Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βασιλική Λάζου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βασιλική Λάζου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 2 Νοεμβρίου 2015

Στη γραμμή της νομιμότητας

ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ ΛΑΖΟΥ



Το Σεπτέμβριο 1944 τα γερμανικά στρατεύματα άρχισαν πιεζόμενα την υποχώρησή τους από την Ελλάδα με κατεύθυνση προς βορρά.   Η προέλαση του Κόκκινου Στρατού και η είσοδός του στα Βαλκάνια σε συνδυασμό με την αγγλοαμερικανική απόβαση στη Νορμανδία και την επιτυχημένη πορεία των συμμαχικών στρατευμάτων στην ιταλική χερσόνησο απειλούσαν να περισφίξουν σε κλοιό τα Βαλκάνια και έφερναν τον πόλεμο στις πύλες της Γερμανίας.
Η επικείμενη απελευθέρωση της Ελλάδας έθετε στο επίκεντρο το ζήτημα της δομής της   μεταπολεμικής εξουσίας.  Μέσα από την Αντίσταση κατά των αρχών Κατοχής είχαν αναδειχθεί νέες κοινωνικές δυνάμεις οι οποίες οι οποίες με προεξάρχον το ΕΑΜ, ένα ευρύ μέτωπο κομμουνιστών, σοσιαλιστών και φιλελεύθερων, εφάρμοζαν ριζικούς πολιτικούς, κοινωνικούς και οικονομικούς μετασχηματισμούς στις εκτεταμένες περιοχές που είχαν απελευθερώσει πολύ πριν οι κατακτητές εκκενώσουν οριστικά τη χώρα. Ο αντιστασιακός αγώνας που είχε ξεκινήσει με πολιτική πρωτοβουλία του ΚΚΕ ως απάντηση στην απώλεια της ανεξαρτησίας και της τρομοκρατίας που ασκούσαν οι κατακτητές και οι συνεργάτες τους, έθετε εκτός από την απελευθέρωση της χώρας   κοινωνικούς και πολιτικούς στόχους, οι οποίοι συνοψίζονταν στο αρκετά ευρύ   σύνθημα «Λαοκρατία». 

Στον αντίποδα των ΕΑΜικών δυνάμεων ο παλαιός πολιτικός κόσμος, συσπειρωμένος γύρω από την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση του Καϊρου και το βασιλιά Γεώργιο Β, επιδίωκε την επιστροφή του στην πολιτική σκηνή στηριζόμενος στη βρετανική διπλωματία και όπλα.
Και ενώ ο ΕΛΑΣ επιτίθονταν στους υποχωρούντες Γερμανούς προξενώντας τους μαζικές απώλειες αλλά και σε όσα Τάγματα Ασφαλείας αρνήθηκαν να παραδοθούν, βασικός στόχος των Βρετανών και των αστών πολιτικών ήταν και η ομαλή επάνοδός τους στη χώρα και ο έλεγχος του ΕΛΑΣ τις παραμονές της απελευθέρωσης, ώστε να μην καταλάβει την εξουσία. 
Το ΕΑΜ έχοντας ευρύτατη λαϊκή στήριξη και πολιτική δυναμική προσέβλεπε στη δημιουργία μιας αστικής δημοκρατίας, όπου θα υπήρχε ελευθερία πολιτικής δράσης, και προωθούσε την πολιτική της εθνικής ενότητας και της δημοκρατικής ομαλότητας. Η συνέχιση του Β Παγκοσμίου Πολέμου σε άλλα μέτωπα, οι διεθνείς συσχετισμοί δυνάμεων, οι πιέσεις των εταίρων του ΚΚΕ στο ΕΑΜ και εξωεαμικών συνεργατών, οι σοβιετικές υποδείξεις αλλά και τα όρια και οι δυνατότητες της Ελεύθερης Ελλάδας δεν άφηναν πολλά περιθώρια για επαναστατική κατάκτηση της εξουσίας.
Όσο και αν κατακρίθηκε η απόφαση από το ίδιο το ΚΚΕ μεταγενέστερα, η ιστορική πραγματικότητα παραμένει ότι το ΕΑΜ, και μέσω αυτού το ΚΚΕ, δέχθηκε να προσέλθει σε διαπραγματεύσεις με τους αστούς πολιτικούς και να υπογράψει το Σύμφωνο του Λιβάνου τον Μάιο 1944, παρά τη συγκρότηση 2 μήνες νωρίτερα της ΠΕΕΑ, της «Κυβέρνησης του Βουνού», και την ανοιχτά εχθρική στάση των εκπροσώπων των αστικών κομμάτων απέναντι στους αντιπροσώπους του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, ΚΚΕ και ΠΕΕΑ στη διάρκεια των συνεδριάσεων στο Συνέδριο του Λιβάνου. Παρά ακόμα τις διαφωνίες τμήματος της ηγεσίας του, το ΕΑΜ/ΚΚΕ προσχώρησε στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας αντιμετωπίζοντας συνεχώς τη δυσπιστία των αστών πολιτικών ως προς τις προθέσεις του οι οποίοι εκλάμβαναν αυτούς τους συμβιβασμούς και υποχωρήσεις ως ένδειξη αδυναμίας.
Υπό την επίπλαστη ενότητα της κυβέρνησης Παπανδρέου το ΕΑΜ υπέγραψε ακόμα και τη Συμφωνία της Καζέρτα στις 26 Σεπτεμβρίου 1944 στην οποία συνομολογήθηκε ότι όλες οι δυνάμεις των ανταρτών, και άρα ο ΕΛΑΣ, υπάγονταν μέσω της κυβέρνησης στις διαταγές του βρετανού αντιστράτηγου R. Scobie.  Με την ίδια συμφωνία ο στρατηγός Π. Σπηλιωτόπουλος ορίστηκε διοικητής όλων των δυνάμεων στο λεκανοπέδιο της Αττικής ενώ ο ΕΛΑΣ διατάχθηκε να κρατήσει τις δυνάμεις του έξω από τα όρια της Αττικής. Τα Τάγματα Ασφαλείας κατονομάστηκαν ως όργανα του εχθρού και αποφασίστηκε ότι σε περίπτωση μη παράδοσής τους θα αντιμετωπιζόταν ως εχθρικά τμήματα.
Η Συμφωνία της Καζέρτα εντάσσονταν τυπικά στα πλαίσια της Επιχείρησης «ΜΑΝΑ», η οποία αποφασίστηκε στις αρχές Αυγούστου 1944 και προέβλεπε την αποστολή με τη συγκατάθεση των Αμερικανών και Σοβιετικών βρετανικής δύναμης 10.000 ανδρών στην Ελλάδα αμέσως μετά τη γερμανική υποχώρηση. Το βρετανικό σχέδιο εκτός από την άμεση συγκρότηση συσσιτίων για προφανείς προπαγανδιστικούς λόγους, περιλάμβανε την αποστολή οπλισμού στον Σπηλιωτόπουλο για την ενίσχυση της Χωροφυλακής, της Αστυνομίας και αντιεαμικών οργανώσεων στο κέντρο της Αθήνας.
Παρά τις καταγγελίες για απόδοση μέρους του βρετανικού οπλισμού στη δοσιλογική οργάνωση Χ  και άλλες αντικομμουνιστικές οργανώσεις και παρά τις πληροφορίες για πραξικοπηματική απόπειρα κατάληψης της εξουσίας από δωσίλογους, βασιλικούς αντικομμουνιστές με τη συνεργασία της κατοχικής κυβέρνησης, αστών πολιτικών και Βρετανών, το ΕΑΜ/ΚΚΕ με κάθε ευκαιρία υπογράμμιζε τον προσανατολισμό του στη γραμμή της νομιμότητας. Λίγες μόλις μέρες πριν την απελευθέρωση της πρωτεύουσας προκήρυξη του Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ που δημοσιεύτηκε στο Ριζοσπάστη στις 6 Οκτωβρίου 1944 επισήμανε πως η εξασφάλιση της τάξης και της ομαλής πολιτικής ζωής είναι ύψιστο εθνικό καθήκον και καλούσε όλους τους αγωνιστές να δείξουν ύψιστο βαθμό πειθαρχίας και αυταπάρνησης.
Η απελευθέρωση της Αθήνας σε αντίθεση με ότι συνέβη στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, όπου σημειώθηκαν αιματηρές αντεκδικήσεις, πραγματοποιήθηκε αναίμακτα. Δυναμικά αντιμετωπίστηκαν όσα Τάγματα Ασφαλείας δεν παραδόθηκαν, ως όφειλαν, καθώς από το Σεπτέμβριο 1944 στην Πελοπόννησο έως το Νοέμβριο 1944 στο Κιλκίς ο ΕΛΑΣ έδωσε σκληρές μάχες εναντίον τους. Όπου αυτό δεν έγινε, οι ταγματασφαλίτες και οι συνεργάτες των κατακτητών αποτέλεσαν τη «χρυσή εφεδρεία» στην προσπάθεια των αστικών πολιτικών δυνάμεων και των Βρετανών προστατών τους να καταπνίξουν το ΕΑΜικό κίνημα. Με αυτό τον τρόπο ξέπλυναν τις αμαρτίες τους στην κολυμπήθρα της εθνικοφροσύνης καθιστώντας την «Εθνική Νέμεση» σύνθημα άνευ περιεχομένου. 
Οι μεγάλες συγκεντρώσεις της Απελευθέρωσης της Αθήνας έγιναν με πάνδημη λαϊκή συμμετοχή και γνήσιο ενθουσιασμό. Το ΕΑΜ απέφυγε τις προκλήσεις εναντίον του, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την επίθεση ένοπλων δοσίλογων εναντίον ΕΑΜικής διαδήλωσης στην Ομόνοια στις 15 Οκτωβρίου που είχε ως αποτέλεσμα 7 νεκρούς και δεκάδες τραυματίες, μένοντας πιστό στις δεσμεύσεις που είχε αναλάβει έναντι της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας. 
Τα προτάγματα ωστόσο «ΕΑΜ – Λαοκρατία» αφενός και «Μεγάλη Ελλάς» αφετέρου ήταν αδύνατο να συγκεραστούν. Οι διαφορετικές πραγματικότητες και προσδοκίες που εξέφραζαν αποτύπωναν το βαθύ ταξικό διχασμό στη βάση της ελληνικής κοινωνίας. Η εθνική ενότητα, την οποία ευαγγελίζονταν όλες οι πολιτικές δυνάμεις, δεν ήταν παρά ένα λεκτικό σχήμα το οποίο δεν μπορούσε να καλύψει τη δυναμική της κοινωνικής σύγκρουσης. 
Και ενώ στην Αθήνα έφτανε στις 18 Οκτωβρίου με «καθυστέρηση ασφαλείας» ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου συνοδευόμενος κατά πόδας από τον Σκόμπι, προκειμένου να εγκαταστήσει την Κυβέρνηση και να αναλάβει την εξουσία, το «κράτος της Αθήνας» λίγη σχέση είχε με την υπόλοιπη Ελλάδα. Στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας κυριαρχούσε το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ το οποίο ήδη από την περίοδο της Κατοχής είχε απελευθερώσει εκτεταμένες περιοχές της ορεινής Ελλάδας. Με την υποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων ο ΕΛΑΣ εισέρχονταν απελευθερωτής στις πόλεις και στα χωριά και εδραίωνε την εξουσία του εφαρμόζοντας τις αρχές της λαοκρατίας και εγκαθιστώντας τις αρχές της λαϊκής αυτοδιοίκησης εξασφαλίζοντας την τάξη με την Εθνική Πολιτοφυλακή.
Τα τελευταία ναζιστικά στρατεύματα εγκατέλειπαν την Ελλάδα στις 3 Νοεμβρίου 1944 με εξαίρεση το δυτικό τμήμα του νομού Χανίων και τη Μήλο που απελευθερώθηκαν 8 μήνες αργότερα με τη λήξη του Β Παγκοσμίου Πολέμου. Και ενώ ο πόλεμος στα διεθνή μέτωπα συνεχίζονταν, η Ελλάδα διολίσθαινε με την καθοριστική εμπλοκή των Βρετανών στη δεκεμβριανή σύγκρουση η οποία κατέληξε στη στρατιωτική ήττα του ΕΛΑΣ και τη Συμφωνία της Βάρκιζας.    

