Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2014

Η Λαϊκή Δικαιοσύνη στην Κατοχή

1945, ήττα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στην Αθήνα, Συμφωνία της Βάρκιζας και Λευκή Τρομοκρατία ενάντια στους αγωνιστές της εαμικής Εθνικής Αντίστασης 1941-1944. Παράλληλα, έναρξη μιας γιγάντιας προσπάθειας κατασυκοφάντησης της Αριστεράς και του εθνικοαντιστασιακού κινήματος.
Μέσα στην φιλολογία περί «σφαγέων ελασιτών» και στα «κονσερβοκούτια», που δέσποζαν στον τύπο της εποχής, μέσα στην περίοδο της πιο μαύρης αντίδρασης, εκδίδεται ένα νομικό βιβλίο, με τίτλο «Λαϊκή Δικαιοσύνη εις τας ελευθέρας περιοχάς της υπό κατοχήν Ελλάδος». Το βιβλίο είναι μια επιστημονική εργασία, στην οποία επιχειρείται η κριτική αποτίμηση του θεσμού της Λαϊκής Δικαιοσύνης, όπως αυτός αναδείχθηκε στις περιοχές της χώρας, που κατά την περίοδο της Κατοχής, ελέγχονταν από την εαμική εξουσία. Παράλληλα, στο έργο αυτό, έγινε μια συστηματική και αξιόλογη προσπάθεια συγκέντρωσης και ταξινόμησης του σχετιζόμενου αρχειακού υλικού. Το βιβλίο προκάλεσε μεγάλη εντύπωση, αφού συγγραφέας του ήταν ένας συντηρητικός νομικός και ακαδημαϊκός που ουδέποτε είχε κάποια σχέση με το κίνημα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ή και την Αριστερά γενικότερα. Διετέλεσε γενικός γραμματέας του υπουργείου Δικαιοσύνης το 1945 και το 1950, υπουργός Εργασίας στην υπηρεσιακή κυβέρνηση Θεοτόκη. Ιδιαίτερη αξία είχαν τα πορίσματα της μελέτης, όπου ο συγγραφέας συμπεραίνει ότι η λειτουργία του θεσμού ήταν σύμφωνη με την κλασική παράδοση περί δικαίου και έχει σημαντικές ομοιότητες με παρόμοιους θεσμούς που αναπτύχθηκαν στην εποχή της Τουρκοκρατίας.

Zoom in (real dimensions: 444 x 703)Εικόνα
Παραθέτω την βιβλιοκριτική του Ηλία Τσιριμώκου στη «Σοσιαλιστική Επιθεώρηση» (φύλλο 4-5, Οκτώβριος-Νοέμβριος 1945). Η «Σοσιαλιστική Επιθεώρηση», ήταν το μηνιαίο θεωρητικό όργανο της ΕΛΔ-ΣΚΕ.

Μεγάλος έπαινος ανήκει στον κ. Δ. Ζέπο. Μέσα στην ατμόσφαιρα παράφορου φανατισμού της Δεξιάς και γενικής προσπάθειας κατεξευτελισμού του Κινήματος Εθνικής Αντιστάσεως, εκείνος, μολονότι δεν υπήρξε Εαμίτης, κατέγινε σε μια επιστημονική εργασία πάνω στο ζήτημα της Λαϊκής Δικαιοσύνης. Βέβαια το έργο του δεν πιάνει το ζήτημα σ’ όλη του την έκταση και σ' όλο του το βάθος. Κυριολεχτικά περιορίζεται να δώση επιστημονικά ταχτοποιημένο το σχετικό υλικό. Να θέση το πρόβλημα. Δεν παύει πάντως η Εργασία του να είναι πολύτιμη και άξια για τον πιο μεγάλο έπαινο. Στο θέμα αν στην Ελεύθερη Ελλάδα, σ’ όλο αυτό το διάστημα υπήρξε Επανάσταση που επεκράτησε (θέμα που ανέλυσε στο 1ο φύλλο της ΣΟΣΕΠ, ο καθηγητής Σβώλος και το τοποθέτησε κατά τρόπο οριστικό), ο κ. Ζέπος προτιμάει να δώση μία λύση όσο μπορεί πιο συντηρητική ας πούμε. Δέχεται βέβαια πώς έγινε επανάσταση εναντίον των Αρχών Κατοχής και των Κουίσλιγκ, αλλά δεν νομίζει ότι ισχύει το ίδιο έναντι του επισήμου Κράτους (Κυβέρνηση Καΐρου). Και είναι βέβαια αλήθεια πως υπήρχαν ιδιόρρυθμες σχέσεις Καΐρου - Βουνού, αφού η Κυβέρνηση Καΐρου περιοριζόταν να άρχει στη Μέση Ανατολή, αφήνοντας την κυριαρχία της Ελεύθερης Ελλάδας στους αντάρτες — ενώ το αντάρτικο και αργότερα η ΠEEA περιορίζονταν να άρχουν στην Ελεύθερη Ελλάδα χωρίς να κηρύξουν έκπτωτο το Γεώργιο και την κυβέρνησή του — μα αυτή η «δυαρχία», που, άλλωστε, οι δύο εξουσίες την ασκούσαν σε διαφορετικά εδάφη, δεν αλλάζει το χαρακτήρα της Επανάστασης. Τα υπόλοιπα ανάγονται στην καθαρά πολιτική σφαίρα (χαρακτήρας του απελευθερωτικού αγώνα, ενωτικές προθέσεις του ΕΑΜ κλπ.), που η εξέτασή τους δεν έχει θέση εδώ.

Οπωσδήποτε — Επανάσταση η ιδιόρρυθμη ντε φάκτο κατάσταση — ο κ. Ζέπος δεν θεωρεί, και αυτό είναι το ουσιώδες, ότι οι θεσμοί που δημιουργήθηκαν έχουν μία απλή αξία επιστημονικής «περιέργειας». Δέχεται πως εκεί επάνω δημιουργήθηκαν κανόνες δικαίου κλπ. έγκυροι για το όσο διάστημα ίσχυσαν και που τα αποτελέσματα τους δεν μπορούν ν’ ανατραπούν παρά από νέους κανόνες δικαίου. Έτσι δεν ολισθαίνει στην «αντιποίηση αρχής» όπου έφτασαν μερικά δικαστικά συμβούλια και δικαστήρια, ατιμάζοντας και το δικό τους όνομα και το έθνος.

Βέβαια οι θεσμοί που γεννήθηκαν στην Ελεύθερη Ελλάδα είναι ατελείς. Δημιουργήθηκαν, έθεσαν το πρόβλημα (και κέρδισαν τη λύση) στη λαϊκή συνείδηση, και καθιέρωσαν οριστικά τη δημοτική γλώσσα. Υπάρχουν σήμερα νόμοι και δικαστικές αποφάσεις στη γλώσσα του λαού. Αυτό αποτελεί μεγίστη λαϊκή νίκη. Κανένας δεν αγνοεί πως η λαϊκή γλώσσα όλων των ευρωπαϊκών λαών καθιερώθηκε από τη στιγμή που οι νόμοι και οι δικαστικές αποφάσεις γραφήκαν σ' αυτή τη γλώσσα. Τούτο είναι οριστικό. Και ο λαός περιμένει την ώρα που οι Αρχές του Ψηφίσματος του Εθνικού Συμβουλίου, έτσι που είναι γραμμένες στη δημοτική, θα γίνουν άρθρα του νέου Συντάγματος της Ελλάδας. Κατά τα άλλα υπάρχει έργο για το μέλλον. Αληθινά και στα τρία ερωτήματα που μπαίνουν επ’ αφορμή της Δικαιοσύνης — α) ποιός δικάζει, β) πώς δικάζει, γ) τι νόμο εφαρμόζει — μόνο προσωρινές απαντήσεις δόθηκαν ως τώρα, και (το πιο ουσιαστικό, το αληθινά μεγαλειώδικο) η γενική κατεύθυνση.

Zoom in (real dimensions: 600 x 535)Εικόνα

Στο πρώτο ερώτημα δεν δόθηκε η οριστική απάντηση κυρίως γιατί δεν λειτούργησαν στην Ελεύθερη Ελλάδα όλα τα δικαστήρια σ’ όλη την κλίμακα της ιεραρχίας. Στο τρίτο ερώτημα δεν δόθηκε η οριστική απάντηση γιατί τα όρια που έθεσε στον εαυτό της η Εθνικοαπελευθερωτική Επανάσταση δεν της επέτρεψαν να προχωρήση σε βαθύτερο μεταρρυθμιστικό νομοθετικό έργο. Η δε πρώτη αρχή που εφαρμόστηκε (ότι όλος ο κόσμος νομίζει ορθό και δίκαιο) ούτε σαν αρχή (αρχή άγραφου δικαίου) μπορούσε να καθιερωθή ούτε και ριζοσπαστικά αποτελέσματα μπορούσε να δώση (προσκόλληση στην παράδοση). Εκεί όμως που δόθηκε η οριστικώτερη, ας πούμε, απάντηση, ήταν στο δεύτερο ερώτημα. Πραγματικά η απόδειξη δόθηκε, η κατάχτηση έγινε: άμεση απονομή της δικαιοσύνης, ουσιαστική, ζωντανή κρίση, απαλλαγή απ’ την τυπολατρία, απ’ την δικονομική στρεψοδικία κλπ.

Βεβαίως δεν είναι η θέση εδώ ν’ αναλύσουμε τις απόψεις μας για την παραπέρα εξέλιξη των θεσμών που θεμελιώθηκαν μες τη φωτιά της μάχης εναντίον του κατακτητή. Οι επιστήμονες που νιώθουν τον παλμό της λαϊκής αναδημιουργίας πρέπει να βαλθούν με ζέση στο έργο. Και, πιστεύουμε πως θα μας δοθούν εργασίες βαθειάς ανατομίας του τι έχει γίνει και εργασίες πάνω στο τι πρέπει αύριο να γίνη. Το θέμα δεν είναι απ’ τα δευτερότερα. Και κανείς κόπος δεν είναι υπερβολικός αν κάτι μπορεί να εισφέρη στην οικοδόμηση των θεσμών της Λαϊκής Δημοκρατίας. Γιατί αυτούς τους θεσμούς ποθεί, γι’ αυτούς πάσχει και αγωνίζεται σήμερα ο λαός.

Διαβάστε τη μελέτη στο SCRIBD. Το βιβλίο έχει εκδοθεί άλλη μια φορά, το 1986, από το «Μορφωτικό ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης». Προλογίζει ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ενώ υπάρχει και ένας σύντομος επίλογος των ιστορικών Ν. Παπαντωνίου και Νίκου Σβορώνου.

