|
Ο δικτάτορας Μεταξάς εν μέσω των οργανωμένων της ΕΟΝ. Το «Ημερολόγιό» του είναι αποκαλυπτικό για την προσωπικότητά του |
Συντάκτης:
Εβδομήντα εννιά χρόνια από την κήρυξή της, η δικτατορία της 4ης Αυγούστου
εξακολουθεί να προσφέρει υλικό σε ιστορικούς και πολιτικούς αναλυτές.
Μάλιστα εδώ και μερικά χρόνια έχει επιχειρηθεί από ένα ρεύμα ιστορικής
αναθεώρησης ακόμα και μια άτυπη «αποκατάσταση» της δικτατορίας, μέσα από
ποικίλους συλλογισμούς και αναφορές. Για την ακρίβεια είναι ο ίδιος ο
δικτάτορας Ιωάννης Μεταξάς ο οποίος αντιμετωπίζεται από μερίδα ιστορικών
ερευνητών αλλά και μέσων ενημέρωσης ως σημαντικός «πολιτικός άνδρας»,
με αξιόλογη δράση και ακόμα πιο αξιοπρόσεκτη πολιτική σκέψη.
Η δυσκολία γι’ αυτούς τους όψιμους απολογητές του καθεστώτος της 4ης
Αυγούστου είναι ότι το ίνδαλμά τους έχει φροντίσει να αποκαθηλώσει τον
εαυτό του και να παρουσιαστεί απέναντί μας χωρίς την προστασία των
τυφλωμένων από τον φανατισμό οπαδών του. Στο πολύτομο «Ημερολόγιο» που
μας έχει αφήσει περιέχονται όλα τα σχετικά στοιχεία γι’ αυτή την
αποκαθήλωση.
Μέσα στο «Ημερολόγιο» εμφανίζεται ο πανίσχυρος δικτάτορας ως ένα
πλεγματικό ανθρωπάκι που ασχολείται με κάθε άλλο ζήτημα πέρα από τα
σημαντικά, ακόμα και κατά τις πιο κρίσιμες ιστορικές στιγμές που έζησε
ως στρατιωτικός και ως πολιτικός. Αυτός είναι ο λόγος που οι νοσταλγοί ή
απολογητές του Μεταξά αισθάνονται πριν απ’ όλα την ανάγκη να επιτεθούν
σε όσους επικαλούνται στοιχεία από το «Ημερολόγιο» ή απλώς αναφέρονται σ’ αυτό.
Η πιο επεισοδιακή προσπάθεια απολογητών της μεταξικής δικτατορίας να
αποκρούσουν τη δημοσιοποίηση αποκαλυπτικών λεπτομερειών από το
«Ημερολόγιο» συνέβη λίγο προτού έρθει η άλλη δικτατορία, της 21ης
Απριλίου. Ηταν μια σειρά δημοσιευμάτων του Ρένου Αποστολίδη (1924-2004)
στο περιοδικό «Νέα Ελληνικά» το 1966 και το 1967 που πυροδότησε την
έκρηξη της νεοσύστατης τότε οργάνωσης «Κόμμα 4ης Αυγούστου» του
Κωνσταντίνου Πλεύρη. Η υπόθεση κατέληξε στα δικαστήρια.
Η ανάγνωση που κάνει ο Ρένος Αποστολίδης στο
«Ημερολόγιο» του Μεταξά είναι ξεκαρδιστική. Βέβαια δεν ολοκληρώθηκε,
διότι μεσολάβησε το πραξικόπημα των συνταγματαρχών και τα «Νέα Ελληνικά»
έπαψαν να κυκλοφορούν, όπως και κάθε άλλη ελεύθερη φωνή στον δημόσιο
λόγο. Είχε προλάβει να γράψει μόλις πέντε συνέχειες, στις οποίες κάλυπτε
μόνο τους δύο πρώτους τόμους του «Ημερολογίου».