Κυριακή 6 Απριλίου 2014

1944 – Μια πληγή για τον πληθυσμό της Θεσσαλίας

Οι ΕΑΣΑΔΙΤΕΣ συνεργάστηκαν με τις κατοχικές αρχές -ελληνικές και γερμανικές- όμως η βαρβαρότητα και οι αγριότητές τους ξεπέρασαν κάποιες φορές κάθε όριο, με αποτέλεσμα ακόμη και οι δυνάμεις κατοχής να αναγκαστούν να επέμβουν

Συνεχίζουμε σήμερα, όπως κάθε Τετάρτη, τα άρθρα από νέους ιστορικούς που επιχειρούν να καλύψουν τα ίχνη της σημαδιακής χρονιάς του 1944 στο πεδίο της ιστοριογραφίας και του δημόσιου λόγου, αναζητώντας πληροφορίες και υλικό για ένα «θαυμαστό έτος» της ελληνικής ιστορίας

Για τον ΕΑΣΑΔ, η προσθήκη του επιθέτου «αγροτικός» δήλωνε ότι απευθυνόταν προς τους αγροτικούς πληθυσμούς, τα συμφέροντα των οποίων θα «προστάτευε» από κάθε προσβολή, και ιδίως από τον κομμουνισμό. Πίσω βέβαια από την όποια ιδεολογία, οι περισσότεροι διέβλεπαν την ευκαιρία για ξεκαθάρισμα παλαιών λογαριασμών ή για εύκολο πλουτισμό

Της Βασιλικής Λάζου*

Στις 16 Αυγούστου 1944, δύο μήνες πριν από την υποχώρηση των Γερμανών από τον Βόλο, το διορισμένο δημοτικό συμβούλιο της πόλης συνεδρίασε εκτάκτως για να αποφασίσει τη λήψη μέτρων για την εμπέδωση της τάξης. Η κατάσταση στην κατακτημένη πόλη κρινόταν «λίαν έκρυθμος και εγκυμονούσα κινδύνους».1

Η νέα πληγή στη βαριά τραυματισμένη από τη φασιστική κατοχή εργατούπολη ήταν τρεις ένοπλες «εθνικιστικές» ομάδες: ο Εθνικός Αγροτικός Σύνδεσμος Αντικομμουνιστικής Δράσης (ΕΑΣΑΔ), οι Εθνικές Αντικομμουνιστικές Ομάδες (ΕΑΟ) και η Ομάδα Ανω Λεχωνίων. Τα ιδιότυπα αυτά «Τάγματα Ασφαλείας» εμφανίστηκαν και έδρασαν σε ολόκληρη τη Θεσσαλία, από τις αρχές Απριλίου έως τον Σεπτέμβριο 1944. Οπως και οι άλλες τέτοιου τύπου οργανώσεις σε ολόκληρη τη χώρα, με πρόσχημα την «καταστροφή του κομμουνισμού» και την «εξουδετέρωση όλων των κινήσεων που ήταν πιθανό να βλάψουν τα εθνικά συμφέροντα»2, συνεργάστηκαν με τις κατοχικές αρχές -ελληνικές και γερμανικές- από τις οποίες χρηματοδοτήθηκαν και εξοπλίστηκαν.