Τετάρτη 22 Ιανουαρίου 2014

Η Ελλάδα κατά τον Μεσοπόλεμο (1922-1940)

Η Ελλάδα κατά τον Μεσοπόλεμο (1922-1940)
(6η συνέχεια)

3. Από την ψήφο εμπιστοσύνης - ανοχής στην Κυβέρνηση Μεταξά  (27-4- 1936) ως την κήρυξη δικτατορίας (4 Αυγούστου 1936),  ημέρες εκατό (100).
Στο τέλος Απριλίου  1936 ο Μεταξάς, γνωστός δηλωμένος αντικοινοβουλευτικός, έλαβε την ψήφο της Βουλής, για να κυβερνήσει πέντε μήνες χωρίς Βουλή, με Βασιλικά Διατάγματα. Αξιοποίησε το χρόνο και τις περιστάσεις για να προετοιμάσει ό,τι προβαλλόταν τότε από διάφορους κύκλους ως λύση αναγκαίας θεραπείας: κατάλυση του Κοινοβουλίου, για να κυβερνηθεί η χώρα δικτατορικά από σοφούς ηγέτες χωρίς περισπασμούς. Συγκεκριμένα:
          .α΄. Στις αρχές του Μάη 1936 απεργία εργατών και συλλαλητήριο διαμαρτυρίας αντιμετωπίστηκαν με πρωτοφανή αγριότητα από τη Χωροφυλακή - προφανώς ύστερα από οδηγίες κυβερνητικές - και χύθηκε αίμα αθώων και άοπλων  πολιτών. Καθηγητής  της  Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ο Αβροτέλης Ελευθερόπουλος, χαρακτηρίζοντας τη συμπεριφορά της έφιππης τότε Χωροφυλακής, που είχε αιματοκυλίσει άοπλους εργάτες υπακούοντας σε άτεγκτη πολιτική αρχή, είπε την επιγραμματική ρήση: «άλογα  επί αλόγων επέδραμον εναντίον αόπλων...»[1].  Οι  πολιτικές ηγεσίες, που είχαν εμπιστευτεί για 5 μήνες την εξουσία σε τέτοιους άρχοντες, περιορίστηκαν  σε έκφραση λύπης για τα συμβάντα[2]. Οι μήνες που ακολούθησαν αξιοποιήθηκαν από το  Μεταξά για την προώθηση ομοϊδεατών του σε καίριες θέσεις του κρατικού μηχανισμού. Λογουχάρη, στη θέση του Υπουργού Εσωτερικών προώθησε τον απόστρατο  συνταγματάρχη Θεόδωρο Σκυλακάκη, γνωστό για τις φιλοδικτατορικές τάσεις του, χωρίς καμιά διαμαρτυρία  από τις ηγεσίες των Κομμάτων που είχαν δώσει ψήφο εμπιστοσύνης  - ανοχής στην Κυβέρνηση Μεταξά. Παράλληλα, φαίνεται ότι ο Μεταξάς είχε και ενθάρρυνση  για την πορεία του  από τον ΄Αγγλο πρεσβευτή στην Αθήνα, αν κρίνουμε από τις αναφορές που έστειλε  ο τελευταίος προς  τους προϊσταμένους του. Έχουμε μνημονεύσει δυο αναφορές του απροκάλυπτα «προφητικές» (λίγο πριν από την πρωθυπουργοποίηση του Μεταξά)[3] για επερχόμενη δικτατορία. Με νεότερη αναφορά του στις 12 Αυγούστου του 1936   ανέλυε τους λόγους της επιδοκιμασίας του για τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου  . Έγραφε:
«Δε βλέπω πώς κανείς με κάποια γνώση των πολιτικών πραγμάτων  θα μπορούσε να πενθήσει για την έκλειψη της δημοκρατίας στην Ελλάδα. Η επιστροφή του βασιλιά πρόσφερε την ευκαιρία για την αναμόρφωση του συστήματος, το οποίο ουσιαστικά συνιστά δημοκρατικό προσωπείο που καλύπτει τη διαμάχη για την άλωση της εξουσίας με τη βοήθεια του στρατού. Σε  διάστημα εννέα μηνών  - όσο κράτησε η υπομονή του βασιλιά[4] - έγινε φανερό ότι λείπουν και τα βασικά στοιχεία της οργανωμένης πολιτικής ζωής.  Έτσι, η αναστολή των ελεύθερων θεσμών, σε εποχή μάλιστα που η χώρα έχει άμεση ανάγκη περισυλλογής για να μπορέσει ν' αντιμετωπίσει σοβαρές κοινωνικές και οικονομικές δυσχέρειες , δεν πρέπει να θεωρείται τραγική»[5] .
          Οι αρχηγοί των δύο μεγάλων κομμάτων φαίνεται ότι άρχισαν να νιώθουν ενοχή για το πού οδηγούσαν  τη χώρα με την ως τότε στάση τους από τις εκλογές της 26ης του Γενάρη ως την πρωθυπουργοποίηση του Μεταξά  και προβληματίζονταν:
·        Που δεν είχαν συμφωνήσει σε κάποια επίλυση του «αποτακτικού», έστω συμβιβαστική.
·        Που δεν είχαν ευνοήσει κάποια άλλη Κυβέρνηση συνεργασίας με τους 15 του Παλλαϊκού Μετώπου.
·        Που είχαν ανεχτεί Κυβέρνηση αίματος (θυμίζουμε το ματωμένο Μάη του '36) χωρίς άρση της εμπιστοσύνης ή ανοχής τους.
·        Που είχαν δώσει ψήφο σε τέτοια Κυβέρνηση και την ανέχονταν ακόμη, ενώ άρχιζε να διακρίνεται ή απλά να διαφαίνεται  στον ορίζοντα ανοιχτή και  ολική ανωμαλία. Δεν είναι νοητό να έβλεπε στον ορίζοντα εκτροπή ο κ. Waterlow (όπως είδαμε σε αναφορές του πιο πάνω από το Μάρτη) και να μη  διαισθάνονταν κάτι τέτοιο αυτοί οι κύριοι!
Σε μια αγόρευση στη Βουλή στις 24 Απρίλη 1936, όταν γινόταν λόγος για ψήφο  ή όχι στο Μεταξά,  ο Σοφούλης, αρχηγός των Φιλελευθέρων , σε μια στιγμή αυτοκριτικής είχε πει: «Μέσα εις την ατμόσφαιρα, η οποία περιβάλλει την ζωήν μας, εισπνέομεν όλοι, χωρίς να το καταλάβωμεν, μίαν γενναίαν δόσιν υποκρισίας. Κοπτόμεθα πάντες και εκτραγωδούμεν τον κίνδυνον τον απώτερον του κομμουνισμού, δια να καλύψωμεν τον κίνδυνον τον οποίον ημείς οι ίδιοι δημιουργούμεν........Και η καταφρόνησις προς πάσαν ηθικήν αξίαν και προς πάσαν ηθικήν έννοιαν έχει κλονίσει πλέον τα  θεμέλια του κοινωνικού καθεστώτος, ώστε να μην υπολείπεται πλέον εις τους ενδεχομένους ανατροπείς του κοινωνικού καθεστώτος βαρύ το έργον».[6]
          Οι κίνδυνοι που έβλεπε τον Απρίλη ήταν βέβαια περισσότερο ευδιάκριτοι  το γ΄ δεκαήμερο του Ιουλίου, που οι δυο κομματικές ηγεσίες διέβλεπαν ίσως και τον προσωπικό παραμερισμό τους...επικείμενο. Και, μπροστά στον επικρεμάμενο και γι' αυτούς κίνδυνο, έφτασαν σε κάποια συναίνεση για το «αποτακτικό» (να γίνει μερική επαναφορά αποτάκτων σε κάποιες υπηρεσίες). Και φυσικά έσπευσαν να ενημερώσουν τον «Μεγαλειότατο» για την «ώριμη» πια απόφασή τους, που ήταν όμως  πολύ καθυστερημένη, για να αποτρέψει τα «τεκταινόμενα». Εκείνος έσπευσε να ενημερώσει  έναν «ευπειθέστατον» ή  «ευλαβέστατον» υπήκοό του[7].Παράλληλα με τις πληροφορίες αυτές για την προσέγγιση των δύο  πολιτικών ηγετών (Σοφούλη  και Τσαλδάρη) προκειμένου να αποτρέψουν κυοφορούμενη πολιτική εκτροπή, «αναφέρεται  ότι ο Μεταξάς έλαβε και τη συγκατάθεση[8] του βασιλιά να εγκαθιδρύσει δικτατορία».
          Εύλογο είναι να αναρωτιόμαστε: «πότε σκέφτηκαν ως λύση τη δικτατορία οι υπεύθυνοι γι' αυτήν ως  πρωτεργάτες της»; Ο Σπ. Μαρκεζίνης[9], με αναφορά σε μαρτυρία  του Ι. Διάκου, στενού συνεργάτη του Μεταξά, γράφει: «Ότι ο Μεταξάς απέβλεπε σε δικτατορία πολύ πριν από την 4η Αυγούστου είναι απολύτως βέβαιο...». Εμείς θυμίζουμε  και την προφητεία του Waterlow το Μάρτη του 1936 (κάτι που σημειώσαμε πιο πάνω). Ακόμη πιο μπροστά σημειώσαμε ότι τη λύση δικτατορίας καλλιεργούσαν ως μία ιδεολογία αντικομουνισμού ευρύτεροι κύκλοι από χρόνια. Και η βρετανική διπλωματία φρόντισε να προωθήσει τον άνθρωπό της (το Γεώργιο Β΄) για τα δικά της συμφέροντα, τίμια και καθαρά. Αυτή η εκδοχή  προκύπτει από τις δυο πιο λεπτομερειακές για το ζήτημα αυτό ερευνητικές εργασίες: Ι. Κολιόπουλου,  Παλινόρθωση, Δικτατορία, Πόλεμος 1935-41  και Σπ. Λιναρδάτου, Πώς εφτάσαμε στην 4η Αυγούστου 1936.
Πρόσχημα για την επίσημη κήρυξη της δικτατορίας  υπήρξε η αναγγελία γενικής, πανελλαδικής απεργίας για την 4η Αυγούστου 1936. Οι σχεδιαστές δικτατορικής λύσης πρόλαβαν τους απεργούς κινούμενοι την προηγούμενη νύχτα. Και οικοδόμησαν πολιτική νύχτα για τα επόμενα περίπου πέντε χρόνια. Μερικές   πληροφορίες για  την πολιτική φιλοσοφία τους και το πολιτικό ήθος τους καταγράφουμε  στην επόμενη υποενότητα:
                             Η 4η Αυγούστου ως καθεστώς δικτατορικό.
Το εισηγητικό κείμενο, που υπέβαλε ο Μεταξάς στο Γεώργιο Β΄ για να υπογραφεί σχετικό Βασιλικό Διάταγμα περί εκτάκτων μέτρων (Δικτατορίας) περιέχει τον πίνακα των πρώτων εχθρών του: των Κομμουνιστών. Γι' αυτούς το καθεστώς επιφύλαξε ιδιαίτερα απάνθρωπη μεταχείριση, (μέρος του Γ΄ Ελληνικού Πολιτισμού), όπως θα δούμε στο  κεφάλαιο τούτο, το οποίο αναλύουμε στις παραγράφους που ακολουθούν:
.α΄. Μέτρα κατά των αντιφρονούντων.
.β΄. Ιδεολογία του καθεστώτος.
.γ΄. Οικονομική και Κοινωνική Πολιτική.
.δ΄.Το καθεστώς της 4ης Αυγούστου έναντι (ή εναντίον;) της Νεολαίας: Εκπαίδευση και Εθνική Οργάνωση Νέων (Ε.Ο.Ν.)
.ε΄.  Εξωτερική Πολιτική.
 .α΄. Μέτρα κατά των αντιφρονούντων.
Με το πρώτο εισηγητικό κείμενο που υπέβαλε ο Μεταξάς στο Γεώργιο, για να ζητήσει  άρση  άρθρων του Συντάγματος περί ατομικών δικαιωμάτων και κήρυξη  στρατιωτικού νόμου, άρα εγκαθίδρυση δικτατορίας, με αυτό το κείμενο ονομάζει  και τους εχθρούς που φοβάται: τους κομμουνιστές. Ακόμη και την απεργία τους - την οποία ο ίδιος είχε αντιμετωπίσει με αιματοχυσία στη  Θεσσαλονίκη το Μάη - την αξιολογεί ως επαναστατική δράση. Ήταν πραγματικά επικίνδυνοι; Ο ίδιος ήταν που φοβόταν; Ή  αυτή  η ερμηνεία και αξιολόγηση τον εξυπηρετούσε; Πάντως, οι κομμουνιστές το 1926 πρώτη φορά μπήκαν στη Βουλή  με 10 βουλευτές, το 1928 δεν πήραν καμιά έδρα (γιατί έγιναν οι εκλογές με  πλειοψηφικό) και το 1936 ξαναπήραν 10 έδρες (με αναλογικό). Αλλά  εκτός από τους κομμουνιστές αντίπαλοι για το καθεστώς της 4ης Αυγούστου  ήταν και κατά περίπτωση εκτοπίζονταν ή φυλακίζονταν και όσοι απλά διαφωνούσαν με το καθεστώς[10].
Ανάμεσα στους πρώτους συλληφθέντες ήταν άνδρες διαπρεπείς ως επιστήμονες και πολιτικοί, όπως : ο παιδαγωγός Δημ. Γληνός, ο καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου Αλέξανδρος Σβώλος, ο αρχηγός του Αγροτικού Κινήματος Ιω. Σοφιανόπουλος, ο αγροτικός ηγέτης Κ. Γαβριηλίδης, ο νομομαθής Θεμ. Τσάτσος, τότε βουλευτής των Φιλελευθέρων, ο καθηγητής της Κοινωνιολογίας Αβροτέλης Ελευθερόπουλος  κ.α.  
Για το πλήθος των συλλήψεων κομμουνιστών η πιο πειστική  μαρτυρία προέρχεται από βιβλίο επετειακό των ανθρώπων της 4ης Αυγούστου (Τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης Ι. Μεταξά, τ. Β΄, σελ. 212): «Οι συλληφθέντες κομμουνισταί προσεγγίζουσι τον αριθμόν των 50.000 πεντήκοντα χιλιάδων...ο αριθμός των εν απομονώσει εις τινας νήσους αμετανοήτων κομμουνιστών   δεν υπερβαίνει τους χιλίους». Και στην επόμενη σελίδα  παρέχεται η πληροφορία ότι: «47.000 κομμουνισταί υπέβαλον μέχρι σήμερον δηλώσεις μετανοίας».[11]
