1945, ήττα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στην Αθήνα, Συμφωνία της Βάρκιζας και Λευκή
Τρομοκρατία ενάντια στους αγωνιστές της εαμικής Εθνικής Αντίστασης
1941-1944. Παράλληλα, έναρξη μιας γιγάντιας προσπάθειας κατασυκοφάντησης
της Αριστεράς και του εθνικοαντιστασιακού κινήματος.
Μέσα στην φιλολογία περί «σφαγέων ελασιτών» και στα «κονσερβοκούτια», που δέσποζαν στον τύπο της εποχής, μέσα στην περίοδο της πιο μαύρης αντίδρασης, εκδίδεται ένα νομικό βιβλίο, με τίτλο «Λαϊκή Δικαιοσύνη εις τας ελευθέρας περιοχάς της υπό κατοχήν Ελλάδος». Το βιβλίο είναι μια επιστημονική εργασία, στην οποία επιχειρείται η κριτική αποτίμηση του θεσμού της Λαϊκής Δικαιοσύνης, όπως αυτός αναδείχθηκε στις περιοχές της χώρας, που κατά την περίοδο της Κατοχής, ελέγχονταν από την εαμική εξουσία. Παράλληλα, στο έργο αυτό, έγινε μια συστηματική και αξιόλογη προσπάθεια συγκέντρωσης και ταξινόμησης του σχετιζόμενου αρχειακού υλικού. Το βιβλίο προκάλεσε μεγάλη εντύπωση, αφού συγγραφέας του ήταν ένας συντηρητικός νομικός και ακαδημαϊκός που ουδέποτε είχε κάποια σχέση με το κίνημα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ή και την Αριστερά γενικότερα. Διετέλεσε γενικός γραμματέας του υπουργείου Δικαιοσύνης το 1945 και το 1950, υπουργός Εργασίας στην υπηρεσιακή κυβέρνηση Θεοτόκη. Ιδιαίτερη αξία είχαν τα πορίσματα της μελέτης, όπου ο συγγραφέας συμπεραίνει ότι η λειτουργία του θεσμού ήταν σύμφωνη με την κλασική παράδοση περί δικαίου και έχει σημαντικές ομοιότητες με παρόμοιους θεσμούς που αναπτύχθηκαν στην εποχή της Τουρκοκρατίας.
Παραθέτω την βιβλιοκριτική του Ηλία Τσιριμώκου στη «Σοσιαλιστική Επιθεώρηση» (φύλλο 4-5, Οκτώβριος-Νοέμβριος 1945). Η «Σοσιαλιστική Επιθεώρηση», ήταν το μηνιαίο θεωρητικό όργανο της ΕΛΔ-ΣΚΕ.
Μεγάλος έπαινος ανήκει στον κ. Δ. Ζέπο. Μέσα στην ατμόσφαιρα παράφορου φανατισμού της Δεξιάς και γενικής προσπάθειας κατεξευτελισμού του Κινήματος Εθνικής Αντιστάσεως, εκείνος, μολονότι δεν υπήρξε Εαμίτης, κατέγινε σε μια επιστημονική εργασία πάνω στο ζήτημα της Λαϊκής Δικαιοσύνης. Βέβαια το έργο του δεν πιάνει το ζήτημα σ’ όλη του την έκταση και σ' όλο του το βάθος. Κυριολεχτικά περιορίζεται να δώση επιστημονικά ταχτοποιημένο το σχετικό υλικό. Να θέση το πρόβλημα. Δεν παύει πάντως η Εργασία του να είναι πολύτιμη και άξια για τον πιο μεγάλο έπαινο. Στο θέμα αν στην Ελεύθερη Ελλάδα, σ’ όλο αυτό το διάστημα υπήρξε Επανάσταση που επεκράτησε (θέμα που ανέλυσε στο 1ο φύλλο της ΣΟΣΕΠ, ο καθηγητής Σβώλος και το τοποθέτησε κατά τρόπο οριστικό), ο κ. Ζέπος προτιμάει να δώση μία λύση όσο μπορεί πιο συντηρητική ας πούμε. Δέχεται βέβαια πώς έγινε επανάσταση εναντίον των Αρχών Κατοχής και των Κουίσλιγκ, αλλά δεν νομίζει ότι ισχύει το ίδιο έναντι του επισήμου Κράτους (Κυβέρνηση Καΐρου). Και είναι βέβαια αλήθεια πως υπήρχαν ιδιόρρυθμες σχέσεις Καΐρου - Βουνού, αφού η Κυβέρνηση Καΐρου περιοριζόταν να άρχει στη Μέση Ανατολή, αφήνοντας την κυριαρχία της Ελεύθερης Ελλάδας στους αντάρτες — ενώ το αντάρτικο και αργότερα η ΠEEA περιορίζονταν να άρχουν στην Ελεύθερη Ελλάδα χωρίς να κηρύξουν έκπτωτο το Γεώργιο και την κυβέρνησή του — μα αυτή η «δυαρχία», που, άλλωστε, οι δύο εξουσίες την ασκούσαν σε διαφορετικά εδάφη, δεν αλλάζει το χαρακτήρα της Επανάστασης. Τα υπόλοιπα ανάγονται στην καθαρά πολιτική σφαίρα (χαρακτήρας του απελευθερωτικού αγώνα, ενωτικές προθέσεις του ΕΑΜ κλπ.), που η εξέτασή τους δεν έχει θέση εδώ.