Οι ΕΑΣΑΔίτες έχουν μείνει στη συλλογική μνήμη ως «κατακάθια της κοινωνίας»3. Διακρίνονταν από το γαλάζιο περιβραχιόνιο ή το δίκοχο με τα αρχικά της οργάνωσης. Αρχηγός τους ήταν ο Τάκης Μακεδόνας ή «Μαύρος», πρώην υπαξιωματικός της Χωροφυλακής, φοβερός στην όψη και κατά φήμες σαδιστής. Αρχικά είχε σταλεί ως εκπρόσωπος του ΕΔΕΣ Βόλου στον ΕΔΕΣ Αθηνών για να ζητήσει τη συγκρότηση ένοπλων σωμάτων ως αντίπαλο δέος στο ΕΑΜ. Στη συνέχεια όμως αυτονομήθηκε και συγκρότησε ένοπλα σώματα υπό την αιγίδα της Γερμανικής Ασφάλειας (SD)4. Εκτελέστηκε από τον ΕΛΑΣ στη Μάχη του Κιλκίς, όπου είχε καταφύγει ακολουθώντας τους Γερμανούς κατά την υποχώρησή τους.

Η ΕΑΟ συγκροτήθηκε και χρηματοδοτήθηκε από τη Γερμανική Ασφάλεια. Είχε αρχηγό τον Σταμάτη Σταθεράκο και στη συνέχεια τον Αθανάσιο Ισόπουλο και αποτελούνταν από άντρες που είχαν υπηρετήσει στην Ασφάλεια Αθηνών και Βόλου. Η Ομάδα Ανω Λεχωνίων στρατολόγησε άνδρες από την περιοχή υπό τον κτηματία Σπύρο Ραφτόπουλο, ο οποίος μεταπολεμικά ως αρχηγός δεξιάς παρακρατικής οργάνωσης έγινε διαβόητος με το ψευδώνυμο «Καλαμπαλίκης».

Πυλώνες της ιδεολογίας τους, ο εθνικισμός και ο αντικομμουνισμός. Για τον ΕΑΣΑΔ, η προσθήκη του επιθέτου «αγροτικός» δήλωνε ότι απευθυνόταν προς τους αγροτικούς πληθυσμούς, τα συμφέροντα των οποίων θα «προστάτευε» από κάθε προσβολή, και ιδίως από τον κομμουνισμό. Πίσω βέβαια από την όποια ιδεολογία, οι περισσότεροι διέβλεπαν την ευκαιρία για ξεκαθάρισμα παλαιών λογαριασμών ή για εύκολο πλουτισμό.

Το ζητούμενο ωστόσο ήταν η νομή της μεταπολεμικής εξουσίας. Νέες πολιτικές δυνάμεις είχαν συγκροτηθεί κατά τη διάρκεια της Κατοχής και είχαν αποκτήσει σημαντικά λαϊκά ερείσματα μέσω της Αντίστασης, ενώ ο παλαιός πολιτικός κόσμος στην πλειονότητά του είτε παρέμεινε αδρανής είτε συνεργάστηκε με τους κατακτητές είτε κατέφυγε εκτός ελληνικών συνόρων περιμένοντας να περάσει η μπόρα για να επιστρέψει σαν «απελευθερωτής» με τη δύναμη των βρετανικών όπλων.

Συνεργάστηκαν

Η εντυπωσιακή εμφάνιση του ΕΑΜ στην πολιτική σκηνή και ο στρατιωτικός έλεγχος του μεγαλύτερου μέρους της χώρας από τον ΕΛΑΣ προκαλούσε πανικό στον αστικό πολιτικό κόσμο και τους Βρετανούς προστάτες του. Καθώς η ήττα των δυνάμεων του Αξονα διαφαινόταν στον ορίζοντα, μια σειρά από παράγοντες με φαινομενικά αντικρουόμενα συμφέροντα συνεργάστηκαν για να ανακόψουν την ΕΑΜική δυναμική.

Με τη συγκρότηση δωσιλογικών ένοπλων σχηματισμών, οι Γερμανοί επιδίωκαν αφενός την εξοικονόμηση πολύτιμου γερμανικού αίματος στον αγώνα ενάντια στους αντάρτες και αφετέρου στόχευαν σε μια όσο το δυνατόν πιο ασφαλή υποχώρηση. Η κυβέρνηση του Ιωάννη Ράλλη ήθελε να εμποδίσει το ΕΑΜ να καταλάβει την εξουσία όταν θα ερχόταν ώρα της απελευθέρωσης. Προσφέροντας αυτή τη σημαντική υπηρεσία, θεωρούσε ότι θα ξέπλενε από πάνω της την ντροπή του δωσιλογισμού και θα εμφανιζόταν ότι «έσωσε» τη χώρα από τον κομμουνισμό. Ο βασιλιάς και η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση επεδίωκαν να ξαναπιάσουν το νήμα της εξουσίας εκεί που το είχαν αφήσει όταν εγκατέλειψαν τη χώρα. Και φυσικά οι Βρετανοί εμπόδιζαν οποιαδήποτε κίνηση έθετε σε κίνδυνο τα συμφέροντά τους στην Ελλάδα και στην Ανατολική Μεσόγειο γενικότερα. Αν και λεκτικά καταδίκαζαν τα Τάγματα Ασφαλείας και οποιοδήποτε ένοπλο δωσιλογικό σχηματισμό, δεν δίστασαν, όταν έφτασε η ώρα της απελευθέρωσης, να τα διαφυλάξουν από οποιαδήποτε τιμωρία και να τα χρησιμοποιήσουν στον αγώνα εναντίον του ΕΑΜ.

Οι ένοπλες δωσιλογικές οργανώσεις της Θεσσαλίας επισήμως συντηρούνταν από τους Γερμανούς και από γενναίες εισφορές των ομαδαρχών της φασιστικής πολιτικής οργάνωσης ΕΕΕ (Εθνικιστική Ενωσις Ελλάδος), γνωστότερης ως τρία Εψιλον.5 Οι πόροι των «ιδεολόγων αυτών εθνικοσοσιαλιστών» προέρχονταν από εράνους, από επιβολή παρακρατημάτων και από λάφυρα, με έννοια αρκετά διασταλτική. Το δημοσίευμα της ΕΑΜικής εφημερίδας «Ο Ρήγας» είναι ενδεικτικό:

«Ξεγυμνώνανε τους πολίτες πριν τους εκτελέσουν, ρημάζανε μέχρι βελόνι τα μαγαζιά και τα σπίτια τους. Σειρά διαρρήξεις κάθε βράδυ στο κέντρο της πόλης […] Είναι όμως και η νομιμοποιημένη ληστεία. Διακόσια δισεκατομμύρια έχουν βάλει ίσαμε σήμερα στο χέρι την αγορά του Βόλου Ε.Α.Σ.Α.Δ., Ε.Ε.Ε., Ε.Α.Ο. Επιπλέον ο έρανος με το πιστόλι στ’ αυτί!».6