Πώς αντιμετώπισαν τους αντιφρονούντες οι άνθρωποι της 4ης Αυγούστου, εκφραστές του Γ΄ Ελληνικού Πολιτισμού; «Πολιτισμένα και φιλάνθρωπα». Υπαινιγμοί περί φιλανθρωπίας υπάρχουν στην προηγούμενη παράγραφο: συλλήψεις, εκτοπίσεις, φυλακίσεις, δηλώσεις μετανοίας (με προφανή «σεβασμό» για το δικαίωμα  ελευθερίας της συνείδησης). Ο ειδικός ερευνητής της ιστορίας της περιόδου αυτής έχει ειδικά κεφάλαια με τίτλους: Βασανιστήρια, Κάψιμο βιβλίων, λογοκρισία[12] και άλλες επινοήσεις ανθρώπων πολιτισμένων και διαποτισμένων με εθνικά ιδανικά!.
.β΄. Ιδεολογία του καθεστώτος: Μπορεί  συνοπτικά να διατυπωθεί με μια πρόταση: έχουμε κράτος εθνικό, αντικομμουνιστικό και οικοδομούμε τον Γ΄ Ελληνικό Πολιτισμό (νοείται συνέχεια του Αρχαίου Ελληνικού και του  Βυζαντινού Πολιτισμού).
Η ποιότητα ιδεολογίας και κρατικής αντίληψης αποκαλύπτεται στην Εκπαίδευση (ειδική § ακολουθεί) και στη νομοθεσία που αναφέρεται στην ελευθερία σκέψης των πολιτών. Λογουχάρη, το Σεπτέμβριο του 1936 εκδόθηκε ειδικός νόμος για τη δίωξη του κομμουνισμού. Το α΄ άρθρο  του: «Τιμωρείται δια φυλακίσεως ...».[13]
Από τις εφημερίδες της 10ης Αυγούστου 1936 ο Σπ. Λιναρδάτος[14] έχει αναδημοσιεύσει δυο ανακοινώσεις οργανώσεων της εποχής που προσκαλούσαν το κοινό  να παρακολουθήσει «πολιτιστικές» εκδηλώσεις:
«Η Εθνική Φοιτητική Νεολαία Πειραιώς, προβαίνουσα εις την εξαφάνισιν δια πυράς ολοκλήρου σειράς κομμουνιστικών εντύπων την προσεχή  Κυριακήν....και ώραν 8μ.μ. και εν τη πλατεία Πασαλιμανίου Πειραιώς προσκαλεί  άπαντας τους εθνικόφρονας νέους, όπως προσέλθουν  εν τη πλατεία Τερψιθέας, την 7μ.μ., ίνα εν σώματι μεταβούν και συμμετάσχουν εις την τελετήν». 
«Καλούνται άπαντες οι εθνικόφρονες γονείς  της πόλεως Πειραιώς όπως...προσέλθουν ...κομίζοντες μεθ' εαυτών  άπαντα τα ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΑ ΔΙΔΑΚΤΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ, ίνα καώσι μετά σειράς ολοκλήρου κομμουνιστικών  εντύπων τη ενεργεία της Εθνικής Φοιτητικής Νεολαίας Πειραιώς. Επιτροπή Εθνικοφρόνων Γονέων Πειραιώς».
Ειδικά για τη λογοκρισία των εφημερίδων έγραψε τη σχετική Εγκύκλιο ο ίδιος ο Μεταξάς. Κείμενο περισπούδαστο για την αντίληψη του συντάκτη περί ελευθεροτυπίας. Έγραφε: «1) Απαγορεύεται απολύτως η εμφάνισις λευκού εις τας στήλας των εφημερίδων. Αι εφημερίδες υποχρεούνται  να συμπληρώνουν τα δημιουργούμενα κενά εκ των διαγραφών εις τας οποίας προβαίνει  η υπηρεσία εποπτείας Τύπου. Απαγορεύεται η συμπλήρωσις των κενών εις την πρώτην  και τελευταίαν σελίδα  με διαφημίσεις. Απαγορεύεται απολύτως η αναγραφή πληροφορίας η οποία να αποκαλύπτη την άσκησιν προληπτικής λογοκρισίας. 2) Απαγορεύεται οιαδήποτε κρίσις περί  του έργου της κυβερνήσεως, εκτός αν είναι  ευμενής ...5)Περί ταξιδίων της Α.Μ. του Βασιλέως θα δημοσιεύωνται μόνον όσα ανακοινούνται επισήμως ...7) Απαγορεύεται  η αναγραφή πάσης πληροφορίας  σχέσιν εχούσης με εργατικάς και επαγγελματικάς οργανώσεις και οιασδήποτε εκδηλώσεις αυτών, εκτός αν πρόκειται  περί κινήσεων και εκδηλώσεων αι οποίαι είναι ενισχυτικαί του έργου της κυβερνήσεως, έχουν δε εγκριθή προηγουμένως υπό του υφυπουργού Εργασίας δια τας Αθήνας ή την αρμοδίαν υπηρεσίαν δια τας επαρχίας...9) Εν γένει αι εφημεριδες δέον όπως εκθύμως και ενθουσιωδώς δι'  άρθρων, σχολίων και πάσης φύσεως δημοσιευμάτων συμβάλλωσι εις το αναμορφωτικόν και δημιουργικόν έργον της Κυβερνήσεως».[15]
.γ΄. Οικονομική και Κοινωνική Πολιτική του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου.
          Υπέρμαχοι και επικριτές του καθεστώτος εύλογα αναφέρονται στα μέτρα οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής του. Οι  πρώτοι μιλούν για την ευαισθησία που έδειξε για τις ασθενέστερες κοινωνικές τάξεις: γεωργούς, εργάτες, οι δεύτεροι  για τα προνόμια που αναγνώρισε ή και διεύρυνε για τους κεφαλαιοκράτες. Πολύ κατατοπιστικό  για όλες τις πτυχές είναι το σχετικό κεφάλαιο που βρίσκουμε στο ειδικό σύγγραμμα του Σπ. Λιναρδάτου, 4η Αυγούστου,[16]  από το οποίο μεταφέρουμε μερικά στοιχεία ενδεικτικά  προθέσεων και πράξεων:  
          Από τα πρώτα βήματά του  ως Κυβερνήτης ο Μεταξάς είχε διακηρύξει: «Θέλομεν πρόνοιαν δια τους πτωχούς και ενδεείς και αστικόν καθεστώς, το οποίον ημείς θα το στηρίξωμεν και θα το υποστηρίξωμεν υπό μίαν προϋπόθεσιν: ότι  τούτο θα κάμη θυσίας υπέρ των πενομένων τάξεων»[17]. Ακριβέστερα αποκαλύπτεται η πρόθεσή του με άλλο λόγο του τρία χρόνια αργότερα, όταν έλεγε συνοπτικά ότι το ως τότε έργο του ήταν: « η αδιάκοπος  φροντίς δια την στερέωσιν του αστικού καθεστώτος  με όλας τας αναγκαίας θυσίας δια το σύνολον της κοινωνίας και ιδίως δια τας ασθενείς τάξεις».[18]
          Ως θετικά βήματα συνήθως καταγράφονται: η καθιέρωση «οκταώρου» για τους εργάτες, η ίδρυση και λειτουργία του Ι.Κ.Α., οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Πρόκειται για μέτρα που είχαν νομοθετικά αντιμετωπιστεί κατά  την περίοδο που είχε προηγηθεί, από το 1922 ως το 1935, ύστερα από τη Μικρασιατική περιπέτεια και την τραγική έκβασή της και κάτω από την ιδεολογική πίεση που ασκούσε στις αστικές κοινωνίες η επικράτηση των Μπολσεβίκων στη Ρωσία. Όμως η εργοδοσία δεν είχε ακόμη αποδεχτεί αντίστοιχα μέτρα για κάποια ασφάλιση - ανακούφιση των εργαζομένων. Προωθήθηκαν κάπως ώστε να καθιερωθούν ως νόμοι - θεσμοί τον καιρό της 4ης Αυγούστου, λίγο με την «πειθώ του καθεστώτος», λίγο με τη διαρκή επίκληση του κομμουνιστικού κινδύνου, αφού πραγματικά ασκούσε γοητεία η ιδεολογία του σοσιαλισμού στις τάξεις όχι μόνο των εργαζομένων αλλά και πολλών εκπροσώπων της πνευματικής ζωής[19] με κοινωνική ευαισθησία.
          Κάποια ειδικά μέτρα για την ενίσχυση των γεωργών χαρακτηρίζονται ως ημίμετρα από τον  πιο ειδικό μελετητή της 4ης Αυγούστου[20], ο οποίος θυμίζει και τις ειδικές  οδηγίες που δίνονταν για την οργάνωση των τελετών υποδοχής του  μεγάλου Αρχηγού, όταν πραγματοποιούσε  επισκέψεις  για να ενθαρρύνει τους υπηκόους. Η  σχετική Εγκύκλιος καταλήγει με την πιο αξιομνημόνευτη υπόδειξη; «Επιθυμούμεν επίσης να φέρωμεν  εις γνώσιν υμών ότι αι εκδηλώσεις δέον να γίνωνται δια ζητωκραυγών και ουχί μόνον δια χειροκροτημάτων»!!
          Ως προς το εισαγωγικό / εξαγωγικό εμπόριο ενισχύθηκαν ιδιαίτερα  οι οικονομικές σχέσεις  για λόγους μάλλον αντικειμενικούς, με τη Γερμανία: η βιομηχανική εκείνη χώρα χρειαζόταν κυρίως γεωργικά  προϊόντα  από την Ελλάδα (και άλλες χώρες της Βαλκανικής)  με αντάλλαγμα τα  βιομηχανικά προϊόντα που εκείνη διέθετε[21]. Αυτές οι οικονομικές σχέσεις είναι πιθανό ότι ανταποκρίνονταν και στις συμπάθειες του Μεταξά, μολονότι στην εξωτερική πολιτική του είχε πολύ νωρίς προσανατολιστεί προς την Αγγλία, για λόγους που θα δούμε στην επόμενη παράγραφο.
.δ΄. Το καθεστώς της 4ης Αυγούστου έναντι (ή εναντίον;) της Νεολαίας: Εκπαίδευση - Εθνική Οργάνωση Νέων (Ε.Ο.Ν.).
          Η ιδεολογία και το ήθος των ανθρώπων της 4ης Αυγούστου απεικονίζεται σαφέστερα στην εκπαιδευτική πολιτική τους και στον τρόπο που αντιμετώπισαν τους νέους.
Συγκεκριμένα:
1. Ως υπουργός Παιδείας της 4ης Αυγούστου ο Κων. Γεωργακόπουλος έστειλε Εγκύκλιο στα σχολεία (την 17 Οκτωβρίου 1936) με την ευκαιρία έναρξης του σχολικού έτους 1936- 1937. Αντιγράφουμε μια παράγραφο: «Η κατά την τελευταίαν εικοσαετίαν[22]κρατήσασα κατάστασις μοιραίως επηρέασε και την εκπαίδευσιν. ΄Ανθρωποι ανίκανοι να περιλάβουν  εις την μικράν ψυχήν των την απέρανατον  και ιεράν έννοιαν της Πατρίδος, εμφορούμενοι από ιδέας και θεωρίας ας εδημιούργησαν έκφυλα πνεύματα, επιχείρησαν την διάσεισιν αυτών τούτων των βάθρων, εφ' ων ανέκαθεν εστηρίχθη δια να μεγαλουργήσει το ελληνικόν έθνος. Προσεπάθησαν να υπονομεύσουν  την θρησκείαν , την πατρίδα, την οικογένειαν»[23].
2. Τον επόμενο χρόνο με ειδικό νόμο (952/1937) ιδρύθηκε ο  ΟΕΣΒ, που αναμφίβολα πρόσφερε και θετικές υπηρεσίες πολλές[24], αλλά και χρησιμοποιήθηκε για ιδεολογικό έλεγχο του σχολικού βιβλίου, ειδικά στον τομέα της Ιστορίας[25] , της Λογοτεχνίας κ.α.
3. Με τον αναγκαστικό νόμο 770 του 1937 προωθήθηκε νέα διάρθρωση της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης τέτοια, ώστε:
  Το Δημοτικό Σχολείο παρέμενε τυπικά 6τάξιο, αλλά οι μαθητές του μπορούσαν με εξετάσεις  από την 4η τάξη να εισαχθούν  στο 8/τάξιο Γυμνάσιο.
  Συνέπεια μοιραία: οι πιο ικανοί και φερέλπιδες έφευγαν για το Γυμνάσιο και οι άλλοι συνέχιζαν ως τραυματίες στο Δημοτικό , αν δεν το εγκατέλειπαν[26] .
 4. Με το νόμο 953/ 1937 το καθεστώς μερίμνησε για την τυπική Ανωτατοποίηση των Παιδαγωγικών Ακαδημιών, αλλά ... «ο χρόνος φοιτήσεως εις αυτάς  είναι διετής, δύναται δε να παραταθή εις τριετή δια Βασιλικού Διατάγματος». Αλλά τέτοιο διάταγμα δεν κρίθηκε αναγκαίο ...για τις επόμενες  τέσσερις, πέντε δεκαετίες !
5. Το ύφος και το ήθος  της όλης εκπαιδευτικής πολιτικής έδωσε  ο ίδιος ο Μεταξάς, όταν ανέλαβε το Υπουργείο Παιδείας το 1938 και έκαμε σχετικές δηλώσεις: «Από όλους τους εκπαιδευτικούς προσδοκώ αμέριστον βοήθειαν ...Όταν λάβω μίαν απόφασιν...και αντιθέτως προς τας γνώμας σας, η απόφασις αυτή είναι οριστική και ανέκκλητος...Δεν επιτρέπω από κανένα...καμμίαν, ούτε υπόκωφον αντίστασιν εις τας θελήσεις μου...Κρίσεις επί των ενεργειών του Υπουργού (ο λόγος για τον εαυτό του, βέβαια) θα με εύρουν  έχθιστα διακείμενον. Είμαι  βέβαιος ότι υπό τους όρους αυτούς θα συνεργασθούμε καλά...»(!)[27]
«Οφείλετε να γνωρίζετε ότι η Εθνική Οργάνωσις της Νεολαίας είναι θεσμός κρατικός, έργον ιδικόν μου, επί του οποίου στηρίζω τας μεγίστας ελπίδας. Προσεπαθήσαμεν τελευταίως  να τον προσαρμόσωμεν και με το σχολείον, ούτως ώστε να αλληλοσυμπληρούνται. Επί του ζητήματος αυτού, Κύριοι, είμαι αποφασισμένος, εάν παρουσιασθή οιαδήποτε αντίδρασις, να την θραύσω κατά τρόπον αμείλικτον».(!)
             Θα σας παρακαλέσω επομένως επί του ζητήματος αυτού να μη μου  παρουσιασθή ποτέ  από κανέναν εκπαιδευτικόν αντίδρασις, όχι φανερά βέβαια  που δεν θα το κάμη, αλλ' ούτε υπόκωφος» .(Αλ.Δημαρά,  σελ. 190).  
           
