστα και ως επικεφαλής των «στασιαστών» που θέλησαν, τότε, «να καταλάβουν» τα Γιάννενα. Ως συνταγματάρχης το 1919-1920 διετέλεσε στρατιωτικός εκπρόσωπος της κυβέρνησης Ελ. Βενιζέλου στην περιοχή του Πόντου. Τότε συνέταξε και πόρισμα σχετικά με τις δυνατότητες και τις προοπτικές για την ανακήρυξη ανεξάρτητου ποντιακού κράτους.

Αργότερα, ως υποστράτηγος, τοποθετήθηκε στρατιωτικός ακόλουθος στην ελληνική πρεσβεία στο Παρίσι, έγινε διοικητής της 11ης Μεραρχίας Στρατού, διοικητής της Σχολής Πολέμου (1926), υπαρχηγός και μετά αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Αποτάχθηκε το 1935, μαζί με άλλους αντιβασιλικούς αξιωματικούς, για τη συμμετοχή του στο γνωστό βενιζελικό κίνημα.

Κατά τον πόλεμο του 1940-41 ήταν ένας από εκείνους τους ανώτατους αξιωματικούς στους οποίους το καθεστώς Μεταξά αρνήθηκε να επαναφέρει στο στράτευμα. Μετά την απελευθέρωση ήταν μέλος των επιτροπών που συγκροτήθηκαν για τις κρίσεις των αξιωματικών του στρατού. Αναδείχτηκε, δηλαδή, σε μία κρίσιμη θέση για τα γεγονότα της εποχής.

Ανεξαρτήτως της σκοπιμότητας των κουίσλιγκ, ο Καθενιώτης είχε όλες τις προϋποθέσεις να συντάξει ένα τέτοιο στρατιωτικό πόρισμα. Αλλωστε, είχε επιπλέον και τις ανάλογες θεωρητικές γνώσεις.

Το 1939 είχε συγγράψει στρατιωτική μελέτη για την άμυνα («Η σύγχρονος οχύρωσις εις την άμυνα των κρατών»), ενώ νωρίτερα (1926) άλλη μελέτη του είχε αντικείμενο τον χρόνο της στρατιωτικής θητείας («Η μείωσις της θητείας εν τη Γαλλία και παρ ημίν»).
Τ. ΚΑΤΣΙΜΑΡΔΟΣ 

Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2014

Βήματα πριν τον Εμφύλιο: H Mάχη του Μελιγαλά (13-15 Σεπτεμβρίου 1944): ιστορία και μύθοι

Θανάσης Γάλλος
Οπλίτες των Ταγμάτων Ασφαλείας
Οπλίτες των Ταγμάτων Ασφαλείας
Το πρώτο αρκετά μαζικό Τάγμα Ασφαλείας στην Πελοπόννησο συγκροτήθηκε στο Μελιγαλά στα μέσα Μαρτίου του 1944 (αν και το πρώτο Τάγμα οργανώνεται στην Καλαμάτα στα τέλη Ιανουαρίου). Οι ταγματασφαλίτες δίνουν όρκο πίστης στο Χίτλερ (ο περίφημος «Όρκος του Ταγματασφαλίτη») καθώς οι Γερμανοί έχουν στόχο να μετατρέψουν την αντίσταση σε εμφύλιο και να πλήξουν τον κομμουνιστικό ΕΛΑΣ, «εξοικονομώντας» γερμανικό αίμα, με την ανοχή των Βρετανών και της ελληνικής κυβέρνησης του εξωτερικού
Είναι γνωστό πως το όνομα Μελιγαλάς είναι ιδεολογικά φορτισμένο στη μεταπολεμική ιστορία της χώρας. Το γεγονός ότι το σύνθημα «ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-Μελιγαλάς», με το οποίο τιμάται η συντριβή των Ταγματασφαλιτών του Μελιγαλά από τον, κατά κύριο λόγο, κομμουνιστικό ΕΛΑΣ που υπήρξε δημιούργημα του ΚΚΕ, χρησιμοποιείται ως σύμβολο αντιφασιστικής νίκης ακόμα και από αναρχικές και αντιεξουσιαστικές ομάδες, κάνει οποιαδήποτε περαιτέρω διευκρίνιση περιττή. Από την άλλη, ο εθνικιστικός ιστορικός λόγος μιλάει για θηριωδία και σφαγή γυναικόπαιδων κι εθνικοφρόνων από τους «κομμουνιστοσυμμορίτες». Δυστυχώς, η παραφροσύνη που αρχίζει σαν μαύρο πέπλο να καλύπτει την Ελλάδα της μνημονιακής εξαθλίωσης και βαρβαρότητας, έχει δώσει μία νέα ώθηση σε τέτοιου είδους «εθνικόφρονες» «ιστορικές» προσεγγίσεις, που αποσιωπούν το ρόλο των Ταγμάτων Ασφαλείας, ιδίως τους τελευταίους μήνες της κατοχής και την ιδιαίτερη θέση του Μελιγαλά στο δίκτυο αυτό.
Τάγματα Ασφαλείας παρελαύνουν μπροστά από το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, Πλατεία Συντάγματος, Αθήνα.
Τάγματα Ασφαλείας παρελαύνουν μπροστά από το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, Πλατεία Συντάγματος, Αθήνα.