Ατυπη συμφωνία

Φαίνεται ότι υπήρχε άτυπη συμφωνία και οι «εθνικιστές» δικαιούνταν το 15%, ενώ τα υπόλοιπα έπρεπε να τα δίνουν στους Γερμανούς.7 Οι αιτιάσεις δεν διατυπώνονται μόνο από την ΕΑΜική πλευρά. Ο διορισμένος από τη δωσιλογική κυβέρνηση Ιωάννη Ράλλη δήμαρχος Βόλου Θρασύβουλος Παπασακελλαρίου κατήγγειλε ότι ανάμεσα στα θύματα ήταν και οικογένειες εγνωσμένων εθνικιστικών φρονημάτων και διαπίστωνε ότι «οι άνδρες των Ταγμάτων και κυρίως της ΕΑΟ στερούνται πειθαρχίας […] περνούν την ημέρα τους στις ταβέρνες και στους οίκους ανοχής και ασχολούνται με εκβιασμούς σε βάρος των πολιτών. Οι περισσότεροι έπαυσαν προ πολλού να στρατωνίζονται και διαμένουν σε μισθωμένες οικίες ή δωμάτια τα οποία επιτάχθηκαν αυθαίρετα συζώντας με παλλακίδες, και ζώντας, κάθε φορά που τα οικονομούν, βίο σκανδαλώδη και πολυδάπανο».8

Αν και είχαν μικρή στρατιωτική αξία, ήταν στην προνομιακή θέση να γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα λόγω της εντοπιότητάς τους και κατέδιδαν στις δυνάμεις Κατοχής στελέχη του ΕΑΜ. Τις περισσότερες φορές, βέβαια, αναλάμβαναν να διεκπεραιώσουν μόνοι τους τη «βρόμικη δουλειά» των εκτελέσεων. Υπολογίζεται ότι από τέλους Απριλίου μέχρις αρχών Ιουνίου 1944 δολοφόνησαν γύρω στα 220 μέλη της Αντίστασης και έστειλαν σε γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης και σε φυλακές, όπως η «Κίτρινη Αποθήκη» του Βόλου, εκατοντάδες πατριώτες.9

Κανείς δεν μπορούσε να αισθάνεται ασφαλής, ούτε να διαμαρτυρηθεί, φοβούμενος κυρώσεις. Τα μπλόκα στις συνοικίες και σε κεντρικά σημεία του Βόλου ήταν συχνά και στις πλείστες των περιπτώσεων οι συλλήψεις γίνονταν στην τύχη, οι ανακρίσεις, από τους πλέον αναρμόδιους, διακρίνονταν από προχειρότητα και δεν είχαν καμία εγγύηση αμεροληψίας. Οι εκτελέσεις πραγματοποιούνταν κατά τρόπο απάνθρωπο, ενώ τα πτώματα εκτίθεντο γυμνά. «Η ύβρις αυτή για το δημόσιο φρόνημα των πολιτών»10 στόχευε στην κατατρομοκράτηση του πληθυσμού.

Αναγκάζονται να φύγουν

Πολλοί Βολιώτες για να αποφύγουν το «κακό συναπάντημα» έφευγαν από την πόλη τρεπόμενοι είτε προς τα ελεύθερα χωριά του Πηλίου είτε, οι πιο πλούσιοι, προς την Αθήνα. Και οι αγρότες δεν έφερναν τα προϊόντα τους στην αγορά φοβούμενοι διαρπαγή.11

Βασιλικότεροι του βασιλέως οι ΕΑΣΑΔίτες ξεπέρασαν σε αγριότητα τους κατακτητές προκαλώντας την επέμβασή τους. Στη Λάρισα, γερμανικό Στρατοδικείο καταδίκασε στην ποινή του θανάτου ΕΑΣΑΔίτες με την κατηγορία ότι «ως όργανα των δυνάμεων κατοχής στην Ελλάδα εξέθεσαν με τις εγκληματικές τους πράξεις το γόητρο του γερμανικού στρατού».12 Τα στυγερά εγκλήματα στις θεσσαλικές πόλεις και στα χωριά προκάλεσαν από πολλές πλευρές εντονότατες διαμαρτυρίες και διαβήματα στις γερμανικές αρχές κατοχής.

Παρά τις αντιδράσεις και τις εκτελέσεις ελάχιστων ΕΑΣΑΔιτών από το γερμανικό στρατοδικείο τον Ιούνιο του 1944 η εγκάρδια και αγαστή συνεργασία ανάμεσα στις «εθνικιστικές» οργανώσεις και τις γερμανικές αρχές συνεχίστηκε. Το ίδιο διάστημα τμήματα του ΕΛΑΣ έκαναν σφοδρές επιθέσεις εναντίον του ΕΑΣΑΔ επιδιώκοντας τη διάλυσή του. Το «Εκτελεστικό [της ΟΠΛΑ]» ανέλαβε να σταματήσει την προδοτική δράση του ΕΑΣΑΔ είτε με εκτελέσεις, απαγωγές και εγκλεισμό των ενόχων σε στρατόπεδα του ΕΛΑΣ στο Πήλιο.13

Αυτή ήταν και η μόνη τιμωρία των ανδρών των ΕΑΣΑΔ. Παρά την παραπομπή πολλών υποθέσεων στα Ειδικά Δικαστήρια Δωσιλόγων του Βόλου14 και της Λάρισας, οι νέες πολιτικές συνθήκες ύστερα από την απελευθέρωση ξέπλυναν τις αμαρτίες τους στην κολυμπήθρα της εθνικοφροσύνης. Το «έθνος» χρειάστηκε εκ νέου τις υπηρεσίες τους για να καταπνίξει κάθε φωνή προόδου και δημοκρατίας. Τους έντυσε Εθνοφύλακες, τους έχρισε απηνείς διώκτες των αγωνιστών της Αντίστασης ως στελέχη παρακρατικών ομάδων και μετά την ευδόκιμο υπηρεσία τους τούς τίμησε με δημόσιες θέσεις και τους έδωσε σύνταξη αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης.

Η «προσφορά» του ΕΑΣΑΔ, όπως και των ένοπλων δωσιλογικών σχηματισμών, στον αγώνα κατά του κομμουνισμού θεωρήθηκε από το κράτος της εθνικοφροσύνης ότι βάραινε περισσότερο από τη συνεργασία με τον κατακτητή. Σήμερα, 70 χρόνια αργότερα, είναι τουλάχιστον άξιο απορίας πώς «αναθεωρητές ιστορικοί» αλλά και μερίδα του πολιτικού κόσμου εξακολουθούν να υποστηρίζουν το ίδιο σαθρό επιχείρημα.

……………………………………………………………………..