Το ενδιαφέρον του καθεστώτος για την Εκπαίδευση εκδηλώθηκε και με άλλους τρόπους, λ.χ. την απομάκρυνση καθηγητών του Πανεπιστημίου που κρίνονταν ανεπιθύμητοι για το καθεστώς. Τότε απομακρύνθηκαν οι:
Δυοβουνιώτης της Θεολογικής Σχολής  Αθηνών,
Βορέας, ΄Αμαντος, Βολανάκης, Εξαρχόπουλος, Κεραμόπουλος, της Φιλοσοφικής Αθηνών ,
Ρίλλης , της Νομικής,
Ματθαιόπουλος, Ζέγγελης, Αιγινήτης, Μαλτέζος, Χατζηδάκις της Φυσικομαθηματικής,
Κούζης, Μέρμηγκας, Σκλαβούνης της Ιατρικής,[28]
Αβροτέλης Ελευθερόπουλος της Κοινωνιολογίας (του Πανεπ. Θεσ/νίκης, 1937).
Τον ίδιο χρόνο  είχε παραιτηθεί από το ίδιο Πανεπιστήμιο εκφράζοντας την αηδία του για τις περί παιδείας δηλώσεις του Υπουργού Παιδείας ο φημισμένος παιδαγωγός Αλέξανδρος Δελμούζος (όπως σημειώσαμε παραπάνω, σημ. 22).
Παράλληλα ιδρύονταν νέες έδρες για  συγγενείς και φίλους του μεγάλου «Αρχηγού», λογουχάρη:
Έδρα Υδρολογίας και Ιατρικής Κλιματολογίας, για ένα γαμπρό  του Αρχηγού (Ευγένιο  Φωκά)[29],
Έδρα Γενικών Αρχών του Νέου Κράτους για φίλο του γαμπρού (Νικ. Κούμαρο).
Επίσης, στο Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης διορίστηκε ο αδερφός του Ευγένιου (Νικ. Φωκάς) και άλλος γαμπρός (Νικ. Μαντζούφας).
          Αξίζει να μεταφέρουμε κάποιες πληροφορίες για την Εθνική Οργάνωση Νέων (Ε.Ο.Ν.). Ότι  αποτελούσε μίμηση φασιστικών προτύπων για την ιδεολογική υποδούλωσή της νέας γενιάς στην υπηρεσία του καθεστώτος δεν έχουν διατυπωθεί πειστικές αντιρρήσεις. Αλλά πέρα από τη μομφή του ιδεολογικού πειθαναγκασμού οι ερευνητές της εποχής προσγράφουν στους εμπνευστές και διοργανωτές του θεσμού ποικίλα επιμέρους αμαρτήματα ή ατοπήματα εις βάρος  των νέων και της κοινωνίας όλης. Φαίνεται ότι η όλη προσπάθεια συνάντησε και αντιθέσεις  σε επίπεδα υψηλά (για τον έλεγχο του εγχειρήματος ή την ικανοποίηση φιλοδοξιών), ίσως  και παρανοήσεις ή ανικανότητες. Ενδεικτικές  οι λακωνικές εγγραφές του Μεταξά  στο Ημερολόγιό του (4ο τόμο 1933-1941, ή τόμους 7ο -8ο  σε νεότερη έκδοση):
«30 Ιανουαρίου (1938)(...) Ετελείωσα (επί τέλους!) Εγκύκλιον Νεολαίας. Να ιδούμε τι  θα πη ο της  Παιδείας».
«19 Φεβρουαρίου (1938)«Ετελείωσα με Γεωργακόπουλον ζήτημα νεολαίας. Υποτάσσεται λίγο- λίγο».
«16 Απριλίου, Σάββατον.
Ανακατώματα με Οργάνωσιν Νεολαίας. Διάδοχος προς Κανελλόπουλον την καθυβρίζει. Υπουργός Παιδείας μου  παρουσιάζει ύποπτον νομοσχέδιον.  Βεζανής κατά Κανελλοπούλου. Λουλού κατά Κανελλοπούλου. Διάκος τα έχασε. Προχθές, χθες, σήμερα μεταχειρίσθηκα το μαστίγιον προς όλους και ησύχασαν».
«9 Ιουνίου (...) Παρέλασις αθλητών. Τι ωφελεί έργον μου; Μόνον εντυπωσιακώς...Ύβρεις Διαδόχου κατά της Νεολαίας. Προσωπικαί  αντιδράσεις. Η Λουλού εργάζεται με ψυχή αφωσιωμένη. Σ' αυτό την καμαρώνω. Τάγματα εργασίας παρέλυσαν. Κακά συντεταγμένα. Παύσις Βεζανή. Εξωτερική ραδιουργία;  Θωπείες Αγγλικές. Να πιστέψω; Μέσα μου αμφιβάλλω».
            «11 Δεκεμβρίου (1938)...Και ήλθε και η σειρά της Νεολαίας. Από ημέρες πολλές πρόσκοποι και προσκοπίνες εζήτησαν συμβιβασμόν. Και σιγά σιγά ήλθε το ζήτημα ώριμο. Και τους είπαμε καθαρά να ενωθούνε μαζί μας. Και τέλος ο Διάδοχος με εζήτησε και εμίλησα μαζί του  - δυο ώρες. Θέλει να επανέλθη στη Νεολαία. Και τον επαναφέρω θριαμβευτικά και σαν αγαπημένο Γενικό Αρχηγό. Αλλά όχι μόνον αυτόν αλλά και τη Φρειδερίκη και ακόμη περισσότερο και την Ειρήνη. Με επιτίμους βαθμούς. Σήμερα 11 Δεκεμβρίου έγινε το θαύμα. Μία παράταξις μεγαλειώδης στο Πεδίο του ΄Αρεως. Εξέδρα. Σημαίες που έδωσαν ο Διάδοχος και η Φρειδερίκη. Ύμνος της Νεολαίας. Της 4ης Αυγούστου...»
            «31 Δεκεμβρίου, Σάββατον (1938)...Έπειτα ΕΟΝ. Έκεί σπίτι μου, σπίτι μου. Ενθουσιασμός παιδιών μου. Μα μέσα  μου φαρμάκι - θα το πληρώσω αυτό στον ερωμένο της....στο δούλο της. Και επί πλέον ο Βασιλεύς ερώτησε τον Παπάγο εάν είναι αλήθεια ότι τα παιδιά της ΕΟΝ κατασκοπεύουν τους  γονείς των!  Αυτά είναι συκοφαντίες του Μερκάτη και της ...του. Αλλά  γιατί ο Βασιλεύς είναι τόσο ευπρόσιτος σε κάθε τέτοιες διαβολές; Έτσι κλείνει ο παλαιός χρόνος. Μέσα σε συνωμοσίες κομματικές και παλατιανές, μίση φθονερών και αποτυχημένων, εξεγέρσεις που εβάσταξαν όλο το χρόνο (...) Και τώρα έχω να αντιμετωπίσω την παλατιανή συνωμοσία που εξυφαίνεται γύρω στον Βασιλέα. Δεν είναι αυτός μέσα, το ξέρω. Αλλά ούτε υπέρ εμού...».
          Την εποχή εκείνη έγινε ο συμβιβασμός του Μεταξά  και των ανακτόρων για το θέμα της Νεολαίας. Στις 9 Δεκεμβρίου ο διάδοχος Παύλος γίνεται «Γενικός Αρχηγός»  της ΕΟΝ και οι πριγκίπισσες Φρειδερίκη και Ειρήνη αναλαμβάνουν την «επίτιμον ανωτάτην διοικησιν και την «γενικήν επιθεώρησιν» των γυναικείων σχηματισμών της φασιστικής νεολαίας του Μεταξά.
            Λίγες μέρες πριν, ο Μεταξάς  είχε φροντίσει να αναλάβει το υπουργείο  Παιδείας προσωπικά με κύριο σκοπό να υποχρεώσει τους καθηγητές - που στην πλειοψηφία τους, ανεξάρτητα από πολιτική τοποθέτηση, δεν έδειχναν καμιά συμπάθεια για την ΕΟΝ, γιατί έβλεπαν πώς οδηγούσε στη διάλυση του σχολείου - να τον βοηθήσουν στον εξανδραποδισμό της νεολαίας»[30].
            Ο ίδιος μελετητής, που είχε προσωπική εμπειρία από τα επιτεύγματα της 4ης Αυγούστου και ειδικότερα της ΕΟΝ, συνεχίζει την ανάλυσή του  με παραγράφους όπως:
·        Μουσολινικός φανφαρονισμός.
·        Πολυτελείς υπηρεσίες.
·        Διδασκαλία και πράξη χαφιεδισμού .
          Κλείνουμε  αυτή την πολύ συνοπτική αναφορά στην Εκπαίδευση των νέων  από τη Δικτατορία της 4ης Αυγούστου με παράθεση  στίχων του Ύμνου, που καλούνταν να ψάλλουν τα παιδιά από την α΄ τάξη του Δημοτικού Σχολείου :
«Γιατί χαίρεται ο κόσμος και χαμογελάει πατέρα;
Γιατί σαν αυτή, παιδί μου, την ημέρα τη χρυσή
-που τη χαίρεσαι κι εσύ -
στέρεψε το μαύρο δάκρυ, κλείσανε πολλές πληγές,
αψηλώσανε τα στάχια κι ένα γύρο όλα τα βράχια
εγινήκαν ανθοβούνια και χρυσοπηγές».
Από τις χρυσοπηγές πήγασαν, κατά τη γνώμη μου -βασισμένη σε λίγη προσωπική μαρτυρία και πολλά μεταγενέστερα διαβάσματα - τούτα  τα επακόλουθα:
·        Μια μερίδα συνειδητοί συνεργάτες του φασισμού, ναζισμού (1941-44).
·        Μια ιδεολογική συμπάθεια προς τέτοια καθεστώτα που έσυρε μέρος της κοινωνίας  μας ως την έκφραση της αφροσύνης (1967-74).
·        Συσσωρευμένη λαϊκή αγανάκτηση (για τα βασανιστήρια και τις λοιπές διώξεις και ταπεινώσεις) που βρήκε την έκφρασή της σε  μεγαλειώδη Εθνική Αντίσταση(1940-1944).
·        Εκτροφή όλων των δυνάμεων που έφτασαν  στον Εμφύλιο (1946-49)[31], με τη βοήθεια  και των μεταπολεμικών περιστάσεων, που θα δούμε στο επόμενο κεφάλαιο.
.ε΄. Εξωτερική Πολιτική της 4ης Αυγούστου.
Συχνά οι μελετητές του φαινομένου και πιο συχνά οι μη ειδικοί μελετητές αρχίζουν το λόγο  τους για το θέμα αυτό με αναφορά στην παλιά έκφραση θαυμασμού από το Μεταξά για τη Γερμανία του Κάιζερ, από την οποία είχε ο ίδιος  αναμνήσεις καλές (είχε μετεκπαιδευτεί στη Στρατιωτική Ακαδημία του Βερολίνου ως νέος αξιωματικός με πολύ καλές επιδόσεις). Επιπλέον, κατά την περίοδο του Εθνικού Διχασμού (1915-17) ο Μεταξάς, αφοσιωμένος στο βασιλιά Κωνσταντίνο, τον είχε ακολουθήσει στη Γερμανόφιλη πολιτική του (Προδοσία, κατά τους ερευνητές)[32].
Όμως, όταν ο Μεταξάς  προωθήθηκε στην Κυβέρνηση (μεταβατική) Κωνσταντίνου Δεμερτζή (αρχές του 1936) και εντελώς  ανορθόδοξα  στην Πρωθυπουργία (τον Απρίλη του 1936)[33], είχε άλλες εμπειρίες  και εκτιμήσεις και άλλες ευθύνες και εξαρτήσεις. Συγκεκριμένα:
·        Είχε επιλεγεί και προωθηθεί από το Γεωργίο  Β΄ αγγλοθρεμμένο και αγγλόφιλο, που η βρετανική διπλωματία για τους δικούς της στόχους τον είχε βοηθήσει να επανέλθει στο θρόνο το 1935[34]. Είχε κάθε λόγο -ίσως και δέσμευση - να ακολουθήσει αγγλόφιλη πορεία. Ο  ίδιος ως  στρατιωτικός - αλλά και Πρωθυπουργός πια - μπορούσε να διακρίνει ότι η θέση  της χώρας του διπλωματικά / στρατιωτικά ήταν μάλλον πιο κοντά στη μεγάλη θαλασσοκράτειρα της εποχής, τη Βρετανία. Και με αυτήν προσπάθησε να έχει διπλωματική  επαφή παρακολουθώντας την όλη πολεμική ατμόσφαιρα που διαμορφωνόταν στο διεθνή ορίζοντα εκείνη την περίοδο (1935-40), ειδικά στον ευρωπαϊκό χώρο.
·        Ανάλογη κατανόηση για το Μεταξά και βούληση για ενίσχυσή του βρίσκουμε σε σχετικά κείμενα της βρετανικής διπλωματίας[35].
·        Ιδιαίτερα μετά την εγκατάσταση του Μουσολίνι ως Προτέκτορα (Προστάτη)  στην Αλβανία, τον Απρίλιο του 1939, ο Μεταξάς αισθανόταν άμεση  απειλή από το φασίστα «γείτονα» και αισθανόταν την ανάγκη να αναζητεί  προστασία  από τη μόνη αντίπαλή του ναυτική δύναμη, την Αγγλία, αφού η Ιταλία είχε συμμαχήσει  με τον Χίτλερ.
·        Όταν μάλιστα έγινε γνωστό  το Γερμανοσοβιετικό Σύμφωνο της 23ης  Αυγούστου 1939, όποια ερμηνεία κι αν έδωσε ο Μεταξάς (ότι ειλικρινά συμπορεύονταν οι Χίτλερ - Στάλιν ή ότι κατά βάθος  αλληλοαπατούνταν) [36, είχε πρόσθετους λόγους να συμπορεύεται με τη Βρετανική διπλωματία.
·        Προσπάθησε μάλιστα όχι μόνο να αποσπάσει  δήλωση συμπαράστασης  από την Αγγλία, αλλά και να την πείσει να προαποστείλει βρετανικό εκστρατευτικό σώμα στην Ελλάδα για συμπαράσταση ουσιαστική, όταν θα εκδηλωνόταν Ιταλική  ή Γερμανική ( ή κοινή Ιταλογερμανική) επίθεση. Και αυτό πραγματικά έγινε στο τέλος , έστω και με λίγες βρετανικές δυνάμεις, που ήταν σε ελληνικό έδαφος, όταν εκδηλώθηκε γερμανική  επίθεση τον Απρίλη του 1941, και φρόντισαν βέβαια να αποσυρθούν έγκαιρα προς την Κρήτη...(Η συνέχεια στο επόμενο κεφάλαιο: Παγκόσμιος Πόλεμος 1939-45: Η Ελληνική εμπλοκή  σε αυτόν).