Σώματα ενόπλων που επικουρούν τα κατοχικά στρατεύματα υπάρχουν σαφώς από πολύ παλιότερα. Το πρώτο ωστόσο αρκετά μαζικό Τάγμα Ασφαλείας στην Πελοπόννησο συγκροτήθηκε στο Μελιγαλά στα μέσα Μαρτίου του 1944 (αν και το πρώτο Τάγμα οργανώνεται στην Καλαμάτα στα τέλη Ιανουαρίου). Οι ταγματασφαλίτες δίνουν όρκο πίστης στο Χίτλερ (ο περίφημος «Όρκος του Ταγματασφαλίτη») καθώς οι Γερμανοί έχουν στόχο να μετατρέψουν την αντίσταση σε εμφύλιο και να πλήξουν τον κομμουνιστικό ΕΛΑΣ, «εξοικονομώντας» γερμανικό αίμα, με την ανοχή των Βρετανών και της ελληνικής κυβέρνησης του εξωτερικού. Το ηθικό των ανδρών του Μελιγαλά ενισχύθηκε από μία απροσδόκητη νίκη κατά του ΕΛΑΣ, στην προσπάθεια του τελευταίου να εκπορθήσει το Μελιγαλά, στις 7 Απριλίου 1944. Επομένως, ο Μελιγαλάς έχει μπει στο στόχαστρο των ανταρτών ήδη από την άνοιξη του 1944, ως το στρατηγείο των Ταγμάτων Ασφαλείας. Από το Μάιο αρχίζουν οι μαζικές στρατολογήσεις ταγματασφαλιτών στην Καλαμάτα και τον Μελιγαλά. Τον Ιούνιο-Ιούλιο λαμβάνουν μαζικά μέρος στις γερμανικές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, στον Ταΰγετο, τον Πάρνωνα και την ορεινή βόρεια Πελοπόννησο και στις θηριωδίες που ακολούθησαν, των οποίων ο κατάλογος είναι τόσο μεγάλος που μία συνοπτική περιγραφή εδώ είναι αδύνατη.
Aντάρτες του 9ου συντάγματος Πελοποννήσου του ΕΛΑΣ που συμμετείχαν στη μάχη του Μελιγαλά (13-15 Σεπτεμβρίου 1944).
Aντάρτες του 9ου συντάγματος Πελοποννήσου του ΕΛΑΣ που συμμετείχαν στη μάχη του Μελιγαλά (13-15 Σεπτεμβρίου 1944).
Όταν οι Γερμανοί αποχωρούν οριστικά από την Καλαμάτα, στις 6 Σεπτεμβρίου 1944, η πόλη βρίσκεται στα χέρια των Ταγμάτων Ασφαλείας και της Χωροφυλακής, που έως τότε συνεργάζονταν με τους κατακτητές. Η Χωροφυλακή ήταν έκτοτε η μόνη εξουσία στην πόλη. Ο ΕΛΑΣ περικυκλώνει την πόλη με σκοπό να αιχμαλωτίσει όλη τη δύναμη των Ταγμάτων Ασφαλείας και της Χωροφυλακής. Η επίθεση ξεκινά τα χαράματα της 9ης Σεπτεμβρίου και μέχρι το τέλος της ημέρας η πόλη έχει πέσει στα χέρια του ΕΛΑΣ, με τη συνδρομή των περισσοτέρων κατοίκων, οι οποίοι πήραν τα όπλα αναζητώντας τους ενόχους για τα εγκλήματα εις βάρος τους ή εις βάρος συγγενών τους. Οι μαρτυρίες για το με πόση δυσκολία, οι ΕΛΑσίτες συγκρατούσαν τον κόσμο που ήθελε να λιντσάρει τους ταγματασφαλίτες (και κάποιες φορές το πέτυχε) είναι συγκλονιστικές (Βλ. Γρηγόρης Κριμπάς, Η Εθνική Αντίσταση στη Μεσσηνία και τους γύρω νομούς, σελ. 308-310).
Άρης Βελουχιώτης (Λαμία, 27 Αυγούστου 1905 – Μεσούντα Άρτας, 15 Ιουνίου 1945), ηγετική μορφή της Εθνικής Αντίστασης και μια από τις τραγικότερες φυσιογνωμίες της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Ο Βελουχιώτης κατέβηκε στην Πελοπόννησο και πολέμησε ως επικεφαλής του ΕΛΑΣ της περιοχής εναντίον των Ταγμάτων Ασφαλείας.
Άρης Βελουχιώτης (Λαμία, 27 Αυγούστου 1905 – Μεσούντα Άρτας, 15 Ιουνίου 1945), ηγετική μορφή της Εθνικής Αντίστασης και μια από τις τραγικότερες φυσιογνωμίες της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Ο Βελουχιώτης κατέβηκε στην Πελοπόννησο και πολέμησε ως επικεφαλής του ΕΛΑΣ της περιοχής εναντίον των Ταγμάτων Ασφαλείας.
Περίπου 100-120 ταγματασφαλίτες διέφυγαν από την πόλη και κατέφυγαν στο Μελιγαλά. Ο ΕΛΑΣ μετά την απελευθέρωση της Καλαμάτας κινήθηκε απευθείας κατά του Μελιγαλά. Η εκπόρθηση του δεν ήταν απαραίτητη μόνο για την επιβολή της κυριαρχίας του στην Πελοπόννησο. Ο Μελιγαλάς ήταν σύμβολο, στρατηγείο, αρχηγείο των Ταγμάτων Ασφαλείας. Έπρεπε να εξαφανιστεί. Η δύναμη των Ταγμάτων που υπερασπίστηκαν το Μελιγαλά (στρατιώτες και αξιωματικοί) ήταν περίπου κάτι παραπάνω από 1000 άνδρες, 800 του Μελιγαλά, 100-120 που ήρθαν δύο μέρες πριν τη μάχη από το Κοπανάκι, κι όσοι διέφυγαν από την Καλαμάτα. Η οχύρωση της πόλης ήταν αρκετά ισχυρή και προβλεπόταν σκληρή μάχη. Η συνολική δύναμη του ΕΛΑΣ που πολιόρκησε το Μελιγαλά ανήλθε σχεδόν σε 1200 άνδρες. Κάποιες απόπειρες για συμβιβασμό (όπως του αρχιμανδρίτη Ιωήλ Γιαννακόπουλου, που πρότεινε παράδοση των ταγματασφαλιτών με την εγγύηση ότι θα διασφαλιζόταν η ζωή τους) απορρίφθηκαν εκατέρωθεν (Βλ. και Σπύρος Γ. Ξιάρχος, Η αλήθεια για το Μελιγαλά).