Το ενδιαφέρον είναι ότι ο Αποστολίδης δεν μπορεί να κατηγορηθεί ότι
έδρασε από «αντιφασιστική» ή «αριστερή» προκατάληψη. Το αντίθετο
μάλιστα. Ο ίδιος αρνήθηκε σε όλη του τη δημόσια διαδρομή την ένταξη σε
κομματικούς σχηματισμούς, διεκδικώντας την «προσωπική» πολιτική
ταυτότητα.
Μάλιστα εκείνη ειδικά την περίοδο είχε προκαλέσει τη μήνιν της
Αριστεράς εξαιτίας του πρωταγωνιστικού του ρόλου δύο χρόνια νωρίτερα
(τον Ιούλιο του 1964) στο επεισόδιο της μαζικής εισβολής ακροδεξιών
τραμπούκων στη Βουλή. Ο ίδιος ο Αποστολίδης γράφει -όχι χωρίς κάποια
πικρία- ότι η Αριστερά θεωρεί «φασιστικό» το περιοδικό του («Νέα
Ελληνικά», τχ. 16, Απρίλιος 1967, σ. 1.213).
Το «Ημερολόγιο» και ο Ρένος
Η σειρά των άρθρων για το «Ημερολόγιο» ξεκίνησε στο τχ. 3 της Γ΄
περιόδου των «Νέων Ελληνικών» (σ. 209-231) με τίτλο «Κριτική του
εντύπου, Ανατίναξη του κεντρικού θρύλου ή Exhibitio Dictatoris».
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι στο ίδιο τεύχος υπάρχει ταυτόχρονα
συνέντευξη του Μίκη Θεοδωράκη και άρθρο τού μετέπειτα προπαγανδιστή της
χούντας Γεωργίου Γεωργαλά περί «κομμουνισμού».
Ακολούθησαν άλλες τέσσερις συνέχειες, στα τχ. 7 (σ. 524-533), 9 (σ.
692-698), 11 (σ. 865-868), 16 (σ. 1.211-1.215). Ο Αποστολίδης αναζητά τη
λεπτομέρεια στο κείμενο του «Ημερολογίου» και σχολιάζει με σπαρταριστές
παρατηρήσεις τον τρόπο που λειτουργεί ο Μεταξάς ως στρατιωτικός,
διπλωμάτης, πολιτικός και… άντρας.
Περιοριζόμαστε σε ελάχιστα παραδείγματα, αλλά συστήνουμε θερμά την
αναζήτηση και την ανάγνωση του συνόλου αυτής της εξαιρετικά
διασκεδαστικής και διαφωτιστικής σειράς άρθρων. Εντός εισαγωγικών
παραθέτουμε τα αποσπάσματα του «Ημερολογίου», ενώ τα σχόλια του
Αποστολίδη μέσα σε αγκύλες.
■ [Ο πόλεμος έχει από διημέρου εκραγή, οι εχθροπραξίες είναι εν
πλήρει αναπτύξει –μάλιστα έχει κιόλας αρχίσει η άτακτη φυγή μας:] «Την
νύκτα απόψε μανθάνω πλέον θετικώς ότι οι Τούρκοι μας απεδίωξαν από τα Γκριτζόβαλι και την Μελούνα.
Η είδησις είναι κεραυνός. Αύριο θα έχωμεν τους Τούρκους προ της
Λαρίσης» (6.4.1897). [Και ο «φλεγόμενος» τάχα για πόλεμο «υπερπατριώτης»
ανθυπολοχαγίσκος ενδιαφέρεται για την… καλή του την στολή:] «Εξύπνησα
πολύ πρωί, μετά τεταραγμένον ύπνον. Ηκούοντο μακρυνοί κανονιοβολισμοί.
Αγωνία με κατέλαβε». [Θα έλεγε κανείς: για την Πατρίδα αγωνιά ο
νεαρός θερμόαιμος! Αλλ’ όχι! Για… τα πράγματά του και για την ασφαλή
φυγή του, χωρίς να χάση ούτε μαντιλάκι ή κορδονέτο!] «Εισήλθον οι
Τούρκοι διά της Μελούνας εις την πεδιάδα;» [Μήπως «θα δράμη» λοιπόν, «να
δράξη τυφέκιον οπλίτου έστω, και να αμύνη, μέχρι τελευταίας ρανίδος του
κυανού αίματός του, την δύστηνον Πατρίδα»; Οχι. Γι’ άλλο φλέγεται!]