[1] Τον επόμενο χρόνο ...απομακρύνθηκε από τη θέση του. Τέτοιοι στοχαστές κριτές δεν ήταν ανεκτοί  στα πλαίσια του «Τρίτου  Ελληνικού  Πολιτισμού».
[2]  Ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος έδωσε με αθάνατους στίχους (συλλογή Επιτάφιος) τον πόνο της μάνας που θρήνησε το  αδικοσκοτωμένο παιδί της. Και  αργότερα τους στίχους έκανε τραγούδι ο Μίκης Θεοδωράκης. Ιστορική αφήγηση και ανάλυση των  πολιτικών εξελίξεων υπάρχει σε βιβλία ποικίλα. Ενδεικτικά σημειώνουμε : Ι.Ε.Ε , τ.15, σελ. 378-79.  Ιω. Σ. Κολιόπουλος, Παλινόρθωση, Δικτατορία, Πόλεμος (1935-41), σελ. 80-90.
[3] Ι. Σ. Κολιόπουλος ,  Παλινόρθωση, Δικτατορία, Πόλεμος, σελ. 68.  
[4] Από την έκφραση αυτή διαφαίνεται πολύ ευδιάκριτα, τακτική ανταλλαγή σκέψεων των δυο ανδρών για τα «προβλήματα του τόπου  τους»!
 [5] Ι. Σ. Κολιόπουλος , ό.π., σελ. 83, όπου μνημονεύει την αναφορά του βρετανού πρεσβευτή από την Αθήνα προς το Foreign Office (12 Αυγούστου 1936).
[6] Ι.Ε.Ε., τ. ΙΕ΄377.
[7] Οι δυο πρώτες εισηγητικές εκθέσεις του Μεταξά προς το Γεώργιο Β΄ για δικτατορική λύση υπογράφονται έτσι: «Της Υμετέρας Μεγαλειότητος ευλαβέστατος υπήκοος...ευσεβέστατος υπήκοος», (Σπ. Λιναρδάτου, 4η Αυγούστου, σελ. 37).
[8] Με αυτή τη διατύπωση στο οικείο κεφάλαιο της  Ι.Ε.Ε. (ο.π. σελ. 370) ο Ιω. Κολιόπουλος κατανέμει τους ρόλους  και τις ευθύνες στους δυο συνοικοδόμους της Δικτατορίας: ο ένας κάνει εισήγηση, ο άλλος δίνει συγκατάθεση. Ο ίδιος ερευνητής στο βασικό ερευνητικό έργο του Παλινόρθωση, Δικτατορία, Πόλεμος 1935-41 έχει υπότιτλο: Ο βρετανικός Παράγοντας στην Ελλάδα. Κύριος εκφραστής του βρετανικού παράγοντα αναδύεται από την ερευνώμενη ύλη (κυρίως από το Αρχείο του  Foreign Office) ο Γεώργιος Β΄. Ερευνώντας  και παρουσιάζοντας άλλο υλικό  ο Γ. Μοσχόπουλος χρησιμοποίησε τον τίτλο Βασιλομεταξική Δικτατορία.
Παραπλήσιες εκφράσεις κατανομής ή ισομοιρίας των ρόλων και της ευθύνης χρησιμοποιούν όλοι οι συγγραφείς, όσο γνωρίζω και θυμάμαι. Ενδεικτικά σημειώνω την άποψη  του Σπ. Μαρκεζίνη (Σύγχρονη Πολιτική Ιστορία της Ελλάδος, τ. 1ος , σελ 9): «με την έγκρισιν του βασιλέως»...η Κυβέρνηση κήρυξε το στρατιωτικό νόμο. .
[9] Ο.π. , σελ. 17-18.
[10] Σπ. Λιναρδάτου, Η 4η Αυγούστου (εκδ. «Θεμέλιο», 1988), σελ. 57 κ.π.
[11] Σπ. Λιναρδάτου, ο.π. σελ..59.
[12] ο.π.,σελ. 59-73 και 393, όπου κεφ. Ζ΄ με τίτλο: «Μαρτύρια και Αντίσταση στα κάτεργα και  τα ξερονήσια».
[13] Τ. Βουρνά, ο.π.σελ. 481: «Τιμωρείται  δια φυλακίσεως τριών τουλάχιστον  μηνών και εκτόπισιν εξ μηνών μέχρι  δύο ετών εις τόπον οριζόμενον δια της καταδικαστικής αποφάσεως».
.α΄. Πας όστις εγγράφως, προφορικώς ή καθ' οιονδήποτε  άλλον τρόπον αμέσως ή εμμέσως επιδιώκει την διάδοσιν, ανάπτυξιν και εφαρμογήν  θεωριών, ιδεών ή κοινωνικών συστημάτων τεινόντων εις την ανατροπήν  του κρατούντος εν τη χώρα κοινωνικού καθεστώτος ή εις την απόσπασιν ή αυτονόμησιν μέρους της  Επικρατείας ως και ο προσηλυτίζων εις τας θεωρίας, ιδέας και τα συστήματα ταύτα καθ' οιονδήποτε τρόπον». Είναι προφανές ότι η ρήτρα περί «αυτονόμησης» αναφέρεται στο γεγονός ότι η ηγεσία του Κ.Κ.Ε. είχε δεχτεί κατά την περίοδο 1924-35 την άποψη της Κομμουνιστικής Διεθνούς περί  αυτονόμησης της Μακεδονίας. Στη φάση αυτή είχε αποχωρήσει από το Κ.Κ.Ε. ο Γ. Κορδάτος γι' αυτόν ακριβώς το λόγο.
[14] Τ. Βουρνά, οπ, σε. 482.
[15] Σπ. Λιναρδάτος. Ο.π., σελ. 72-73.
[16] Πρόκειται για την ε΄ έκδοση (εκδ. «Θεμέλιο»), κεφ. Δ΄, σελ.111-141.
[17] Λόγος του Μεταξά στην Κομοτηνή, 7 Οκτωβρίου 1936 (Λιναρδάτου, ο.π. σ. 111).
[18] Ο.π., σελ. 112.
[19] Ενδεικτικά θυμίζουμε: τον ποιητή Κ. Βάρναλη, τον παιδαγωγό  Δ. Γληνό κ.ά. Ενδεικτική βιβλιογραφία: Τ. Βουρνά, Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας (1909-40), κεφ. 12ο : «Πνευματικές Αξίες κατά την περίοδο  1930-36». Επίσης: Γιάννη Κατσαντώνη, Η Αριστερή Παράταξη των Δασκάλων στο Μεσοπόλεμο, «Σύγχρονη Εποχή», 1998.
[20] Σπ. Λιναρδάτου, 4η Αυγούστου, σελ. 120-124.
[21] Αννίβας Βελλιάδης, (επίτιμος διπλωμάτης) Μεταξάς - Χίτλερ: Ελληνογερμανικές Σχέσεις στην Μεταξική δικτατορία 1936-41, εκδ. «Ενάλιος», 2003.
[22] Προφανώς υπαινίσσεται ως αρχή του κακού τη γλωσσοεκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1917, που έφερε πρώτη φορά βιβλία ,όπως το Αλφαβητάρι με τον Ήλιο, σε γλώσσα δημοτική, δηλ. για τα παιδιά  μορφωτική. Και το «άνθρωποι ανίκανοι»...προφανώς αναφέρεται σε εκπαιδευτικούς όπως : ο Αλ. Δελμούζος, ο Δημ Γληνός, ο Μαν. Τριανταφυλλίδης κ.α. Τη διαμαρτυρία του διατύπωσε ο Αλ. Δελμούζος γράφοντας το κείμενο της παραίτησής του  (από το Πανεπιστήμιου  Θεσσαλονίκης) το 1937. Απόσπασμα στο: Αλ. Δημαρά, ο.π. σελ. 187-88.
[23] Το κείμενο : από το βιβλίο του Αλ. Δημαρά, «Η Μεταρρύθμιση που δεν έγινε», τόμος Β΄, σελ. 184.
[24] Λογουχάρη  έκδοση βιβλίων επιστημονικών, όπως  του Θεόφιλου  Βορέα: Εισαγωγή εις την Φιλοσοφίαν κ.ά.
[25] Ενδεικτικά θυμίζω την παραποίηση του βιβλίου Σύγχρονης  Ιστορίας του Χαρ. Θεοδωρίδη για την τελευταία τάξη της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, το οποίο είχε γραφεί το 1923, αλλά  «μεταποιήθηκε» το 1937 για τον ΟΕΣΒ, χωρίς καν  να ενημερωθεί ο συγγραφέας του. Σχετικό  άρθρο του Φ. Κ. Βώρου: «Μεθοδεύσεις  κακοπαιδείας στον τομέα της διδασκαλίας της Ιστορίας», στο συλλογικό τόμο  της Εταιρείας  Μελέτης Νέου Ελληνισμού ,  Η Διδασκαλία της Ιστορίας στη Μέση Εκπαίδευση,  εκδ. «Γρηγόρη» 1988, σελ. 18-25
΄Αρθρα του νόμου στο: Αλ. Δημαρά , ο.π. , σελ. 185-86.
[26] ΄Αλλες ρυθμίζεις για τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση έγιναν με νεότερο νόμο (1800/1939), Αλ. Δημαρά, ό.π. σελ. 191-192.
[27] Αντιγράφω από : Απ. Δημαρά, ο.π., σελ. 189-90.
[28] Σπ. Λιναρδάτος , ο.π. σελ. 147-149.
[29] Ο Αρχηγός σημείωνε στο Ημερολόγιό του (4ος τόμος, σελ. 310) τον ενθουσιασμό του (στις 4-3-1939): Ευγένιος εξελέγη παμψηφεί...Νανούλα συγκινημένη».
[30] Λιναρδάτου, ο.π. σελ. 157-158.
[31] Ανάλυση του θέματος  αυτού στο επόμενο κεφάλαιο
[32]    Παύλου Πετρίδη,    Η  Βασιλική Προδοσία κατά το 1915-17
[33] Το είδαμε πιο πάνω στην §: Από την Παλινόρθωση του Γεωργίου  Β΄ στην πρωθυπουργοποίηση του Μεταξά.
[34] Ιω. Σ. Κολιόπουλος, Παλινόρθωση, Δικτατορία, Πόλεμος (1935-41): ο βρετανικός Παράγοντας στην Ελλάδα (εκδ. «Εστίας»).
[35] Ι.Σ. Κολιόπουλος, ο.π., ειδικότερα στο κεφ. ΙΙΙ: «Δικτατορία και Δεσμεύσεις», σελ. 80-154, ειδικότερα στις σελ. 110, 136.
[36] Η εκδοχή που αποδίδεται στη σταλινική πλευρά συνοψίζεται στο ότι: οι Δυτικοί προσπαθούσαν (φανερό από τη Συμφωνία του Μονάχου, 1938) να στρέψουν τον Χίτλερ κατά της ΕΣΣΔ, κατά του Στάλιν. Αυτός όμως  πρόλαβε να στείλει τον Χίτλερ κατά των Δυτικών, ώστε να εξαντληθεί προς τα εκεί και να είναι λιγότερο δυνατός , όταν βέβαια θα στραφεί τελικά εναντίον της ΕΣΣΔ. Ανάλυση αυτής της πολιτικής στο  βιβλίο Φ. Κ. Βώρου, Σπουδή  και Διδασκαλία της Ιστορίας, ειδικά στο κεφάλαιο: Πώς και γιατί υπογράφτηκε το γερμανοσοβιετικό σύμφωνο της 23ης Αυγούστου 1939.