Το νεκροταφείο των εκτελεσθέντων του Μελιγαλά
Το νεκροταφείο των εκτελεσθέντων του Μελιγαλά
Η επίθεση ξεκίνησε στις 5.30 το πρωί της 13ης Σεπτεμβρίου 1944 και ύστερα από τρεις ήμέρες άγριων μαχών με βαριές απώλειες εκατέρωθεν (οι λεπτομέρειες της πολιορκίας δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία εδώ), ο Μελιγαλάς έπεσε τελικά στα χέρια των ανταρτών. Tη λήξη της μάχης ακολούθησε άγρια εισβολή των αμάχων στο Μελιγαλά και ανεξέλεγκτο πλιάτσικο. Δεν ήταν τόσο λαφυραγώγηση όσο ήταν εκδίκηση, ειδικά από τους κατοίκους χωριών που είχαν υποστεί επιδρομές των ταγματασφαλιτών του Μελιγαλά. Μετά το πρώτο κύμα εκδίκησης έγιναν εκτελέσεις με οργανωμένο τρόπο. Οι εαμικές οργανώσεις της περιοχής είχαν εφοδιάσει τον ΕΛΑΣ με καταλόγους ονομάτων των επικεφαλής ταγματασφαλιτών, που κατά την εκτίμηση τους έπρεπε να διωχθούν για βεβαιωμένα εγκλήματα. Οι αριθμός δεν ξεπέρναγε τους 60. Οι υπόλοιποι έπρεπε ν' αφεθούν ελεύθεροι. Η γραμμή παραβιάστηκε. Κανείς δεν γνωρίζει τον ακριβή αριθμό των εκτελεσθέντων γιατί αυτός καλύφθηκε από το μύθο, αλλά από πουθενά δεν προκύπτουν σφαγές γυναικόπαιδων. Στήθηκε ανταρτοδικείο με συνοπτικές διαδικασίες και τα κριτήρια εκτέλεσης ή απαλλαγής δεν ήταν πάντα ξεκάθαρα.
Ο όρκος των μελών των Ταγμάτων Ασφαλείας
Ο όρκος των μελών των Ταγμάτων Ασφαλείας
Ο Παντελής Μούτουλας στο έργο του το περιγράφει με εξαιρετικό τρόπο: «Ούτε μπορεί να βεβαιωθεί ότι, ύστερα από τόσες επιδρομές των ταγματασφαλιτών στα χωριά, λεηλασίες, φόνους, βιασμούς κλπ, η κρίση της δικαιοσύνης υπήρξε αδιάβλητη στο Μελιγαλά.» (Π. Μούτουλας. Πελοπόννησος 1940-1945, Η περιπέτεια της επιβίωσης, του διχασμού και της απελευθέρωσης, σελ. 579-581). Ο Μελιγαλάς ηταν η άγρια εκδικητική απόδοση δικαιοσύνης των αγωνιστών και των θυμάτων της Κατοχής ενάντια στους συνεργάτες των Γερμανών και των Ιταλών. Έτσι τελείωσε η ιστορία της μάχης του Μελιγαλά. Από εκεί και ύστερα άρχισαν οι μύθοι...
Bιβλιογραφία:
-Νίκος Ι. Ζερβής, Η γερμανική κατοχή στη Μεσσηνία, αυτοέκδοση, Καλαμάτα, α' έκδοση, 1998.
-Γρηγόρης Κριμπάς, Η Εθνική Αντίσταση στη Μεσσηνία και τους γύρω νομούς, αυτοέκδοση, Καλαμάτα.
-Παντελής Μούτουλας, Πελοπόννησος 1940-1945, Η περιπέτεια της επιβίωσης, του διχασμού και της απελευθέρωσης, Αθήνα, 2004.
-Κωνσταντίνος Μπρούσαλης, Η Πελοπόννησος στο πρώτο ανταρτικο, Επικαιρότητα, Αθήνα, 1977.
-Σπύρος Γ. Ξιάρχος, Η αλήθεια για το Μελιγαλά, Καλαμάτα, 1982.
-Ηλίας Παπαστεριόπουλος Ο Μωρηάς στα οπλα, τ. 6, Έρευνα και κριτική της νεοελληνικής ιστορίας, αυτοέκδοση, Αθήνα, 1965.
-Γιάννης Η. Σχινάς, Η Εθνική Αντίσταση στη Μεσσηνία, αυτόεκδοση, Αθήνα, β' έκδοση, 1984.
-Γιάννης Η. Σχινάς, Αντίσταση και αντιστασιακός τύπος στη Μεσσηνία, β' έκδοση, 1981.