«Εσκεπτόμην να δέσω τα πράγματά μου και να τα στείλω εις ασφαλές τι
μέρος! Εχω πάρει μαζί μου την μεγάλην μου στολήν». […] «Λοιπόν
εσκεπτόμην -[αξιωματικός αυτός, επαγγελματίας ''υπερασπιστής της
Πατρίδος'', ώρα που χάνονταν η Θεσσαλία!]- πού και πώς να στείλω τας
αποσκευάς και να κρατήσω μαζί μου ολίγα εσώρουχα. Εντούτοις έδεσα όλα
μου τα πράγματα». [Προφανώς από τσιγγουνιά! Για να μη χάση τυχόν ούτε…
εσώρουχο!]
[Ετσι λοιπόν. Ο πόλεμος μαίνεται, άνθρωποι σκοτώνονται -αλλ’ είναι
«άνθρωποι» οι κοινοί οπλίτες;- μονάδες διαλύονται, οι Τούρκοι καταλύουν
την Ψωροκώσταινα εκείνη του ’97 -που κινδυνεύει, το λιγώτερο, να μείνη η
μισή (και να δούμε!)- κι ο επαγγελματίας της μάχης, της γενναιότητας
υποτίθεται, της αμύνης του «πατρίου εδάφους», ο μαραινόμενος χθες για
υπηρεσία σε μη «παθητική» μονάδα, σε λίγο το παλληκάρι μας, σκέφτεται
πώς θα σιγουρέψη τη μεγάλη του στολή].
■ [Μέγα Σάββατο του ’97, 12 Απριλίου, εγκαταλείπεται ντροπιαστικά η
Λάρισα. Τα πράματα είναι αλήθεια σκούρα, γιατί οι Τούρκοι πλακώνουν
ακάθεκτοι, και να ο γενναίος ανθυπολοχαγός Μεταξάς ποιο ήθος δείχνει;]
«Ο ίππος μου δεν ήρχετο και ήμουν τρομερά ανήσυχος». [Γιατί «δεν τον
έμελλε» αν θα σκοτωνόταν, προφανώς!] «Εδόθη η διαταγή να ιππεύσωμεν και,
μη έχων ίππον, εζήτησα από τον Λεβίδην -[ανέκαθεν ''μέγας ιπποκόμος''
κ’ ελόγου του!]- όστις μου έδωσεν ένα πολύ καλόν. Αλλ’ εκείνην την
στιγμήν καταφθάνει ο Πάλλης – ήτο ιδικός του. [Οποία απογοήτευσις.]
Εδέησε να αφιππεύσω. Ιππευσα άλλον, καταβιβάσας ένα ιππέα -[Γιατί,
βλέπετε, το δικό του το τομάρι είναι πολύ πιο πολύτιμο από το
''κατώτερο'' ενός απλού ''ιππέως''! ''Αξιωματικός'' γαρ, ο γενναίος
μας!]- ότε εφάνη ο υπηρέτης μου, φέρων τον ίππον. Αφίππευσα εκ νέου
-[Γνήσια οπερέτα δεν μοιάζει; Ιππεύει, «αφιππεύει», ξαναϊππεύει,
ξανα-αφιππεύει, ο γελοίος!]- τον ίππον του ιππέως έλαβε κάποιος ιατρός.
Εγώ ίππευσα τον ιδικόν μου. Ετυλίχθην με το αδιάβροχόν μου -[μην
κρυολογήση!]- και ανέμενα».