Με τον ήχο του «τσοπανάκου»

Μόλις τέσσερα χρόνια, από το 1936 ως το 1940, διήρκεσε το απολυταρχικό καθεστώς του Ιωάννη Μεταξά, αλλά το όνομα πέρασε έκτοτε στο λεξιλόγιο της καθομιλουμένης. Παρ'' ότι θεμελίωσε έναν άνευ προηγουμένου μηχανισμό προπαγάνδας και χειραγώγησης, ο ίδιος αξιώθηκε μεγαλύτερης γενικής εκτίμησης και αποδοχής απ'' ό,τι πολλοί άλλοι της εποχής του. Παράδοξο; Η έρευνα της Μαρίνας Πετράκη - διδακτορική διατριβή που εκπονήθηκε στα αγγλικά για το Πανεπιστήμιο του Κεντ - παρουσιάζει την εποχή του «Τρίτου Ελληνικού Πολιτισμού»

Με τον ήχο του «τσοπανάκου»


Με τον ήχο του «τσοπανάκου»



Αν και αποτέλεσε ένα υβρίδιο των Χίτλερ και Μουσολίνι, ο δικτάτορας απαιτούσε ειδική μεταχείριση. Πέρα από τον δηλωμένο αντικοινοβουλευτισμό του στην εποχή του leadership cult, ήτοι της λατρείας του ηγέτη, αυτός ήταν άχρωμος, ηλικιωμένος, χωρίς ίχνος γοητείας και χωρίς πολιτικό έρεισμα. Η εξύμνηση των αρνητικών στοιχείων του Μεταξά θα γινόταν στο εξής επιστήμη. Αποφασίστηκε η προβολή της «πατρικής φιγούρας», «ενός απλού άνδρα, ενός ιδανικού και ταπεινού υπηρέτη του έθνους, ενός συνηθισμένου "πατέρα και παππού", που θα αγκάλιαζε όλα τα τμήματα της κοινωνίας», ό,τι ακριβώς χρειαζόταν ένα έθνος ταλαιπωρημένο από την πολιτική αστάθεια.[ΚΚ. αναθεωρητισμός!
Ηταν τελικά ευτύχημα το ότι «θύμιζε μάλλον δημόσιο υπάλληλο ή συνταξιούχο δάσκαλο δημοτικού σχολείου, παρά εντυπωσιακό αρχηγό έθνους», αφού θα αναδεικνυόταν «πάνω απ' όλα, ένας άνδρας του καθήκοντος, με ηθικές αξίες και όχι ένας δημαγωγός εντυπωσιακής εμφάνισης». Βεβαίως επί 14 χρόνια δεν είχαν φανεί όλα αυτά: είχε εμφανιστεί από το 1922 ως εναλλακτική λύση στα δύο μεγάλα κουρασμένα κόμματα και δεν έτυχε αξιόλογης δημοτικότητας ως το 1936, οπότε το κόμμα του διαλύθηκε αμέσως μόλις ο ίδιος κατέλαβε την εξουσία. Ηταν απλό πάλι: «απέτυχε ως αρχηγός κόμματος διότι απεχθανόταν τη μικροπολιτική». Δεν έμενε πια παρά να επιτευχθούν οι κύριοι στόχοι ενός απολυταρχικού καθεστώτος: η ελκυστική ιδεολογία και η συνταύτιση με τις πεποιθήσεις και τις προσδοκίες των μαζών.
Νόμος περί Τύπου