Βήματα πριν τον Εμφύλιο: Αντίποινα των Δυνάμεων Κατοχής στην Ελλάδα, 1941-1944

Βασιλική Λάζου 

Ο όρος «αντίποινα» υποδηλώνει τις συλλογικές ποινές που επέβαλαν οι αρχές Κατοχής στον άμαχο πληθυσμό. Δεν αποτελούν ελληνική ιδιαιτερότητα αλλά εντάσσονται στη λογική της φασιστικής βίας και στην καθυπόταξη των πληθυσμών στην εξουσία του Άξονα. Στα πλαίσια του διεξαγόμενου «ολοκληρωτικού πολέμου» παραμερίστηκε κάθε έννοια ανθρωπίνου δικαίου με ύψιστο στόχο την εξοικονόμηση πολύτιμου γερμανικού αίματος. Η διαταγή του «Διοικητή Ενόπλων Δυνάμεων Νοτιοανατολικής Ευρώπης» στις 28 Οκτωβρίου 1942 είναι χαρακτηριστική από αυτή την άποψη: Όλες οι εμφανιζόμενες εχθρικές ομάδες θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να εξοντωθούν μέχρι τον τελευταίο άνδρα. [...] Πρόκειται για έναν ολοκληρωτικό πόλεμο. Η υποστήριξη απόψεων, όπως η ακόλουθη: «ο ηρωισμός ενός λαού που αγαπάει την ελευθερία» είναι άτοπη. Πρόκειται για πολυτιμότατο γερμανικό αίμα. Γι αυτό αναμένω από κάθε διοικητή, με τη δική του συμμετοχή να φροντίσει, ώστε να εφαρμοστεί αυτή η διαταγή από τα στρατεύματα χωρίς καμία εξαίρεση και με τα σκληρότερα μέσα. [...]
Γερμανοί στρατιώτες στο Ερέχθειο στην Ακρόπολη των Αθηνών
Γερμανοί στρατιώτες στο Ερέχθειο στην Ακρόπολη των Αθηνών
Απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή των εντολών της ανώτατης στρατιωτικής διοίκησης ήταν φυσικά η πειθήνια συμμόρφωση των Γερμανών στρατιωτών. Σε σύντομο χρονικό διάστημα ο φιλελληνισμός και η αρχαιολατρία της ναζιστικής ιδεολογίας έδωσαν τη θέση τους σε φυλετικά στερεότυπα σύμφωνα με τα οποία οι αντάρτες ήταν ληστές που ενδημούσαν στην περιοχή, προέρχονταν από έναν πρωτόγονο πληθυσμό και δεν είχαν κάποιο κώδικα στρατιωτικής τιμής. Αυτή η θεώρηση των ανταρτών ως φυλετικά κατώτερων φανατικών συνέβαλε στην άμβλυνση των αναστολών των στρατιωτικών μονάδων όσο αφορά στην επιβολή σκληρών μέτρων .
Η πλήρης κάλυψη της «βίαιης συμπεριφοράς» των στρατιωτών του Άξονα σε επιχειρήσεις κατά των «συμμοριτών» από την ηγεσία τους διευκόλυνε πράξεις αυθαίρετες και ανεξέλεγκτες. Σύμφωνα με διαταγή που εξέδωσε στις 16 Δεκεμβρίου 1942 ο Γερμανός στρατάρχης Κάιτελ : [Ανθρωπιστικές] επιφυλάξεις οποιουδήποτε είδους αποτελούν έγκλημα εναντίον του γερμανικού έθνους. Κανένας Γερμανός στρατιώτης, ο οποίος συμμετέχει σε επιχειρήσεις εναντίον των συμμοριτών και των συνεργατών τους, δεν θα λογοδοτήσει για τη βίαιη συμπεριφορά του από πειθαρχικής και νομικής απόψεως.
Στον αμείλικτο αγώνα εναντίον των ανταρτών δεν έλειπαν και οι «μοιραίες παρεξηγήσεις» καθώς σε περίπτωση που υπήρχαν αμφιβολίες η γερμανική διοίκηση ενθάρρυνε τους στρατιώτες «πρώτα να πυροβολήσουν» . Η έλλειψη γραπτών διαταγών απέσειε οποιαδήποτε έννοια υπευθυνότητας από τους διοικητές και τους στρατιώτες για τα εγκλήματα που πραγματοποιούσαν.
Πινακίδα στο χωριό Κάνδανος Χανιών που ανεφέρεται στην ολοκληρωτική καταστροφή του χωριού από τους Γερμανούς
Πινακίδα στο χωριό Κάνδανος Χανιών που ανεφέρεται στην ολοκληρωτική καταστροφή του χωριού από τους Γερμανούς
Μπορούν να διακριθούν τρεις φάσεις στην επιβολή των αντιποίνων:
Η πρώτη φάση άρχισε με την έναρξη της κατοχικής περιόδου και αφορούσε περιπτώσεις μαζικής αντίστασης του άμαχου πληθυσμού λόγω της ενεργού συμμετοχής των κατοίκων στην απόκρουση της γερμανικής επίθεσης. Σε αυτή τη φάση εντάσσονται τα αντίποινα ύστερα από τη Μάχη της Κρήτης ή ύστερα τις πρώτες αντιστασιακές ενέργειες στη Μακεδονία (Δοξάτο Δράμας).
Η δεύτερη φάση, έως τις αρχές του 1943, αποτελεί μεταβατική περίοδο καθώς χαρακτηρίζεται από την απουσία μαζικών αντιποίνων. Με τη διάσπαση του Άξονα, τη συνθηκολόγηση των Ιταλών και την επακόλουθη ανάληψη από τους Γερμανούς των ευθυνών για τη χώρα, οι γερμανικές δυνάμεις βρέθηκαν αντιμέτωπες με το ζήτημα της αντίστασης.