[Και… ανέμενε λοιπόν! Αρα: υπήρχε καιρός! Και ουδείς λόγος, ο
γενναίος μας, να έχη τόση πρεμούρα και ν’ αρπάζη άλογα άλλων, και να
«ιππεύη» και να «αφιππεύη» πανικόβλητος, και να κατεβάζη -[Ο «ανώτερος»
αυτός!]- απλούς ιππείς, για να σωθή ελόγου του, ο «γαλαζοαίματος», σαν
πιο σπουδαίο προς ζωήν υποκείμενο! Τι δείχνουν όλ’ αυτά! Και προκειμένου
δα περί φυγής, όχι επιτέλους περί μάχης!] […] [Γιατί δεν τράβαγε να
πολεμήση για το ίδιο «πάτριο έδαφος», και να το «αμυνθή» έστω, στο
παθητικό αντί στο ενεργητικό, παρά άρπαζε κυνικώτατα ξένους ίππους, και
ίππευε γελοιωδέστατα πολύ πριν της ώρας του, μπας και δεν προλάβει να το
σκάση;]
■ [Εκλήθη ο υπηρέτης (ο Μεταξάς) τον Αύγουστο του ’99 από τη βασιλική
οικογένεια, σε πρόγευμα, στο Τατόι. (…) Εφαγε στο πλούσιο τραπέζι του
βασιλιά με τους άλλους δούλους. Το απόγευμα τους μίλησε ο Διάδοχος
Κωνσταντίνος. Και σημειώνει:] «Τότε ηνοίχθη ενώπιόν μας νέος εντελώς
άνθρωπος, και ησθάνθημεν πραγματικώς το βασιλικόν μεγαλείον». [Ποίον δε
«μεγαλείον» ησθάνθη, ο ανόητος;] «Απεστρέφετο την Γαλλίαν διά τας ιδέας
της ισότητος!» -[Αυτό ήταν το «μεγαλείον»!
Το μίσος κατά των ιδεών της ισότητας! Αμ πώς!]- «Μας εδείκνυε δε
σαφώς, ότι η προς τον ηγεμόνα αφοσίωσις είναι το υπέρτατον καθήκον
παντός πολίτου, -[Για φανταστήτε! Μα τι άλλο θάλεγε δεσπότης σε δούλους
του;]- και ιδίως αξιωματικού! -[''Ιδίως''!]- Δυστυχώς εδώ δεν έχομεν
Κυβέρνησιν -[τους είπε (κ’ έχασκαν). Και '''δεν είχομεν'', ούτε τότε,
διότι απλούστατα, αυλόδουλη δεν είχαμε, όχι γι’ άλλο τίποτε!]- Και
ήρχισε φιλιππικόν κατά του κρατούντος συστήματος, του κοινοβουλευτικού
καθεστώτος!» [Κι ακόμα περισσότερο έχασκαν, και θαύμαζαν το «βασιλικόν
μεγαλείον», οι δούλοι!]
■ [Πιστεύει ο ανθυπολοχαγός Μεταξάς -με τα σωστά του- πως είναι
κόμης!] «Ομιλών με τον Χάρτμαν -[ένα συμμαθητή του, στη Σχολή Πολέμου,
στη Γερμανία]- του είπα ότι είμαι κόμης -ήτο η ομιλία σχετική- και του
εξήγησα τι συμβαίνει εις την Ελλάδα υπό την έποψιν ταύτην». [Αλλά τι
συμβαίνει, λοιπόν, στην Ελλάδα «υπό την έποψιν ταύτην»; Αλλο τίποτε παρ’
ότι ευγενείς βέβαια όχι, μόνο ψευτοευγενείς υπάρχουν; Που ισχυρίζονται,
εκτός ελαχίστων -και πασίγνωστων για την άλλη αχρειότητά τους- γνησίων,
ό,τι τους κατέβει, κι όπου θέλουν ανάγουν έκαστος την ψευτοευγένεια της
καταγωγής του;]
■ [Οι ωμές όμως αντιλαϊκές, αντιδημοκρατικές, αντιανθρώπινες και
αντιελεύθερες απόψεις του -απόψεις καθαυτό λακέ δεσποτών, και τίποτ’
άλλο- εκτίθενται κυνικώτατα λίγο παρακάτω:] «Αμα αποδειχθή ότι η
Μοναρχία, ανικαταστήσασα τον Κοινοβουλευτισμόν εις τον στρατιωτικόν
κλάδον, επέτυχε, τίποτε δεν θα κρατήση το Εθνος να κλίνη οριστικώς και
δι’ όλους τους κλάδους προς αυτήν. Και τότε ο Βασιλεύς, όστις θα
στηρίζηται επί στρατού πιστού, θα είναι πράγματι κύριος και ουχί σκιά
μόνον.