Το πρώτο μέλημα για τον Μεταξά ήταν ο Τύπος, καθώς η δύναμη των εφημερίδων ήταν παροιμιώδης στον καιρό του: «´Η υπούργημα μού δίνεις ή εφημερίδα βγάζω». Ετσι, «το απόγευμα της 4ης Αυγούστου 1936, η αστυνομία εισέβαλε στα γραφεία των εφημερίδων», ενώ ο ίδιος «αυτοπαρουσιάστηκε ως συνάδελφος δημοσιογράφος, σχεδόν με τον ίδιο τρόπο που είχε παρουσιαστεί ο Γκαίμπελς τον Μάρτιο του 1933». Αποφάσισε μάλιστα να επικοινωνεί ο ίδιος με τους δημοσιογράφους για να διαπιστώνει την αποτελεσματική εφαρμογή των νομοθετικών μέτρων που είχαν οριστεί με τον Αναγκαστικό Νόμο 23, και συγκεκριμένα ότι: «όλα τα έντυπα θα εξεθείαζαν τη νέα κυβέρνηση». Με τον ίδιο νόμο εγκαθιδρύθηκε υφυπουργείο Τύπου και Τουρισμού, το οποίο ανέλαβε ο υφυπουργός Θεολόγος Νικολούδης κατά τον ίδιο τρόπο: «Κι εγώ είμαι δημοσιογράφος και ξέρω, όπως κι εσείς, πως ο Τύπος δεν φιμώνεται τόσο εύκολα. Ενας διευθυντής εφημερίδας, αν είναι αντίθετος και ξέρει πως έχει τον λαό μαζί του, κλείνει την εφημερίδα του».
Οσο κυκλοφορούσαν, λοιπόν, όλα τα έντυπα, έμοιαζε πως οικειοθελώς «οι αρχισυντάκτες και οι δημοσιογράφοι μετατράπηκαν σε δημοσίους υπαλλήλους, ενώ οι εκδότες και οι ιδιοκτήτες λειτουργούσαν, σύμφωνα με τον Νόμο Περί Τύπου, ως διευθυντές με μόνη ευθύνη τη συμμόρφωση των εφημερίδων με τους περί Τύπου κανονισμούς». Είχε επιτευχθεί κιόλας η «ενθουσιώδης υποστήριξη» που λαχταρούσε ο δικτάτορας; Αρχικώς καμία εφημερίδα δεν είχε κλείσει, εκτός από τον «Ριζοσπάστη» που πέρασε αυτομάτως στην παρανομία - ήξερε τι έλεγε ο Νικολούδης. Ο στόχος, που ήταν να καλυφθεί το κενό μιας «εθνικής εφημερίδας» από το σύνολο ενός συμπολιτευόμενου Τύπου, είχε σχεδόν αποδώσει τα μέγιστα.
Η λογοκρισία
Καμία από τις παράνομες δημοσιογραφικές οργανώσεις και τις εφημερίδες που εμφανίστηκαν κάποια στιγμή δεν κατάφερε καίριο πλήγμα στην κυβέρνηση. Αντιθέτως επέφεραν ένταση στο καθεστώς φόβου που «επιμελούνταν» ο αρχηγός της Ασφάλειας Κωνσταντίνος Μανιαδάκης και ο υπουργός Διοικήσεως Πρωτευούσης και ιδρυτής των Ταγμάτων Εργασίας Κώστας Κοτζιάς. Συνωμοσίες εντός και εκτός Ελλάδας, φυλακίσεις και εξορίες, μαζί με το γενικευμένο αντικομμουνιστικό μένος και τη στρατηγική λογοκρισίας από μέρους του καθεστώτος θα διασφάλιζαν την ποθούμενη «αναγέννηση». Σύμφωνα με απολογισμό του 1939, 47.000 κομμουνιστές είχαν ήδη υποβάλει Δηλώσεις Μετανοίας, το 98% των Ελλήνων είχαν γίνει αντικομμουνιστές και είχαν καεί δημοσίως «ανθελληνικά βιβλία», μεταξύ αυτών έργα του Γκαίτε, του Φρόυντ, του Μπέρναρντ Σω, αλλά και ελλήνων συγγραφέων. Παράλληλα συγγραφείς και άνθρωποι των γραμμάτων είχαν επιστρατευτεί για ημικρατικές εκδόσεις, όπως οι «Νέοι Δρόμοι», η «Εργασία», η «Πειθαρχία», η «Νέα Δύναμις», με αποτέλεσμα να παρουσιάζεται μια επίπλαστη εκδοτική άνθηση που θα εξασφάλιζε την ενεργό συμμετοχή του αναγνώστη στην πολιτική γραμμή της κυβέρνησης.
Τα χρυσά παιδιά

Στο ίδιο πνεύμα γαλουχήθηκε το καύχημα της δικτατορίας Μεταξά, η ΕΟΝ, ήτοι η «Εθνική Οργάνωσις Νεολαίας»: «Μέχρι το 1939, όλες οι άλλες οργανώσεις της νεολαίας είχαν καταργηθεί και η συμμετοχή των μαθητών στην ΕΟΝ είχε γίνει σχεδόν υποχρεωτική», δεδομένης «της σπουδαιότητος ην ενέχει η εγγραφή και Σκαπανέων, οίτινες, λόγω του νεαρού της ηλικίας των, αποτελούν υλικόν δυνάμενον να διαπλασθή έτι ευχερέστερον των άλλων». Το σήμα της οργάνωσης ήταν ο διπλούς μινωικός πέλεκυς που περιβαλλόταν από δάφνη. Φυσικά τα «χρυσά παιδιά» της ΕΟΝ διάβαζαν μόνο «κατάλληλα» βιβλία και περιοδικά που θα είχαν «ευεργετική επιρροή» στην καρδιά και στο πνεύμα τους. Στον αντίποδα της καταγγελίας ότι τα παιδιά της ΕΟΝ κατασκόπευαν τους γονείς τους, η ζωή και η δράση τους απαθανατίστηκε σε 1.700 φωτογραφίες, ενώ καθιερώθηκε η ενιαία στολή για όλα τα μέλη. «Υπέρογκα ποσά σπαταλήθηκαν για την αγορά των στολών και, όπως ήταν αναμενόμενο, ο κόσμος πλήρωσε μεγάλο μέρος αυτών», αλλά η σημασία της στολής άξιζε τον κόπο. Ολοι ήταν ίσοι με αυτόν τον τρόπο, όπως και στην περίπτωση των μαζικών συσσιτίων που διοργάνωνε η Λέλα Μεταξά, σύζυγος του μονάρχη.
Τα σχολικά βιβλία
Στο φέγγος της ΕΟΝ αναδιοργανώθηκε πλήρως και το σχολικό σύστημα, ενώ ιδρύθηκε ο Οργανισμός Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων. Για την επιμόρφωση του γενικού πληθυσμού δόθηκε πρωτοφανής έμφαση στην εθνική σημαία, στον εθνικό ύμνον, στα εθνικά σύμβολα εν γένει, στα συνθήματα, στις ομιλίες, στις νέες εθνικές εορτές και στους «κατά παραγγελία πανηγυρισμούς». Τα έξοδα του εορτασμού της Δεύτερης Επετείου του καθεστώτος, γιορτής ανάλογης πλέον με την 25η Μαρτίου, «έφτασαν τα 200 εκατομμύρια δραχμές, όταν τα έσοδα ολόκληρου του ιδιωτικού τομέα, και για το ίδιο έτος, δεν ξεπέρασαν τα 74 εκατομμύρια δραχμές». Στην εορταστική ατμόσφαιρα των εκδηλώσεων περιλαμβανόταν η διακόσμηση όλων των κεντρικών πλατειών, πόλεων και χωριών, με ελληνικές σημαίες, με γιρλάντες από μυρτιές και με φωτογραφίες του βασιλιά και του Μεταξά - ο τελευταίος συσχετισμός θεωρήθηκε απαραίτητος για να ενισχύσει την εικόνα του «εθνικού ηγέτη». Για «στενή σχέση και εξάρτηση» του δικτάτορα με τον βασιλιά Γεώργιο Β´ ούτε λόγος. Απλώς ο χαρισματικός ηγέτης απολάμβανε τη συμπαράσταση όχι μόνο του κόσμου, αλλά κυρίως του βασιλιά.
Οι ομιλίες