Η τρίτη φάση των αντιποίνων ξεκίνησε εκείνη την περίοδο, όταν το αντιστασιακό κίνημα άρχισε να κάνει αισθητή την παρουσία του και να είναι σε θέση να πραγματοποιεί επιθέσεις εναντίον των δυνάμεων κατοχής. Η Βιάννος, τα Καλάβρυτα, το Δίστομο, το Κομμένο και άλλα χωριά σε ολόκληρη τη χώρα έγιναν στόχος της ναζιστικής τρομοκρατίας και έχασαν μέρος του πληθυσμού τους με τον τυφεκισμό εκατοντάδων ανδρών και μαζικές εκτελέσεις αμάχων. Γενικότερα αυτή την περίοδο σε όλη την Ευρώπη, οι Γερμανοί στρατιωτικοί υιοθέτησαν μια σκληρότερη στάση απέναντι στα αντάρτικα κινήματα των κατεχόμενων χωρών.
Είναι αρκετά διαδεδομένος ο μύθος του Ιταλού στρατιώτη ως brava gente (καλού παιδιού) και η άποψη της ηπιότερης ιταλικής κατοχής. Σύμφωνα με την Ιταλίδα ιστορικό Lidia Santarelli, o μύθος αυτός είναι μία κατασκευή που απεικονίζει την έμφαση της εθνικής αφήγησης στον αντιφασιστικό αγώνα 1943-44 και ευνοήθηκε από την έλλειψη αναγνώρισης της ευθύνης της Ιταλίας για εγκλήματα τα οποία διαπράχθηκαν από τον Άξονα κατά τη διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου, γεγονός που απέρρεε και από τον αμφιλεγόμενο ρόλο της Ιταλίας στον πόλεμο . Ωστόσο σύμφωνα με τους δικαστές υπεύθυνους για τη διερεύνηση των εγκλημάτων πολέμου, η στάση των Ιταλών απέναντι στον ελληνικό πληθυσμό με εξαίρεση τη συμπεριφορά τους απέναντι στους Εβραίους, λίγο διέφερε από αυτή των Γερμανών συμμάχων τους . Ο βομβαρδισμός αστικών περιοχών, η απομύζηση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας, οι λεηλασίες στα χωριά, η λειτουργία του στρατοπέδου συγκέντρωσης στη Λάρισα αποτελούν παραδείγματα εγκληματικής δράσης του Ιταλικού στρατού απέναντι στους κατεχόμενους ελληνικούς πληθυσμούς
Τσαριτσάνη,Θεσσαλίας: Ένα απ' τα χωριά που έκαψε και λεηλάτησε ο ιταλικός στρατός κατοχής σε αντίποινα για το αυξανόμενο κίνημα εθνικής αντίστασης
Τσαριτσάνη,Θεσσαλίας: Ένα απ' τα χωριά που έκαψε και λεηλάτησε ο ιταλικός στρατός κατοχής σε αντίποινα για το αυξανόμενο κίνημα εθνικής αντίστασης
Την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1943 πραγματοποιήθηκαν εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των Ιταλών στη Θεσσαλία και στη Στερεά. Ιταλοί στρατιώτες έκαψαν χωριά, εκτέλεσαν κατοίκους και λεηλάτησαν αγροτικές περιουσίες. Έλληνες αγρότες και εργάτες στα ορυχεία εγκατέλειψαν τις οικίες τους και αναζήτησαν καταφύγιο στα ορεινά. Σύμφωνα ωστόσο με την άποψη των γερμανών συμμάχων τους, η διάθεση των Ιταλών να πολεμήσουν τους αντάρτες αποφασιστικά παρέμενε χαμηλή το 1943, ακόμα και όταν από στρατηγικής άποψης ήταν επείγον να υπάρχει ισχυρός έλεγχος στα μετόπισθεν εν αναμονή της συμμαχικής απόβασης. Στην όποια τρομοκρατία ασκούσαν τους έλειπε η «γερμανική σχολαστικότητα» ενώ κατά τις γερμανικές σημαντικός αριθμός Ιταλών αξιωματικών ήταν επιρρεπής στη νωχέλεια. Ο αρχηγός της 11ης Ιταλικής Στρατιάς Τζελόζο έκανε ανοιχτή κριτική στην τακτική των Γερμανών να παίρνουν ομήρους με τυχαίο τρόπο ανεξάρτητα από την ηλικία και το φύλο τους και να τους εκτελούν ως αντίποινα για τη δράση των ανταρτών. Ο ίδιος αρνήθηκε να εισάγει μία τέτοια απεχθή διαδικασία . Οι όποιες αντιρρήσεις του κάμφθηκαν γρήγορα καθώς σύμφωνα με δική του διαταγή επιβλήθηκαν μια σειρά από καταπιεστικά μέτρα την άνοιξη και το καλοκαίρι 1943. Οι διαταγές βασίστηκαν στην άποψη ότι για να καμφθεί το ελληνικό αντιστασιακό κίνημα πρέπει να εξαλειφθούν ολόκληρες τοπικές κοινότητες. Είχε προηγηθεί ένα από τα χειρότερα εγκλήματα πολέμου του Ιταλικού στρατού κατά τη διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου, η σφαγή 150 κατοίκων στο θεσσαλικό χωριό Δομένικο στις 16-17 Φεβρουαρίου 1943 από άνδρες της Μεραρχίας Πινερόλο.