1. Δήμος Βόλου, Δημοτικό Συμβούλιο, Πρακτικά Δημοτικού Συμβουλίου Παγασών, 16.8.1944 στο Δημοτικό Κέντρο Ιστορίας και Τεκμηρίωσης Βόλου. Το έγγραφο έχει ψηφιοποιηθεί στην ιστοσελίδα http://81.186.130.245/archives/html/1944_.html
2. Αναμετάδοση από τον ραδιοφωνικό σταθμό της Αθήνας στις 27 Απριλίου 1944. Παρατίθεται στο Σταύρος Αστερίου Παπαγιάννης, Εθνικός Αγροτικός Σύνδεσμος Αντικομμουνιστικής Δράσης. Τα Τάγματα Ασφαλείας της Θεσσαλίας, Αθήνα: εκδ. Σόκκολη 2007, σ. 22
3. Χαρακτηρισμός βασισμένος σε προφορικές μαρτυρίες οι οποίες συλλέχθηκαν το καλοκαίρι 2014 στο πλαίσιο του προγράμματος Θαλής DEMUCIV του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας με τίτλο «Σχεδιάζοντας το Μουσείο της πόλης του Βόλου: ιστορική έρευνα και ανάπτυξη καινοτόμων διαδραστικών περιβαλλόντων για τη διάχυση της επιστημονικής γνώσης»
4. Επιστολή του κατοχικού δημάρχου Βόλου Θρ. Παπασακελλαρίου προς ΕΔΕΣ Αθηνών, 27.9.1944. Παρατίθεται στο Λάζαρος Αρσενίου, Η Θεσσαλία στην Αντίσταση, Λάρισα: εκδ. Ελλα, 1999, σ. 63-72 και 76
5. Η οργάνωση Εθνική Ενωσις Ελλάδος (ΕΕΕ) ήταν φασιστικό κόμμα με αντισημιτικό προσανατολισμό. Ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1930 με τη μορφή πολιτικού συλλόγου και είχε παραρτήματα σε πολλές πόλεις. Το 1932 πρωτοστάτησε στα επεισόδια εναντίον του εβραϊκού οικισμού Κάμπελ στη Θεσσαλονίκη. Συνεργάστηκε φανερά με τους Γερμανούς. Εμφανίστηκε το 1944 με αρχηγό τον Κ. Γούλα, ως στρατιωτική οργάνωση. Στον Βόλο, ως αρχηγός της ΕΕΕ εφέρετο ο γιατρός Νικόλαος Γεκενίδης από την Καβάλα.
6. Εφημερίδα «Ο Ρήγας», 9.7.44 Παρατίθεται στο Παπαγιάννης, ό.π., σ. 361
7. Εφημερίδα «Λευτεριά», 18.6.44. Στο ίδιο, σ. 361
8. Πρακτικά Δημοτικού Συμβουλίου Παγασών, 16.8.1944, ό.π.
9. Αρσενίου, στο ίδιο
10. Πρακτικά Δημοτικού Συμβουλίου Παγασών, 16.8.1944, ό.π.
11. Στο ίδιο
12. Παπαγιάννης, ό.π., σ. 33
13. «Ο Ρήγας», 9.7.1944 και «Λευτεριά», 18.6.1944
14. Γενικά Αρχεία του Κράτους Νομού Μαγνησίας, Ειδικό Δικαστήριο Δωσιλόγων Βόλου, Πρακτικά, 1946-1950

………………………………………

Ποια είναι

Η Βασιλική Λάζου είναι ιστορικός, διδάκτορας του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Πάντειου Πανεπιστημίου. Η διατριβή της αφορά την πολιτική, την κοινωνία και τη δικαιοσύνη την περίοδο του εμφυλίου πολέμου. Εχει δημοσιεύσει άρθρα σε συλλογικούς τόμους και επιστημονικά περιοδικά για τη δεκαετία 1940.

Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2014

Βήματα πριν τον Εμφύλιο: Αντίποινα των Δυνάμεων Κατοχής στην Ελλάδα, 1941-1944

Βασιλική Λάζου 

Ο όρος «αντίποινα» υποδηλώνει τις συλλογικές ποινές που επέβαλαν οι αρχές Κατοχής στον άμαχο πληθυσμό. Δεν αποτελούν ελληνική ιδιαιτερότητα αλλά εντάσσονται στη λογική της φασιστικής βίας και στην καθυπόταξη των πληθυσμών στην εξουσία του Άξονα. Στα πλαίσια του διεξαγόμενου «ολοκληρωτικού πολέμου» παραμερίστηκε κάθε έννοια ανθρωπίνου δικαίου με ύψιστο στόχο την εξοικονόμηση πολύτιμου γερμανικού αίματος. Η διαταγή του «Διοικητή Ενόπλων Δυνάμεων Νοτιοανατολικής Ευρώπης» στις 28 Οκτωβρίου 1942 είναι χαρακτηριστική από αυτή την άποψη: Όλες οι εμφανιζόμενες εχθρικές ομάδες θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να εξοντωθούν μέχρι τον τελευταίο άνδρα. [...] Πρόκειται για έναν ολοκληρωτικό πόλεμο. Η υποστήριξη απόψεων, όπως η ακόλουθη: «ο ηρωισμός ενός λαού που αγαπάει την ελευθερία» είναι άτοπη. Πρόκειται για πολυτιμότατο γερμανικό αίμα. Γι αυτό αναμένω από κάθε διοικητή, με τη δική του συμμετοχή να φροντίσει, ώστε να εφαρμοστεί αυτή η διαταγή από τα στρατεύματα χωρίς καμία εξαίρεση και με τα σκληρότερα μέσα. [...]
Γερμανοί στρατιώτες στο Ερέχθειο στην Ακρόπολη των Αθηνών
Γερμανοί στρατιώτες στο Ερέχθειο στην Ακρόπολη των Αθηνών
Απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή των εντολών της ανώτατης στρατιωτικής διοίκησης ήταν φυσικά η πειθήνια συμμόρφωση των Γερμανών στρατιωτών. Σε σύντομο χρονικό διάστημα ο φιλελληνισμός και η αρχαιολατρία της ναζιστικής ιδεολογίας έδωσαν τη θέση τους σε φυλετικά στερεότυπα σύμφωνα με τα οποία οι αντάρτες ήταν ληστές που ενδημούσαν στην περιοχή, προέρχονταν από έναν πρωτόγονο πληθυσμό και δεν είχαν κάποιο κώδικα στρατιωτικής τιμής. Αυτή η θεώρηση των ανταρτών ως φυλετικά κατώτερων φανατικών συνέβαλε στην άμβλυνση των αναστολών των στρατιωτικών μονάδων όσο αφορά στην επιβολή σκληρών μέτρων .
Η πλήρης κάλυψη της «βίαιης συμπεριφοράς» των στρατιωτών του Άξονα σε επιχειρήσεις κατά των «συμμοριτών» από την ηγεσία τους διευκόλυνε πράξεις αυθαίρετες και ανεξέλεγκτες. Σύμφωνα με διαταγή που εξέδωσε στις 16 Δεκεμβρίου 1942 ο Γερμανός στρατάρχης Κάιτελ : [Ανθρωπιστικές] επιφυλάξεις οποιουδήποτε είδους αποτελούν έγκλημα εναντίον του γερμανικού έθνους. Κανένας Γερμανός στρατιώτης, ο οποίος συμμετέχει σε επιχειρήσεις εναντίον των συμμοριτών και των συνεργατών τους, δεν θα λογοδοτήσει για τη βίαιη συμπεριφορά του από πειθαρχικής και νομικής απόψεως.
Στον αμείλικτο αγώνα εναντίον των ανταρτών δεν έλειπαν και οι «μοιραίες παρεξηγήσεις» καθώς σε περίπτωση που υπήρχαν αμφιβολίες η γερμανική διοίκηση ενθάρρυνε τους στρατιώτες «πρώτα να πυροβολήσουν» . Η έλλειψη γραπτών διαταγών απέσειε οποιαδήποτε έννοια υπευθυνότητας από τους διοικητές και τους στρατιώτες για τα εγκλήματα που πραγματοποιούσαν.
Πινακίδα στο χωριό Κάνδανος Χανιών που ανεφέρεται στην ολοκληρωτική καταστροφή του χωριού από τους Γερμανούς
Πινακίδα στο χωριό Κάνδανος Χανιών που ανεφέρεται στην ολοκληρωτική καταστροφή του χωριού από τους Γερμανούς
Μπορούν να διακριθούν τρεις φάσεις στην επιβολή των αντιποίνων:
Η πρώτη φάση άρχισε με την έναρξη της κατοχικής περιόδου και αφορούσε περιπτώσεις μαζικής αντίστασης του άμαχου πληθυσμού λόγω της ενεργού συμμετοχής των κατοίκων στην απόκρουση της γερμανικής επίθεσης. Σε αυτή τη φάση εντάσσονται τα αντίποινα ύστερα από τη Μάχη της Κρήτης ή ύστερα τις πρώτες αντιστασιακές ενέργειες στη Μακεδονία (Δοξάτο Δράμας).
Η δεύτερη φάση, έως τις αρχές του 1943, αποτελεί μεταβατική περίοδο καθώς χαρακτηρίζεται από την απουσία μαζικών αντιποίνων. Με τη διάσπαση του Άξονα, τη συνθηκολόγηση των Ιταλών και την επακόλουθη ανάληψη από τους Γερμανούς των ευθυνών για τη χώρα, οι γερμανικές δυνάμεις βρέθηκαν αντιμέτωπες με το ζήτημα της αντίστασης.
Η τρίτη φάση των αντιποίνων ξεκίνησε εκείνη την περίοδο, όταν το αντιστασιακό κίνημα άρχισε να κάνει αισθητή την παρουσία του και να είναι σε θέση να πραγματοποιεί επιθέσεις εναντίον των δυνάμεων κατοχής. Η Βιάννος, τα Καλάβρυτα, το Δίστομο, το Κομμένο και άλλα χωριά σε ολόκληρη τη χώρα έγιναν στόχος της ναζιστικής τρομοκρατίας και έχασαν μέρος του πληθυσμού τους με τον τυφεκισμό εκατοντάδων ανδρών και μαζικές εκτελέσεις αμάχων. Γενικότερα αυτή την περίοδο σε όλη την Ευρώπη, οι Γερμανοί στρατιωτικοί υιοθέτησαν μια σκληρότερη στάση απέναντι στα αντάρτικα κινήματα των κατεχόμενων χωρών.
Είναι αρκετά διαδεδομένος ο μύθος του Ιταλού στρατιώτη ως brava gente (καλού παιδιού) και η άποψη της ηπιότερης ιταλικής κατοχής. Σύμφωνα με την Ιταλίδα ιστορικό Lidia Santarelli, o μύθος αυτός είναι μία κατασκευή που απεικονίζει την έμφαση της εθνικής αφήγησης στον αντιφασιστικό αγώνα 1943-44 και ευνοήθηκε από την έλλειψη αναγνώρισης της ευθύνης της Ιταλίας για εγκλήματα τα οποία διαπράχθηκαν από τον Άξονα κατά τη διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου, γεγονός που απέρρεε και από τον αμφιλεγόμενο ρόλο της Ιταλίας στον πόλεμο . Ωστόσο σύμφωνα με τους δικαστές υπεύθυνους για τη διερεύνηση των εγκλημάτων πολέμου, η στάση των Ιταλών απέναντι στον ελληνικό πληθυσμό με εξαίρεση τη συμπεριφορά τους απέναντι στους Εβραίους, λίγο διέφερε από αυτή των Γερμανών συμμάχων τους . Ο βομβαρδισμός αστικών περιοχών, η απομύζηση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας, οι λεηλασίες στα χωριά, η λειτουργία του στρατοπέδου συγκέντρωσης στη Λάρισα αποτελούν παραδείγματα εγκληματικής δράσης του Ιταλικού στρατού απέναντι στους κατεχόμενους ελληνικούς πληθυσμούς
Τσαριτσάνη,Θεσσαλίας: Ένα απ' τα χωριά που έκαψε και λεηλάτησε ο ιταλικός στρατός κατοχής σε αντίποινα για το αυξανόμενο κίνημα εθνικής αντίστασης
Τσαριτσάνη,Θεσσαλίας: Ένα απ' τα χωριά που έκαψε και λεηλάτησε ο ιταλικός στρατός κατοχής σε αντίποινα για το αυξανόμενο κίνημα εθνικής αντίστασης