Οι «εμπνευσμένες ομιλίες» του αρχηγού ήταν σημαντικό εργαλείο προπαγάνδας. Το πρόβλημα πάλι ήταν ότι ο Μεταξάς δεν ήταν αξιόλογος ρήτορας. «Η κομψότης των φραστικών συνδυασμών τον αφήνει αδιάφορο. Αγορεύει όπως ντύνεται και όπως ομιλεί. Απλά, θετικά, στερεά» - άρχιζε πάλι η αντίστροφη εξύμνηση. «Για να εορταστεί η τρίτη επέτειος του καθεστώτος, εξεδόθη προς το τέλος του 1939 ένας τιμητικός τόμος 602 σελίδων που συμπεριελάμβανε όλους τους λόγους που είχε εκφωνήσει ο Μεταξάς μέχρι τις 4 Αυγούστου 1939». Ολόκληρη σειρά ανάλογων φωτογραφιών που δημοσιεύτηκαν σε εφημερίδες και σε καθεστωτικές εκδόσεις έρχονταν να ενισχύσουν την εικόνα του αρχηγού του λαού και του σωτήρα του έθνους - πάντα με τη μορφή του Μεταξά σε μεγάλη κλίμακα συγκριτικά με οτιδήποτε άλλο στην εικόνα. Η «ειλικρινής συμπαράσταση του κόσμου» προχωρούσε «βάσει προσεκτικά σχεδιασμένου πλάνου». Αλλά πάλι δεν αρκούσαν η «κατασπατάληση του δημοσίου χρήματος» και «ο στριγκός ήχος του προπαγανδιστικού μηχανισμού να δουλεύει σε πλήρη δράση» - διατυπώσεις που ανήκουν όχι στη συγγραφέα, αλλά σε βρετανό διπλωμάτη της εποχής από το βιβλίο. Τα «αυξανόμενα αισθήματα δυσαρέσκειας» έκαναν μονίμως τον δικτάτορα να βασανίζεται από αμφιβολίες σχετικά με τη δημοτικότητά του. Για να κολακέψει τον πληθυσμό της υπαίθρου θα θυμόταν ότι και ο ίδιος από τις τάξεις τους ξεκίνησε. Η προβολή του τιμημένου εργάτη, του πρώτου αγρότη και γενικώς των ανθρώπων των πρακτικών επαγγελμάτων - σε αντιδιαστολή με την καθαρή διανόηση - κατέληγαν κάθε φορά σε κωμικές εκστρατείες ανάλογες με τα πρότυπά τους στη χιτλερική Γερμανία. Την 1η Ιουλίου 1937 ανακηρύχθηκε πρώτος αγρότης ο ίδιος ο δικτάτορας. Τον Μάιο του 1938 πάλι, στο Ζάππειο Μέγαρο και στη διάρκεια της έκθεσης του ελληνικού τμήματος του Διεθνούς Κεντρικού Γραφείου «Χαρά και Εργασία», ο Μεταξάς παρασημοφορήθηκε από τον δρα Λάυ με τον Μεγαλόσταυρο του γερμανικού κράτους.
Ο κινηματογράφος
Η ψυχαγωγία του λαού ήταν ίσης σπουδαιότητας για την επιμόρφωσή του. Από τις μορφές καλλιτεχνικής έκφρασης, «το ελληνικό κοινό προτιμούσε τον κινηματογράφο από οποιοδήποτε άλλο είδος», σύμφωνα με δημοσιευμένη έρευνα του 1937, οπότε η μεταξική διακυβέρνηση τέθηκε στην πρωτοπορία της κινηματογραφικής θεσμοθέτησης. Και πάλι όμως πέρα από τον Αναγκαστικό Νόμο 445, που θα εξασφάλιζε τον συνολικό έλεγχο της βιομηχανίας του κινηματογράφου και την αναδιοργάνωση της Επιτροπής Κινηματογράφου που θα έλεγχε άμεσα την εισαγωγή και τη διανομή των ταινιών, ο Μεταξάς ουδόλως ενδιαφέρθηκε να δημιουργήσει έναν αποτελεσματικό μηχανισμό για εγχώρια παραγωγή, όπως αυτόν που είχαν άλλα κράτη: «Σε αντίθεση με τον Γκαίμπελς, που πίστευε ότι "η προπαγάνδα είναι περισσότερο αποτελεσματική όταν είναι δόλια, όταν το μήνυμα είναι κρυμμένο μέσα στο πλαίσιο της λαϊκής ψυχαγωγίας", ο Μεταξάς ενθάρρυνε την παραγωγή επίκαιρων και ντοκυμαντέρ που διακήρυσσαν με ευθύ και ξεκάθαρο τρόπο την ιδεολογία και τα πιστεύω του. Γι' αυτό όταν αναφερόμαστε σε προπαγανδιστικές ταινίες της μεταξικής δικτατορίας μιλάμε κυρίως για ολιγόλεπτα επίκαιρα, που γυρίστηκαν σωρηδόν εκείνη την περίοδο, και τα οποία μονταρίστηκαν ώστε να δημιουργηθούν μεγάλης διάρκειας ταινίες-ντοκυμαντέρ». Με αυτόν τον τρόπο ο δικτάτορας έγραφε μόνος του την ιστορία του.
Τα ζουρνάλ
Και ενώ στη Γερμανία τα «επίκαιρα» ή «ζουρνάλ» προβάλλονταν πριν από την έναρξη της ταινίας, το προπαγανδιστικό υλικό από τις ελληνικές Αρχές προβαλλόταν μετά το τέλος της ταινίας, για να φεύγουν οι θεατές από τον κινηματογράφο επηρεασμένοι από τα τελευταία αυτά μηνύματα. Κατά τα άλλα η δημιουργία εθνικού κινηματογράφου θεωρήθηκε περιττή και δαπανηρή, με αποτέλεσμα να μείνει ατροφική η ελληνική κινηματογραφική βιομηχανία ως τη δεκαετία του '50. Εξαίρεση αποτέλεσαν οι 462 ταινίες σχετικά με τη ζωή, τη δράση και τις αθλητικές δραστηριότητες της ΕΟΝ, για τις οποίες είχε προβλεφθεί ήδη από το 1939 η αγορά 75 νέων μηχανής προβολής ταινιών.
Πενθεσίλειες
Πέραν της αξεπέραστης αδυναμίας για ελληνική κινηματογραφική παραγωγή όμως, «οι κριτικοί της εποχής θεωρούσαν τον κινηματογράφο ως τέχνη κατώτερης μορφής και "εχθρό" του θεάτρου». Ομοίως και ο Μεταξάς εμπιστευόταν περισσότερο το θέατρο για τη διάδοση ενός οράματος τόσο υψηλού όσο η «Αναγέννησις της Ελλάδος» και ο «Τρίτος Ελληνικός Πολιτισμός». Το Βασιλικό Θέατρο ξεκίνησε υπαίθριες παραστάσεις αρχαίας τραγωδίας, ενώ ένα έργο «που θεωρήθηκε ορόσημο στη θεατρική ιστορία του καθεστώτος και αποτελεί άριστο δείγμα της προπαγάνδας του ήταν η «Πενθεσίλεια», το οποίο επιλέχθηκε για τον εορτασμό της τρίτης επετείου του καθεστώτος». Το έργο, στο οποίο έλαβαν μέρος περισσότερα από 300 μέλη της ΕΟΝ και των Ταγμάτων Εργασίας, ήταν του Χάινριχ φον Κλάιστ. Το περιεχόμενό του όμως απηχούσε τη μεταξική ιδεολογία για τις νεαρές κυρίως γυναίκες, οι οποίες «έπρεπε να γίνουν πριν από οτιδήποτε άλλο άξιες να λέγονται Ελληνίδες». Μητέρα, εργαζόμενη γυναίκα, σπουδάστρια και φαλαγγίτισσα ήταν «η θέσις της γυναίκας στο Νέον Κράτος».
Το ραδιόφωνο
Αλλά το προσωπικό προπαγανδιστικό εργαλείο του Μεταξά ήταν το ραδιόφωνο - ένα ακόμη απόκτημα της εποχής. Ηδη τον Μάρτιο του 1937, ο Αναγκαστικός Νόμος 541 θα βελτίωνε τον ανάλογο του 1936, με στόχο τον απόλυτο έλεγχο αυτού του νέου μέσου ενημέρωσης. Το σήμα του Ραδιοφωνικού Σταθμού Αθηνών, γνωστό ως «Τσοπανάκος», εγκρίθηκε μετά από πολλά σενάρια και ήταν «ένας αρμονικός συνδυασμός "ήχου φλογέρας και ποιμενικού κώδωνος"», που ακούγεται ακόμη από κάποια προγράμματα της Ραδιοφωνίας. Η «Ωρα του εργάτου», η «Ωρα του παιδιού», η «Ωρα της Ελληνίδος», η «Ωρα της Υγείας» ήταν εκπομπές ενταγμένες στο πρόγραμμα, το σπουδαιότερο μέρος του οποίου κατελάμβανε το Τμήμα Ειδήσεων σε εναλλαγή με το Τμήμα Μουσικής. Οτιδήποτε άλλο υποβαλλόταν στη Διεύθυνση Λαϊκής Διαφωτίσεως για έγκριση ή απόρριψη. Επιπλέον «οι περισσότερες από τις ομιλίες του Μεταξά, που μεταδόθηκαν από το ραδιόφωνο, δεν εκφωνήθηκαν από τους ραδιοθαλάμους του Ζαππείου, αλλά απευθύνονταν σε ζωντανό ακροατήριο (...) Οι Αθηναίοι άκουγαν υποχρεωτικά τις ραδιοφωνικές αναμεταδόσεις από τα μεγάφωνα που τοποθετούνταν στις περισσότερες από τις κεντρικές πλατείες και τις οδούς της πρωτεύουσας».
Ο Ραδιοφωνικός Σταθμός της ΕΟΝ, τέλος, εξελίχθηκε σε ένα από τα βασικότερα όργανα της μεταξικής προπαγάνδας. Το σημαντικό στην περίπτωση Μεταξά είναι ότι πρόλαβε να ανακρούσει πρύμναν την τελευταία στιγμή. Ως τον τορπιλισμό της «Ελλης» στο λιμάνι της Τήνου, στις 15 Αυγούστου 1940, «η προπαγάνδα του καθεστώτος εξακολουθούσε να προωθεί την ιδεολογία του στο πλαίσιο της υποτιθέμενης ουδετερότητας της χώρας». Αλλά ως τις 28 Οκτωβρίου 1940 είχε προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα, οπότε κοινοποιήθηκε στον Μεταξά το τελεσίγραφο του Ντούτσε και εκείνος απάντησε με το ιστορικό «Οχι». Το κοινό αίσθημα είχε μεταβληθεί στο μεταξύ τόσο πολύ υπέρ του, ώστε εκτυλίχθηκαν τα εξής έξω από το υπουργείο Εξωτερικών, σύμφωνα με τη γραπτή μαρτυρία του Αγγελου Βλάχου: «Εξω ολόκληρη η Αθήνα είχε ξεχυθεί στους δρόμους αλαλάζοντας (...) Χιλιάδες κόσμος ζητωκραύγαζαν και όρμησαν στον περίβολο του υπουργείου Εξωτερικών που πλημμύρισε από έξαλλους νέους και κύκλωσε το αυτοκίνητο του Μεταξά που παρουσιάστηκε στην εξώπορτα για να επιβιβαστεί...».
Μετά το «Οχι»
Το ερώτημα για τη συγγραφέα είναι: «Αραγε η αρνητική εικόνα του δικτάτορα άλλαξε εν μία νυκτί λόγω του "Οχι" προς τους ιταλούς εισβολείς ή η προπαγάνδα του δεν ήταν τόσο αποτυχημένη όσο εθεωρείτο;». Σίγουρα ο ίδιος φρόντισε ώστε τα ντοκουμέντα της εποχής να μην είναι αντικειμενικά, οπότε μπορεί ο καθένας να τα ερμηνεύει πλέον από τη δική του σκοπιά. Αλλά «ο Μεταξάς ζήτησε από τους δημοσιογράφους, στις 30 Οκτωβρίου 1940, να αφήσουν κατά μέρος τον κυρίαρχο προπαγανδιστικό τους ρόλο στη χειραγώγηση του ελληνικού λαού και να υπηρετήσουν την πατρίδα τους: "Κύριοι, έχω λογοκρισίαν και ημπορώ να σας υποχρεώσω να γράφετε μόνον ό,τι θέλω. Αυτήν την ώρα όμως, δεν θέλω μόνο την πέννα σας. Θέλω και την ψυχήν σας...". Και τώρα θα υπάκουαν όλοι ενθουσιωδώς».
Ο Μεταξάς πέθανε στις 29 Ιανουαρίου 1941, σε αιφνίδια δόξα, στα εβδομήντα του, λίγο μετά τη νικηφόρο έκβαση του ελληνοϊταλικού πολέμου και λίγο προτού εισβάλουν οι Γερμανοί στην Ελλάδα. «Χιλιάδες άνθρωποι περίμεναν τη σειρά τους, εκείνη τη βροχερή χειμωνιάτικη ημέρα, για να απευθύνουν τον ύστατο χαιρετισμό στον Μέγα Κυβερνήτη του και να τον συνοδεύσουν στον τόπο αναπαύσεως. Η συμπεριφορά αυτή δεν δίνει την εντύπωση ανθρώπων που διατάχθηκαν να θρηνήσουν...» σχολιάζει η συγγραφέας, για να προσθέσει αμέσως ότι ίσως πάλι διαισθάνονταν τη διάλυση που θα ακολουθούσε. «Ο Κυβερνήτης που έγινε θρύλος» έγραψαν οι εφημερίδες αναπόφευκτα την άλλη μέρα. «Κανένας δικτάτορας δεν ήταν ποτέ τόσο τυχερός κατά την ώρα του θανάτου του όσο αυτός» είπε ο Σ. Μ. Γουντχάουζ σχολιάζοντας τη μεταθανάτια φήμη του Μεταξά.