Μαχητές του ΕΛΑΣ
Μαχητές του ΕΛΑΣ
Οι Γερμανοί ακολούθησαν μία σαφώς πιο ενεργή αντιανταρτική πολιτική από ότι οι Ιταλοί προκάτοχοί τους. Ήδη πριν από την αποχώρηση των Ιταλών ο διοικητής της στρατιάς Ε και ανώτερος διοικητής της Νοτιανατολικής Ευρώπης Αλεξάντερ Λερ είχε σχεδιάσει μια πιο συστηματική προσέγγιση των αντιανταρτικών επιχειρήσεων. Από το φθινόπωρο 1943 πραγματοποιήθηκαν ευρείας κλίμακας εκκαθαριστικές επιχειρήσεις καθώς είχε αποδειχθεί ότι οι εξορμήσεις μικρών γερμανικών αποσπασμάτων στην ύπαιθρο και η κατασκευή οχυρών σημείων κατά μήκος των ζωτικής σημασίας αρτηριών ήταν και ανεπιτυχείς και επικίνδυνες. Κατά τη διάρκεια του 1943 πραγματοποιήθηκαν γερμανικές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στον κεντρικό κορμό της Πίνδου και στη Νότια Ελλάδα. Ας σημειωθεί ότι συνολικά 17 μεραρχίες του γερμανικού στρατού και ποικίλα βοηθητικά σώματα απασχολούνταν στη Βαλκανική Χερσόνησο εκτός από το στρατό της Βουλγαρίας και των φιλοαξονικών δυνάμεων. Η περιοχή της Πίνδου ήταν ραχοκοκαλιά της Εθνικής Αντίστασης. Πολλοί ήταν οι λόγοι που συνέτειναν σε αυτό. Η σημαντική παράδοση αυτονομίας των τοπικών κοινωνιών και η κληρονομιά των εθνικοαπελευθερωτικών αγώνων, καθώς η Πίνδος αποτέλεσε κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας βάση και ορμητήριο των κλεφταρματωλών, το ορεινό ανάγλυφο που ευνοούσε στρατηγικά την ανάπτυξη του αντάρτικου και κυρίως η διάθεση και η διαθεσιμότητα των τοπικών κοινωνιών να συμμετέχουν και να στηρίξουν το αντιστασιακό κίνημα κατέστησαν την Πίνδο επίκεντρο της αντάρτικης δραστηριότητας. 
Χάρτης των Μαρτυρικών Χωριών.
Χάρτης των Μαρτυρικών Χωριών.
Στόχος των Γερμανών ιδιαίτερα μετά τη συνθηκολόγηση των Ιταλών το καλοκαίρι 1943 ήταν αφενός να κρατηθεί ανοικτή και να ελέγχεται η βασική αρτηρία Γιάννενα – Μέτσοβο – Καλαμπάκα και αφετέρου να στραγγαλιστεί οικονομικά το αντάρτικο. Ο δεύτερος στόχος αποτέλεσε αντικείμενο μεθοδικού σχεδιασμού από την πλευρά των Γερμανών και είχε καταστροφικές συνέπειες για την παραγωγική υποδομή της υπαίθρου. Ο κύριος σκοπός ήταν να καταστραφούν οι βάσεις για τη διατροφή των ανταρτών. Στο πλαίσιο της εκκαθαριστικής επιχείρησης Πάνθηρας του 22ου Ορεινού Σώματος του Γερμανικού Στρατού στην Πίνδο από τις 18 Οκτωβρίου – 5 Νοεμβρίου 1943 πυρπολήθηκαν περίπου 3.800 σπίτια αλλά και 2.300 αποθηκευτικοί χώροι (αχυρώνες και στάβλοι) και εξοντώθηκαν παραγωγικά και μεταφορικά ζώα. Η λεηλασία ήταν ολοκληρωτική και πολλοί κάτοικοι εγκατέλειψαν τα σπίτια τους ενώ άλλοι αναγκάστηκαν να επιβιώσουν σε αυτοσχέδιες καλύβες. Μέχρι το τέλος του πολέμου καταστράφηκαν στην Ήπειρο 147 χωριά με σύνολο 85.000 κατοίκους και καταγράφηκαν 5.200 πυρπολημένες οικίες και 1.746 νεκροί. Η ήδη ελλειμματική παραγωγή της περιοχής ενέτεινε το πρόβλημα της επιβίωσης των κατοίκων της . Ανάλογες καταστροφές σε παραγωγικές δομές έγιναν και σε άλλες περιοχές της χώρας. Σύμφωνα με μία εκτίμηση το αποτέλεσμα των επιχειρήσεων του φθινοπώρου 1943 ήταν περισσότερα από 1.700 καμένα χωριά, κυρίως στο χώρο της Πίνδου, εκτεταμένες εκτελέσεις και ανυπολόγιστες καταστροφές .
Παράλληλα με τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εναντίον των αντάρτικων σωμάτων οι Γερμανοί προέβησαν σε εκτεταμένα αντίποινα εναντίον του άμαχου πληθυσμού. Εφαρμόζοντας το δόγμα της συλλογικής ευθύνης των κατοίκων μιας περιοχής όπου δρούσαν αντάρτες, ο γερμανικός στρατός δεν έκανε κανένα διαχωρισμό ανάμεσα σε ένοπλους και άοπλους, αλλά στοχοποιούσε το σύνολο του πληθυσμού. Η σύλληψη ομήρων ή κρατουμένων ήταν η πιο ήπια μορφή μιας πρακτικής η οποία συχνά έπαιρνε εξαιρετικά βίαιες μορφές. Επιθέσεις εναντίον Γερμανών στρατιωτών, ενέδρες, πράξεις δολιοφθοράς, εξιλεώνονταν με εκτελέσεις ή άλλης μορφής αντίποινα όπως η πυρπόληση χωριών ή οικιών, η αναγκαστική μετοίκηση πληθυσμών, η κράτηση ομήρων αλλά και κάθε είδους περιορισμοί σε ώρες ελεύθερες κυκλοφορίες ή ακόμα και ποινές σε χρήμα.