Εγώ εν τη εξελίξει ταύτη καθώρισα ήδη τον δρόμον μου, προ πολλού.
Είμαι στρατιώτης και ευγενής [!!!] και θέτω εις την υπηρεσίαν του
Βασιλέως μου το ξίφος μου, του αφιερώ δε την ζωήν και την διάνοιάν μου.
Μου είναι αδιάφορον αν ο Βασιλεύς είναι καλός ή κακός, επιβλαβής ή
ωφέλιμος. Δεν εξετάζω αν αι πράξεις του προξενούν καλόν ή κακόν εις το
Εθνος. Τον ακολουθώ τυφλώς εις ό,τι θέλει. Η θέλησίς του είναι δι’ εμέ
νόμος».
[Και με ποιο «αντίτιμο», θα ρώταγε κανείς, όλ’ αυτά τα «τυφλώς» και
τα ρητώς αντεθνικά; Αλλά να, υπάρχει το «αντίτιμο», και είναι εμετικό,
είναι γλοιώδες:] «Θεωρώ εμαυτόν ευτυχή ότι χαίρω την ευμένειαν του
Διαδόχου [sic ο βαρβαρισμός του θέλοντος να παραστήση τον «πολλά γνώστη»
της ελληνικής Μεταξά!] αρχηγού αποφασιστικού και φιλοδόξου» […]
«Φιλοδοξίαν άλλην δεν έχω ή το να πράξω, προς τον Βασιλέα και αυτόν -τον
Διάδοχο- το καθήκον μου. Η προς αυτούς αφοσίωσίς μου δεν έχει
οπισθοβουλίαν». [Περιττή. Αφού έχει τέτοιαν «εμπροσθοβουλίαν» δούλου,
που εξέθεσα παραπάνω: νάχη την εύνοιά τους!]
■ «Σόφια, 20.9.1912. Οικονομική κρίσις εις Αθήνας! Τα δικαστήρια
εσταμάτησαν. Αραγε θα πληρώσουν οι ενοικιασταί; Αμφιβάλλω. Δι’ όλα αυτά
εγώ θεωρώ τον πόλεμον ασύμφορον διά την Ελλάδα, διότι κατά την γνώμην
μου, δεν πρόκειται περί ζωτικού ζητήματος αυτής –και ο Θεός βοηθός». [Ας
σταθούμε λίγο σ’ αυτό το απόσπασμα: Παραμονές «μεγάλου εθνικού μας
πολέμου» -ξέσπασε σε δύο βδομάδες- κι αυτός μόνιμος στρατιωτικός, που
έχει δώσει τάχα όρκο και τα ρέστα -«να φυλάττη μέχρι τελευταίας ρανίδος
του ("ευγενούς") αίματός του» και τα λοιπά ηχηρά παρόμοια- ήτοι
επαγγελματίας του πολέμου και της πατριωτικής αμύνης, που όμως μόνο
γιατί δε θα του πληρώνουν τώρα τα νοίκια οι νοικάρηδες σκίζεται –κι αυτά
τα αναθεματισμένα δικαστήρια που εσταμάτησαν, και πώς λοιπόν θα τους
κυνηγάη να τους συντρίψη, να τους φυλακίση, να τους καταφάγη τους κακούς
νοικάρηδές του, που θα του σκαν κανόνι υπό τους ήχους και το πρόσχημα
των κανονιών των αληθινών;]
Η αντίδραση του Πλεύρη
Η συνέχεια είναι εξίσου διασκεδαστική. Από την εφημερίδα τους οι
τεταρταυγουστιανοί επιτίθενται στον Ρένο με βαριές εκφράσεις για την
κατακρήμνιση του ειδώλου τους. Με άρθρο που υπογράφει ο αρχηγός Πλεύρης καταγγέλλεται ο Αποστολίδης,
όχι για τις πάμπολλες επισημάνσεις του για το πολιτικό, στρατιωτικό,
ακόμα και εθνικό έλλειμμα του Μεταξά, αλλά για ένα χιουμοριστικό
υπονοούμενο εις βάρος του: «Το άτομον τούτο [ο Αποστολίδης] εξαπέλυσε
έναν εμετικόν οχετό ύβρεων κατά του Ι. Μεταξά. Εάν πολεμούσε τις ιδέες
του Μεταξά θα υπήρχε δυνατότης να απαντήσωμεν.