Την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1943 πραγματοποιήθηκαν εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των Ιταλών στη Θεσσαλία και στη Στερεά. Ιταλοί στρατιώτες έκαψαν χωριά, εκτέλεσαν κατοίκους και λεηλάτησαν αγροτικές περιουσίες. Έλληνες αγρότες και εργάτες στα ορυχεία εγκατέλειψαν τις οικίες τους και αναζήτησαν καταφύγιο στα ορεινά. Σύμφωνα ωστόσο με την άποψη των γερμανών συμμάχων τους, η διάθεση των Ιταλών να πολεμήσουν τους αντάρτες αποφασιστικά παρέμενε χαμηλή το 1943, ακόμα και όταν από στρατηγικής άποψης ήταν επείγον να υπάρχει ισχυρός έλεγχος στα μετόπισθεν εν αναμονή της συμμαχικής απόβασης. Στην όποια τρομοκρατία ασκούσαν τους έλειπε η «γερμανική σχολαστικότητα» ενώ κατά τις γερμανικές σημαντικός αριθμός Ιταλών αξιωματικών ήταν επιρρεπής στη νωχέλεια. Ο αρχηγός της 11ης Ιταλικής Στρατιάς Τζελόζο έκανε ανοιχτή κριτική στην τακτική των Γερμανών να παίρνουν ομήρους με τυχαίο τρόπο ανεξάρτητα από την ηλικία και το φύλο τους και να τους εκτελούν ως αντίποινα για τη δράση των ανταρτών. Ο ίδιος αρνήθηκε να εισάγει μία τέτοια απεχθή διαδικασία . Οι όποιες αντιρρήσεις του κάμφθηκαν γρήγορα καθώς σύμφωνα με δική του διαταγή επιβλήθηκαν μια σειρά από καταπιεστικά μέτρα την άνοιξη και το καλοκαίρι 1943. Οι διαταγές βασίστηκαν στην άποψη ότι για να καμφθεί το ελληνικό αντιστασιακό κίνημα πρέπει να εξαλειφθούν ολόκληρες τοπικές κοινότητες. Είχε προηγηθεί ένα από τα χειρότερα εγκλήματα πολέμου του Ιταλικού στρατού κατά τη διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου, η σφαγή 150 κατοίκων στο θεσσαλικό χωριό Δομένικο στις 16-17 Φεβρουαρίου 1943 από άνδρες της Μεραρχίας Πινερόλο.
Μαχητές του ΕΛΑΣ
Μαχητές του ΕΛΑΣ
Οι Γερμανοί ακολούθησαν μία σαφώς πιο ενεργή αντιανταρτική πολιτική από ότι οι Ιταλοί προκάτοχοί τους. Ήδη πριν από την αποχώρηση των Ιταλών ο διοικητής της στρατιάς Ε και ανώτερος διοικητής της Νοτιανατολικής Ευρώπης Αλεξάντερ Λερ είχε σχεδιάσει μια πιο συστηματική προσέγγιση των αντιανταρτικών επιχειρήσεων. Από το φθινόπωρο 1943 πραγματοποιήθηκαν ευρείας κλίμακας εκκαθαριστικές επιχειρήσεις καθώς είχε αποδειχθεί ότι οι εξορμήσεις μικρών γερμανικών αποσπασμάτων στην ύπαιθρο και η κατασκευή οχυρών σημείων κατά μήκος των ζωτικής σημασίας αρτηριών ήταν και ανεπιτυχείς και επικίνδυνες. Κατά τη διάρκεια του 1943 πραγματοποιήθηκαν γερμανικές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στον κεντρικό κορμό της Πίνδου και στη Νότια Ελλάδα. Ας σημειωθεί ότι συνολικά 17 μεραρχίες του γερμανικού στρατού και ποικίλα βοηθητικά σώματα απασχολούνταν στη Βαλκανική Χερσόνησο εκτός από το στρατό της Βουλγαρίας και των φιλοαξονικών δυνάμεων. Η περιοχή της Πίνδου ήταν ραχοκοκαλιά της Εθνικής Αντίστασης. Πολλοί ήταν οι λόγοι που συνέτειναν σε αυτό. Η σημαντική παράδοση αυτονομίας των τοπικών κοινωνιών και η κληρονομιά των εθνικοαπελευθερωτικών αγώνων, καθώς η Πίνδος αποτέλεσε κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας βάση και ορμητήριο των κλεφταρματωλών, το ορεινό ανάγλυφο που ευνοούσε στρατηγικά την ανάπτυξη του αντάρτικου και κυρίως η διάθεση και η διαθεσιμότητα των τοπικών κοινωνιών να συμμετέχουν και να στηρίξουν το αντιστασιακό κίνημα κατέστησαν την Πίνδο επίκεντρο της αντάρτικης δραστηριότητας. 
Χάρτης των Μαρτυρικών Χωριών.
Χάρτης των Μαρτυρικών Χωριών.
Στόχος των Γερμανών ιδιαίτερα μετά τη συνθηκολόγηση των Ιταλών το καλοκαίρι 1943 ήταν αφενός να κρατηθεί ανοικτή και να ελέγχεται η βασική αρτηρία Γιάννενα – Μέτσοβο – Καλαμπάκα και αφετέρου να στραγγαλιστεί οικονομικά το αντάρτικο. Ο δεύτερος στόχος αποτέλεσε αντικείμενο μεθοδικού σχεδιασμού από την πλευρά των Γερμανών και είχε καταστροφικές συνέπειες για την παραγωγική υποδομή της υπαίθρου. Ο κύριος σκοπός ήταν να καταστραφούν οι βάσεις για τη διατροφή των ανταρτών. Στο πλαίσιο της εκκαθαριστικής επιχείρησης Πάνθηρας του 22ου Ορεινού Σώματος του Γερμανικού Στρατού στην Πίνδο από τις 18 Οκτωβρίου – 5 Νοεμβρίου 1943 πυρπολήθηκαν περίπου 3.800 σπίτια αλλά και 2.300 αποθηκευτικοί χώροι (αχυρώνες και στάβλοι) και εξοντώθηκαν παραγωγικά και μεταφορικά ζώα. Η λεηλασία ήταν ολοκληρωτική και πολλοί κάτοικοι εγκατέλειψαν τα σπίτια τους ενώ άλλοι αναγκάστηκαν να επιβιώσουν σε αυτοσχέδιες καλύβες. Μέχρι το τέλος του πολέμου καταστράφηκαν στην Ήπειρο 147 χωριά με σύνολο 85.000 κατοίκους και καταγράφηκαν 5.200 πυρπολημένες οικίες και 1.746 νεκροί. Η ήδη ελλειμματική παραγωγή της περιοχής ενέτεινε το πρόβλημα της επιβίωσης των κατοίκων της . Ανάλογες καταστροφές σε παραγωγικές δομές έγιναν και σε άλλες περιοχές της χώρας. Σύμφωνα με μία εκτίμηση το αποτέλεσμα των επιχειρήσεων του φθινοπώρου 1943 ήταν περισσότερα από 1.700 καμένα χωριά, κυρίως στο χώρο της Πίνδου, εκτεταμένες εκτελέσεις και ανυπολόγιστες καταστροφές .
Παράλληλα με τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εναντίον των αντάρτικων σωμάτων οι Γερμανοί προέβησαν σε εκτεταμένα αντίποινα εναντίον του άμαχου πληθυσμού. Εφαρμόζοντας το δόγμα της συλλογικής ευθύνης των κατοίκων μιας περιοχής όπου δρούσαν αντάρτες, ο γερμανικός στρατός δεν έκανε κανένα διαχωρισμό ανάμεσα σε ένοπλους και άοπλους, αλλά στοχοποιούσε το σύνολο του πληθυσμού. Η σύλληψη ομήρων ή κρατουμένων ήταν η πιο ήπια μορφή μιας πρακτικής η οποία συχνά έπαιρνε εξαιρετικά βίαιες μορφές. Επιθέσεις εναντίον Γερμανών στρατιωτών, ενέδρες, πράξεις δολιοφθοράς, εξιλεώνονταν με εκτελέσεις ή άλλης μορφής αντίποινα όπως η πυρπόληση χωριών ή οικιών, η αναγκαστική μετοίκηση πληθυσμών, η κράτηση ομήρων αλλά και κάθε είδους περιορισμοί σε ώρες ελεύθερες κυκλοφορίες ή ακόμα και ποινές σε χρήμα.
Γερμανοί Αξιωματικοί εκπαιδεύουν Ταγματασφαλίτες
Γερμανοί Αξιωματικοί εκπαιδεύουν Ταγματασφαλίτες
Λίγους μήνες πριν από την απελευθέρωση της χώρας οι γερμανικές αρχές κατοχής μετήλθαν οποιουδήποτε μέσου προκειμένου να ενσπείρουν τον τρόμο και να αποτρέψουν τη συμμετοχή του πληθυσμού σε επιθέσεις εναντίον της Βέρμαχτ. Σε αυτά τα πλαίσια με τη δικαιολογία της καταδίωξης των ανταρτών παρακρατικές ομάδες οι οποίες συνεργάζονταν με τους Γερμανούς ανέλαβαν να συνδράμουν ενεργά τον τακτικό γερμανικό στρατό στην εφαρμογή «μέτρων εξιλασμού». Επιδόθηκαν σε ακραίες συμπεριφορές εναντίον των αμάχων ξεπερνώντας σε πολλές περιπτώσεις σε αγριότητα και τους ίδιους τους Γερμανούς, όπως για παράδειγμα ο Σούμπερτ και οι άνδρες του, οι οποίοι αφού είχαν δράσει στην Κρήτη, εγκαταστάθηκαν σε στρατηγικής σημασίας περιοχές της Μακεδονίας προσπαθώντας να κρατήσουν τον ΕΛΑΣ μακριά από τις πόλεις και τους οδικούς άξονες. Ανεξάρτητα από το όποιο πρόσχημα αντικομμουνισμού, οι περισσότερες επιδρομές ήταν καθαρά ληστρικές και στόχευαν σε λεηλασία των αγροτικών προϊόντων και του πλούτου των χωριών. Όταν η σύγκρουση ανάμεσα στις αντιστασιακές οργανώσεις και τους Γερμανούς και τους συνεργάτες τους μεταφέρθηκε από τα βουνά στις πόλεις, οι λεηλασίες χωριών και οι αναίτιες επιθέσεις εναντίον των αμάχων παρουσίασαν σημαντική αύξηση. Οι επιχειρήσεις συνεχίστηκαν μέχρι την παραμονή της αποχώρησης των Γερμανών χωρίς να κατορθώσουν να επιτύχουν τον αρχικό τους στόχο που ήταν η εξουδετέρωση της Αντίστασης. Οι Γερμανοί στρατιωτικοί διαπίστωσαν με απογοήτευση την ενδυνάμωση του ανταρτικού κινήματος που τροφοδοτούνταν διαρκώς από την εχθρότητα και το μίσος της πλειοψηφίας του άμαχου πληθυσμού προς τις κατοχικές δυνάμεις.