Γερμανοί Αξιωματικοί εκπαιδεύουν Ταγματασφαλίτες
Γερμανοί Αξιωματικοί εκπαιδεύουν Ταγματασφαλίτες
Λίγους μήνες πριν από την απελευθέρωση της χώρας οι γερμανικές αρχές κατοχής μετήλθαν οποιουδήποτε μέσου προκειμένου να ενσπείρουν τον τρόμο και να αποτρέψουν τη συμμετοχή του πληθυσμού σε επιθέσεις εναντίον της Βέρμαχτ. Σε αυτά τα πλαίσια με τη δικαιολογία της καταδίωξης των ανταρτών παρακρατικές ομάδες οι οποίες συνεργάζονταν με τους Γερμανούς ανέλαβαν να συνδράμουν ενεργά τον τακτικό γερμανικό στρατό στην εφαρμογή «μέτρων εξιλασμού». Επιδόθηκαν σε ακραίες συμπεριφορές εναντίον των αμάχων ξεπερνώντας σε πολλές περιπτώσεις σε αγριότητα και τους ίδιους τους Γερμανούς, όπως για παράδειγμα ο Σούμπερτ και οι άνδρες του, οι οποίοι αφού είχαν δράσει στην Κρήτη, εγκαταστάθηκαν σε στρατηγικής σημασίας περιοχές της Μακεδονίας προσπαθώντας να κρατήσουν τον ΕΛΑΣ μακριά από τις πόλεις και τους οδικούς άξονες. Ανεξάρτητα από το όποιο πρόσχημα αντικομμουνισμού, οι περισσότερες επιδρομές ήταν καθαρά ληστρικές και στόχευαν σε λεηλασία των αγροτικών προϊόντων και του πλούτου των χωριών. Όταν η σύγκρουση ανάμεσα στις αντιστασιακές οργανώσεις και τους Γερμανούς και τους συνεργάτες τους μεταφέρθηκε από τα βουνά στις πόλεις, οι λεηλασίες χωριών και οι αναίτιες επιθέσεις εναντίον των αμάχων παρουσίασαν σημαντική αύξηση. Οι επιχειρήσεις συνεχίστηκαν μέχρι την παραμονή της αποχώρησης των Γερμανών χωρίς να κατορθώσουν να επιτύχουν τον αρχικό τους στόχο που ήταν η εξουδετέρωση της Αντίστασης. Οι Γερμανοί στρατιωτικοί διαπίστωσαν με απογοήτευση την ενδυνάμωση του ανταρτικού κινήματος που τροφοδοτούνταν διαρκώς από την εχθρότητα και το μίσος της πλειοψηφίας του άμαχου πληθυσμού προς τις κατοχικές δυνάμεις.
Εκτελεσθέντες κάτοικοι του χωριού Κοντομαρί, Κρήτης
Εκτελεσθέντες κάτοικοι του χωριού Κοντομαρί, Κρήτης
Εκτιμώντας τον συνολικό φόρο αίματος των Ελλήνων απόρρητη έκθεση της γερμανικής Στρατιάς Ε έκανε λόγο για 25.435 φονευθέντες Έλληνες στην περίοδο Ιουνίου 1943 – Σεπτεμβρίου 1944 . Σε αυτούς πρέπει να προστεθούν οι περίπου 3.000 εκτελεσθέντες των πρώτων 25 μηνών της γερμανικής κατοχής στην Κρήτη, Μακεδονία και Αττική και οι νεκροί από τα ανάλογα «μέτρα» των Ιταλών. Επιπρόσθετα πρέπει να υπολογιστεί και ένα υψηλό ποσοστό από τους 25.728 συλληφθέντες τους οποίους αναφέρει η έκθεση χωρίς περεταίρω διευκρίνιση για την τύχη τους. Σύμφωνα με άλλες εκτιμήσεις υπολογίζεται ότι έως το τέλος της Κατοχής πάνω από χίλια χωριά είχαν ισοπεδωθεί και ένα εκατομμύριο Έλληνες είχαν πληγεί από τις γερμανικές στρατιωτικές επιδρομές σε ολόκληρη τη χώρα .
Τα τελευταία χρόνια αναβιώνει μία συζήτηση σχετικά με την «ευθύνη» των αντιστασιακών οργανώσεων και τις συνέπειες της δράσης τους στον άμαχο πληθυσμό. Οι επίδοξοι αναθεωρητές της ιστορίας αποτιμώντας το ρόλο και την προσφορά της Αντίστασης υποστηρίζουν ότι τα οφέλη της περιορίζονται σε συμβολικό επίπεδο χωρίς η Αντίσταση να έχει καταφέρει να επιτύχει τους στόχους της. Το κόστος που πλήρωσαν οι Γερμανοί ήταν μικρό ενώ αντίθετα τα αντίποινα που προκάλεσε η Αντίσταση ήταν αιματηρά . 