Αλλά δεν πολεμά ιδέες, μα πρόσωπα. Ειδικά για τον Μεταξά πήρε διάφορα
αποσπάσματα από το "Ημερολόγιον" καθαρά ιδιωτικής και προσωπικής φύσεως
και από αυτά έβγαλε απιθάνως φοβερά αποσπάσματα. Ας φέρω ένα
παράδειγμα. Γράφει κάπου στο "Ημερολόγιο" ο Μεταξάς, ότι πρέπει να κόψει
τον μεσημεριάτικο ύπνο γιατί του κάνει κακό. Και εξ αυτού συμπεραίνει ο
κ. Αποστολίδης ότι ο Μεταξάς θέλει να κόψη τον μεσημεριάτικο ύπνο για
να αποφύγη "κάτι" που παρά τα εβδομήντα του χρόνια συνεχίζει. Το αισχρόν
υπονοούμενον είναι σαφές. Αλλά ο κ. Αποστολίδης δεν κάνει υπονοούμενα.
Αναφέρει αδιάντροπα τις ατιμίες που σοφίζεται ο σαπρός εγκέφαλός του»
(«Exhibitio Apostolidis ή Απάντησις εις ένα κοινό συκοφάντη», εφ. «4
Αυγούστου», τχ. 31, 29.1.1967).
Και για να απαντήσει ο Πλεύρης δεν μιλά καθόλου για τον Μεταξά, αλλά
επικαλείται τον ρόλο του Αποστολίδη στην περιβόητη εισβολή διακοσίων
τραμπούκων στη Βουλή, στις 3 Ιουλίου 1964. Το επεισόδιο αυτό, το οποίο
θεωρήθηκε από το σύνολο του Τύπου του Κέντρου και της Αριστεράς ως
δείγμα παρακρατικής δράσης και προεόρτιο της συνταγματικής εκτροπής έναν
χρόνο αργότερα, ανέδειξε πράγματι τον Ρένο Αποστολίδη σε αγκιτάτορα της
Ακροδεξιάς. Ο ίδιος είχε πολιτευτεί με τον Μαρκεζίνη και κατέβαινε τότε
ως υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος με τον εκλεκτό της ΕΡΕ Πλυτά για τον
δήμο της Αθήνας.
Εξάλλου από την κεντρική προεκλογική συγκέντρωση του Πλυτά
αποσπάστηκε το τμήμα των «εισβολέων» που κατέληξε στη Βουλή για να
προπηλακίσει τον «Παπατζή» (έτσι έλεγε ο Αποστολίδης τον τότε
πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου) και τους βουλευτές του. Η υπόθεση
κατέληξε μάλιστα σε πολυήμερη δίκη. Ο Αποστολίδης καταδικάστηκε στη
βαρύτερη ποινή και τελικά έμεινε 100 μέρες στη φυλακή.
Εχουμε, λοιπόν, το παράδοξο, να καταγγέλλει ο Πλεύρης τον Αποστολίδη
για κάτι που πραγματοποίησαν οι ομόφρονές του, οι οπαδοί του Μεταξά,
οι παρακρατικοί και οι ΕΚΟΦίτες. Την αντίφαση αυτή την ξεπερνά ο
Πλεύρης κατηγορώντας τον Αποστολίδη ότι έβαλε τα κλάματα στη δίκη, ενώ
«οι συγκατηγορούμενοι του Ρένου, νέοι όλοι, εφέρθησαν κατά την δίκην
ανδροπρεπώς και αντιμετώπισαν με αξιοπρέπεια την δύσκολη στιγμή».