Εκτελεσθέντες κάτοικοι του χωριού Κοντομαρί, Κρήτης
Εκτελεσθέντες κάτοικοι του χωριού Κοντομαρί, Κρήτης
Εκτιμώντας τον συνολικό φόρο αίματος των Ελλήνων απόρρητη έκθεση της γερμανικής Στρατιάς Ε έκανε λόγο για 25.435 φονευθέντες Έλληνες στην περίοδο Ιουνίου 1943 – Σεπτεμβρίου 1944 . Σε αυτούς πρέπει να προστεθούν οι περίπου 3.000 εκτελεσθέντες των πρώτων 25 μηνών της γερμανικής κατοχής στην Κρήτη, Μακεδονία και Αττική και οι νεκροί από τα ανάλογα «μέτρα» των Ιταλών. Επιπρόσθετα πρέπει να υπολογιστεί και ένα υψηλό ποσοστό από τους 25.728 συλληφθέντες τους οποίους αναφέρει η έκθεση χωρίς περεταίρω διευκρίνιση για την τύχη τους. Σύμφωνα με άλλες εκτιμήσεις υπολογίζεται ότι έως το τέλος της Κατοχής πάνω από χίλια χωριά είχαν ισοπεδωθεί και ένα εκατομμύριο Έλληνες είχαν πληγεί από τις γερμανικές στρατιωτικές επιδρομές σε ολόκληρη τη χώρα .
Τα τελευταία χρόνια αναβιώνει μία συζήτηση σχετικά με την «ευθύνη» των αντιστασιακών οργανώσεων και τις συνέπειες της δράσης τους στον άμαχο πληθυσμό. Οι επίδοξοι αναθεωρητές της ιστορίας αποτιμώντας το ρόλο και την προσφορά της Αντίστασης υποστηρίζουν ότι τα οφέλη της περιορίζονται σε συμβολικό επίπεδο χωρίς η Αντίσταση να έχει καταφέρει να επιτύχει τους στόχους της. Το κόστος που πλήρωσαν οι Γερμανοί ήταν μικρό ενώ αντίθετα τα αντίποινα που προκάλεσε η Αντίσταση ήταν αιματηρά . 
Σύνθημα του ΕΑΜ στον τοίχο οικίας που προτρέπει τον κόσμο σε απεργία, λόγω της φήμης πως η δωσίλογη κυβέρνηση θα προχωρούσε σε πολιτική επιστράτευση εργατών
Σύνθημα του ΕΑΜ στον τοίχο οικίας που προτρέπει τον κόσμο σε απεργία, λόγω της φήμης πως η δωσίλογη κυβέρνηση θα προχωρούσε σε πολιτική επιστράτευση εργατών
Η συζήτηση αυτή αμφισβητεί και απαξιώνει την ίδια την αναγκαιότητα της αντιστασιακής δράσης απέναντι σε αυθαίρετη και βίαια εξουσία. Οι Γερμανοί προέβαιναν σε αντίποινα ακριβώς γιατί η αντιστασιακή δράση αποτελούσε έντονη πηγή ανησυχίας για αυτούς. Οι επιθέσεις του ΕΛΑΣ προκάλεσαν σοβαρές γερμανικές απώλειες, στο μέτρο της γερμανικής παρουσίας στην Ελλάδα, και προβλήματα στη γερμανική στρατιωτική μηχανή με τις δολιοφθορές στις συγκοινωνίες και στις περιοχές όπου οι Γερμανοί εκμεταλλεύονταν τις πλουτοποπαραγωγικές πηγές της χώρας (μεταλλεία, ορυχεία). Οι κινητοποιήσεις του ΕΑΜ στις πόλεις απέτρεψαν την αποστολή ελληνικού εργατικού δυναμικού στην πολεμικά εργοστάσια του Χίτλερ στη Γερμανία. Η υπαρκτή, πραγματική απειλή της Ελληνικής Αντίστασης αποτέλεσε το κυριότερο ζήτημα της κατοχική πολιτικής των Γερμανών. Τα αντίποινα δεν τα προκάλεσε η Αντίσταση. Τα προκάλεσε η λογική της βίας, της στρατιωτικής ιδεολογίας και της ναζιστικής φυλετικής ανωτερότητας, η αρχή της συλλογικής ευθύνης και της ασύμμετρης απάντησης . Με την επιβολή αντιποίνων οι Γερμανοί στόχευαν να εξαναγκάσουν τους αντιπάλους τους, τους αντάρτες και τον άμαχο πληθυσμό, να μην οργανώνουν ή να απόσχουν από επιθετικές ενέργειες εναντίον των στρατευμάτων Κατοχής.
Για αυτό το λόγο τα αντίποινα δεν έπονταν μόνο της δράσης των ανταρτών αλλά λειτουργούσαν ως κατασταλτικά μέτρα προληπτικά, εκφοβιστικά και αποτρεπτικά. Ο φόβος των γερμανικών αντιποίνων έπρεπε να είναι πολύ μεγαλύτερος από την «απειλή» των ανταρτών. Η ευθύνη των αντιποίνων βαραίνει αυτούς που τα διενεργούν, γι' αυτό και μετά τη βαρβαρότητα των στρατευμάτων του Άξονα, τα αντίποινα περιορίστηκαν από το διεθνές δίκαιο. Οι Συμβάσεις της Γενεύης το 1949 θεσμοθέτησαν ως απαράβατο κανόνα την ανθρωπιστική μεταχείριση των αμάχων. Δυστυχώς μέχρι σήμερα στους σύγχρονους πολέμους (Γιουγκοσλαβία, Σομαλία, Ανατολικό Τιμόρ, Σιέρα Λεόνε, Ρουάντα, Κονγκό) η τελειοποίηση των όπλων μαζικής καταστροφής και η πρακτική των εθνοκαθάρσεων εξακολουθούν να προκαλούν απώλειες αμάχων θέτοντας σε αμφισβήτηση την ικανότητα του ανθρώπου να διδάσκεται από το παρελθόν του.
 1. Στ. Δορδανάς, Το αίμα των αθώων. Αντίποινα των γερμανικών αρχών κατοχής στη Μακεδονία, 1941-1944, Αθήνα: Εστία 2007, σ. 180-181 Παρατίθεται στο Καλογρηάς, ό.π
2. M. Mazower, Inside Hitler's Greece: The Experience of Occupation 1941 – 1944, New Haven, CT and London: Yale University Press, 1993, σ. 231-232
3. Δορδανάς, ό.π, σ. 181-182.
4. Χ. Φλάισερ, «Η ναζιστική εικόνα για τους (Νέο-) Έλληνες και η αντιμετώπιση του άμαχου πληθυσμού από τις γερμανικές αρχές κατοχής», Αφιέρωμα στο Νίκο Σβορώνο, τ. Β, Ρέθυμνο 1986
5. Lidia Santarelli (2004), «Muted violence: Italian war crimes in occupied Greece», Journal of Modern Italian Studies, 9:3, 284
6. Davide Rodogno, «Το spazio vitale του φασισμού και η είσοδος της Ιταλίας στον πόλεμο», στο Χρ. Χατζηιωσήφ (επιμ), Ιστορία της Ελλάδας του 20ου αιώνα, τόμος Γ1, σ. 50-99
7. Gabriella Etmektsoglou, Axis Exploitation of wartime Greece, 1941-1942, Ph. D Thesis, Emory University, Department of History 1995, p. 243-244
8. Γ.Σκαλιδάκης, «Οικονομικές συνέπειες από τις γερμανικές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην Ελεύθερη Ελλάδα» αδημοσίευτη ανακοίνωση, Βιάννος 2011
9. H.F.Meyer, "Epirus in the summer of 1943. Actions of the EDES – Resistance, German and Italian Riprasal Operations, and their impact on the civilian population", αδημοσίευτη εισήγηση στο συνέδριο War and Identities, Αθήνα Μάιος 2006. Παρατίθεται στο Βαγγέλης Τζούκας, «Ο ανταρτοπόλεμος στην Πίνδο και οι γερμανικές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις», αδημοσίευτη ανακοίνωση, Βιάννος 2011
10. John Louis Hondros, Occupation and Resistance: The Greek Agony, 1941-44, New York 1983, σ. 162
11. Δημήτριος Μαγκριώτης, Θυσίαι της Ελλάδος και εγκλήματα κατοχής, Αθήνα 1949 (φωτογραφική ανατύπωση 1996)
12. Στάθης Καλύβας, «Αποτιμώντας την Αντίσταση», Καθημερινή, 8 Μαΐου 2011
13. Πολυμέρης Βόγλης, «Απαξιώνοντας την Αντίσταση», Αυγή, 22 Μαΐου 2011