Σύνθημα του ΕΑΜ στον τοίχο οικίας που προτρέπει τον κόσμο σε απεργία, λόγω της φήμης πως η δωσίλογη κυβέρνηση θα προχωρούσε σε πολιτική επιστράτευση εργατών
Σύνθημα του ΕΑΜ στον τοίχο οικίας που προτρέπει τον κόσμο σε απεργία, λόγω της φήμης πως η δωσίλογη κυβέρνηση θα προχωρούσε σε πολιτική επιστράτευση εργατών
Η συζήτηση αυτή αμφισβητεί και απαξιώνει την ίδια την αναγκαιότητα της αντιστασιακής δράσης απέναντι σε αυθαίρετη και βίαια εξουσία. Οι Γερμανοί προέβαιναν σε αντίποινα ακριβώς γιατί η αντιστασιακή δράση αποτελούσε έντονη πηγή ανησυχίας για αυτούς. Οι επιθέσεις του ΕΛΑΣ προκάλεσαν σοβαρές γερμανικές απώλειες, στο μέτρο της γερμανικής παρουσίας στην Ελλάδα, και προβλήματα στη γερμανική στρατιωτική μηχανή με τις δολιοφθορές στις συγκοινωνίες και στις περιοχές όπου οι Γερμανοί εκμεταλλεύονταν τις πλουτοποπαραγωγικές πηγές της χώρας (μεταλλεία, ορυχεία). Οι κινητοποιήσεις του ΕΑΜ στις πόλεις απέτρεψαν την αποστολή ελληνικού εργατικού δυναμικού στην πολεμικά εργοστάσια του Χίτλερ στη Γερμανία. Η υπαρκτή, πραγματική απειλή της Ελληνικής Αντίστασης αποτέλεσε το κυριότερο ζήτημα της κατοχική πολιτικής των Γερμανών. Τα αντίποινα δεν τα προκάλεσε η Αντίσταση. Τα προκάλεσε η λογική της βίας, της στρατιωτικής ιδεολογίας και της ναζιστικής φυλετικής ανωτερότητας, η αρχή της συλλογικής ευθύνης και της ασύμμετρης απάντησης . Με την επιβολή αντιποίνων οι Γερμανοί στόχευαν να εξαναγκάσουν τους αντιπάλους τους, τους αντάρτες και τον άμαχο πληθυσμό, να μην οργανώνουν ή να απόσχουν από επιθετικές ενέργειες εναντίον των στρατευμάτων Κατοχής.
Για αυτό το λόγο τα αντίποινα δεν έπονταν μόνο της δράσης των ανταρτών αλλά λειτουργούσαν ως κατασταλτικά μέτρα προληπτικά, εκφοβιστικά και αποτρεπτικά. Ο φόβος των γερμανικών αντιποίνων έπρεπε να είναι πολύ μεγαλύτερος από την «απειλή» των ανταρτών. Η ευθύνη των αντιποίνων βαραίνει αυτούς που τα διενεργούν, γι' αυτό και μετά τη βαρβαρότητα των στρατευμάτων του Άξονα, τα αντίποινα περιορίστηκαν από το διεθνές δίκαιο. Οι Συμβάσεις της Γενεύης το 1949 θεσμοθέτησαν ως απαράβατο κανόνα την ανθρωπιστική μεταχείριση των αμάχων. Δυστυχώς μέχρι σήμερα στους σύγχρονους πολέμους (Γιουγκοσλαβία, Σομαλία, Ανατολικό Τιμόρ, Σιέρα Λεόνε, Ρουάντα, Κονγκό) η τελειοποίηση των όπλων μαζικής καταστροφής και η πρακτική των εθνοκαθάρσεων εξακολουθούν να προκαλούν απώλειες αμάχων θέτοντας σε αμφισβήτηση την ικανότητα του ανθρώπου να διδάσκεται από το παρελθόν του.
 1. Στ. Δορδανάς, Το αίμα των αθώων. Αντίποινα των γερμανικών αρχών κατοχής στη Μακεδονία, 1941-1944, Αθήνα: Εστία 2007, σ. 180-181 Παρατίθεται στο Καλογρηάς, ό.π
2. M. Mazower, Inside Hitler's Greece: The Experience of Occupation 1941 – 1944, New Haven, CT and London: Yale University Press, 1993, σ. 231-232
3. Δορδανάς, ό.π, σ. 181-182.
4. Χ. Φλάισερ, «Η ναζιστική εικόνα για τους (Νέο-) Έλληνες και η αντιμετώπιση του άμαχου πληθυσμού από τις γερμανικές αρχές κατοχής», Αφιέρωμα στο Νίκο Σβορώνο, τ. Β, Ρέθυμνο 1986
5. Lidia Santarelli (2004), «Muted violence: Italian war crimes in occupied Greece», Journal of Modern Italian Studies, 9:3, 284
6. Davide Rodogno, «Το spazio vitale του φασισμού και η είσοδος της Ιταλίας στον πόλεμο», στο Χρ. Χατζηιωσήφ (επιμ), Ιστορία της Ελλάδας του 20ου αιώνα, τόμος Γ1, σ. 50-99
7. Gabriella Etmektsoglou, Axis Exploitation of wartime Greece, 1941-1942, Ph. D Thesis, Emory University, Department of History 1995, p. 243-244
8. Γ.Σκαλιδάκης, «Οικονομικές συνέπειες από τις γερμανικές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην Ελεύθερη Ελλάδα» αδημοσίευτη ανακοίνωση, Βιάννος 2011
9. H.F.Meyer, "Epirus in the summer of 1943. Actions of the EDES – Resistance, German and Italian Riprasal Operations, and their impact on the civilian population", αδημοσίευτη εισήγηση στο συνέδριο War and Identities, Αθήνα Μάιος 2006. Παρατίθεται στο Βαγγέλης Τζούκας, «Ο ανταρτοπόλεμος στην Πίνδο και οι γερμανικές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις», αδημοσίευτη ανακοίνωση, Βιάννος 2011
10. John Louis Hondros, Occupation and Resistance: The Greek Agony, 1941-44, New York 1983, σ. 162
11. Δημήτριος Μαγκριώτης, Θυσίαι της Ελλάδος και εγκλήματα κατοχής, Αθήνα 1949 (φωτογραφική ανατύπωση 1996)
12. Στάθης Καλύβας, «Αποτιμώντας την Αντίσταση», Καθημερινή, 8 Μαΐου 2011
13. Πολυμέρης Βόγλης, «Απαξιώνοντας την Αντίσταση», Αυγή, 22 Μαΐου 2011