Από την πλευρά του ο Αποστολίδης δεν άφησε αναπάντητη την πρόκληση.
Με εκτενές άρθρο του, που τιτλοφορείται «Αλλοι βόθροι», σηκώνει το γάντι
και απαντά: «Τα τσογλάνια, λοιπόν, της Τετάρτης Αυγούστου παρασταίνουν
πως ενωχλήθηκαν απ’ την κριτική του "Ημερολογίου" Μεταξά. […] Θα μου
πουν, πάλι, οι τα φαιά φέροντες, "αν αξίζη τον κόπο ν’ απαντάη κανείς σε
τόσο ποταπούς και τόσο ανάξιους". […] Μα μια στιγμή φίλοι! Σοβαροί μου
πράγματι άνθρωποι, επιτέλους, που κ’ εσάς διαβρώνει η "λογική" κ’ οι
καθημερινά σφυροκοπούμενες -με υπομονή και επιμονή σκώρου- κουβέντες των
φαιά φερόντων;
Τέτοια τσογλάνια δεν ήταν οι χτεσινοί –που στήσαν καθεστώς εδώ, με τον καφενέ Μανιαδάκη στις
"επάλξεις" του, με τέτοιο νάνο και τέτοιους νάνους θρασύτατα στο σβέρκο
σας; Που αν ο θάνατος του νάνου κ’ η Κατάκτηση του Τόπου δεν τους
εσάρωνε, εδώ θα μας ήταν ακόμα –άλλο που μας είναι τα γεννήματα και τ’
αποσπέρματά τους! Το ξέρετε πως η Νεάπολη και τα Εξάρχεια είναι γεμάτα
στους τοίχους πάλι με τα βρωμερά: "Ζήτω η Τετάρτη Αυγούστου!" "Ζήτω ο
Ιωάννης Μεταξάς!" Πηγαίνετε στις άνω της Σκουφά περιόδους, ως το τέρμα
Ιπποκράτους, και μαζί μ’ αυτές τις αηδίες θα διαβάσετε στους τοίχους
-τώρα, πρόσφατα γραμμένα- από το ίδιο πινέλλο, με την ίδια μπλε μπογιά
-"εθνικοφρονέστατοι" γαρ οι "νέοι"!- και… "Ζήτω η Αστυνομία!
Θα σας φάμε κουμμούνια! Ζήτω η Φρειδερίκη!" […] Και ξέρετε, ακόμα,
φίλοι, πως στο Αμερικανικό Κολλέγιο υπάρχει πυρήνας ολάκερος
"τεταρταυγουστιανών", ωργανωμένος καθώς μου λεν "συνωμοτικά", με
"συνθήματα" και "παρασυνθήματα", με "μυστικά" κόλπα "συνεννοήσεων" κι
"αναγνωρίσεων", με "συνεδριάσεις" και "βαθμοφόρους" κι "αξιωματούχους",
που χαλάνε κόσμο κ’ έξω απ’ τις αίθουσες και τα γήπεδα του κολλεγίου,
και στα διάφορα χαζόπαιδα της καλής μας τάξεως, και στις κουβέντες, και
στις παρέες, και στις διασκεδάσεις, κερδίζοντας συνεχώς κορόιδα στην
κοπρο-"ιδεολογία";» («Νέα Ελληνικά», τχ. 15, Μάρτιος 1967, σ.
1.129-133).
Η απάντηση των τεταρταυγουστιανών είναι η κατάθεση μήνυσης που υπογράφουν ο αρχηγός Πλεύρης και ο υπαρχηγός Δημήτριος Δημόπουλος.
Το ανακοινώνουν στην εφημερίδα τους λίγες μέρες πριν την κήρυξη της
δικτατορίας («Ρένος ο υβριστής», εφ. «4 Αυγούστου», τχ. 33, Απρίλιος
1967).
Και ο Ρένος αντεπιτίθεται στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού του: «Η
κριτική του Ημερολογίου Μεταξά συνεχίζεται στο τεύχος αυτό καθώς το
υποσχέθηκα στα κοπρόσκυλα της Τετάρτης Αυγούστου που με βρίζουν». Τελικά
η δίκη θα διεξαχθεί μετά την επιβολή του πραξικοπήματος, ο Αποστολίδης
βέβαια θα καταδικαστεί, αλλά στο εφετείο θα δηλώσει ότι δεν είχε πρόθεση
να θίξει τους μηνυτές του και η μήνυση θα ανακληθεί.
Συνεπής στην αντιφατικότητά του, ο Αποστολίδης θα δεχτεί λίγους μήνες
αργότερα την πρόσκληση του δικτάτορα Παπαδόπουλου και θα οργανώσει τη
διατεταγμένη δημοσίευση σε όλες τις εφημερίδες διηγημάτων από την
«Ανθολογία» που υπογράφουν ο πατέρας του και ο ίδιος, «για να μορφωθεί ο
λαός».
Το σχέδιο θα ναυαγήσει μετά τη δημοσίευση της δικής του νουβέλας για
τον εμφύλιο «Ο Α2», η οποία θα προκαλέσει την επέμβαση των σκληρών της
χούντας και κυρίως του Λαδά, ο οποίος είχε μυστικοσύμβουλο τον Πλεύρη.
Το ειδύλλιο του Ρένου με τη δικτατορία του Παπαδόπουλου θα διακοπεί,
αλλά η μελέτη του «Ημερολογίου» του Μεταξά θα μείνει ανολοκλήρωτη.
Διαβάστε:
► Ιωάννης Μεταξάς, «Το προσωπικό Ημερολόγιο»
(τόμοι 4, έκδ. της οικογενείας Ι. Μεταξά, υπό τη φίρμα Κολλάρος οι 2 πρώτοι, 1951-1952, Ικαρος οι άλλοι, 1960-1964).
► Ρένος Αποστολίδης, «Κριτική του εντύπου, Ανατίναξη του κεντρικού θρύλου ή Exhibitio Dictatoris»
Η σειρά των άρθρων για το «Ημερολόγιο» ξεκίνησε στο τχ. 3 της Γ΄
περιόδου των «Νέων Ελληνικών» (σ. 209-231). Ακολούθησαν άλλες τέσσερις
συνέχειες, στα τχ. 7 (σ. 524-533), 9 (σ. 692-698), 11 (σ. 865-868), 16
(σ. 1.211-1.215).
► Ρένος Αποστολίδης
«Κατηγορώ»
(εκδ. «Τα Νέα Ελληνικά», Αθήνα 1965)
Προσωπική μαρτυρία -όπως και τα περισσότερα γραφτά του- με
εκτενείς αναφορές στο επεισόδιο της εισβολής στο κοινοβούλιο τον Ιούλιο
του 1964, αλλά και στο «Ημερολόγιο» του Μεταξά.
► Ρένος Αποστολίδης, (εκδ. Πατάκης, Αθήνα 1999)
Αυτοβιογραφική ματιά σε όσα έζησε ο συγγραφέας, με πρόθεση να
δώσει εξηγήσεις και για δύο μεγάλα ερωτήματα που τον συνοδεύουν: την
εισβολή στη Βουλή του 1964 και τη συνεργασία με τη χούντα για τη
διατεταγμένη δημοσίευση διηγημάτων στις αθηναϊκές εφημερίδες το 1969.
Επισκεφτείτε:
► «Ρένος, η αναρχική και πνευματική μορφή της σύγχρονης Ελλάδας (1924-2004)»
Δικτυακός τόπος αφιερωμένος στον φιλόλογο και συγγραφέα Ρένο
Αποστολίδη, με τη φροντίδα των γιων του, Στάντη και Ηρκου Αποστολίδη.