Οπωσδήποτε — Επανάσταση η ιδιόρρυθμη ντε φάκτο κατάσταση — ο κ. Ζέπος δεν θεωρεί, και αυτό είναι το ουσιώδες, ότι οι θεσμοί που δημιουργήθηκαν έχουν μία απλή αξία επιστημονικής «περιέργειας». Δέχεται πως εκεί επάνω δημιουργήθηκαν κανόνες δικαίου κλπ. έγκυροι για το όσο διάστημα ίσχυσαν και που τα αποτελέσματα τους δεν μπορούν ν’ ανατραπούν παρά από νέους κανόνες δικαίου. Έτσι δεν ολισθαίνει στην «αντιποίηση αρχής» όπου έφτασαν μερικά δικαστικά συμβούλια και δικαστήρια, ατιμάζοντας και το δικό τους όνομα και το έθνος.
Βέβαια οι θεσμοί που γεννήθηκαν στην Ελεύθερη Ελλάδα είναι ατελείς. Δημιουργήθηκαν, έθεσαν το πρόβλημα (και κέρδισαν τη λύση) στη λαϊκή συνείδηση, και καθιέρωσαν οριστικά τη δημοτική γλώσσα. Υπάρχουν σήμερα νόμοι και δικαστικές αποφάσεις στη γλώσσα του λαού. Αυτό αποτελεί μεγίστη λαϊκή νίκη. Κανένας δεν αγνοεί πως η λαϊκή γλώσσα όλων των ευρωπαϊκών λαών καθιερώθηκε από τη στιγμή που οι νόμοι και οι δικαστικές αποφάσεις γραφήκαν σ' αυτή τη γλώσσα. Τούτο είναι οριστικό. Και ο λαός περιμένει την ώρα που οι Αρχές του Ψηφίσματος του Εθνικού Συμβουλίου, έτσι που είναι γραμμένες στη δημοτική, θα γίνουν άρθρα του νέου Συντάγματος της Ελλάδας. Κατά τα άλλα υπάρχει έργο για το μέλλον. Αληθινά και στα τρία ερωτήματα που μπαίνουν επ’ αφορμή της Δικαιοσύνης — α) ποιός δικάζει, β) πώς δικάζει, γ) τι νόμο εφαρμόζει — μόνο προσωρινές απαντήσεις δόθηκαν ως τώρα, και (το πιο ουσιαστικό, το αληθινά μεγαλειώδικο) η γενική κατεύθυνση.
Στο πρώτο ερώτημα δεν δόθηκε η οριστική απάντηση κυρίως γιατί δεν λειτούργησαν στην Ελεύθερη Ελλάδα όλα τα δικαστήρια σ’ όλη την κλίμακα της ιεραρχίας. Στο τρίτο ερώτημα δεν δόθηκε η οριστική απάντηση γιατί τα όρια που έθεσε στον εαυτό της η Εθνικοαπελευθερωτική Επανάσταση δεν της επέτρεψαν να προχωρήση σε βαθύτερο μεταρρυθμιστικό νομοθετικό έργο. Η δε πρώτη αρχή που εφαρμόστηκε (ότι όλος ο κόσμος νομίζει ορθό και δίκαιο) ούτε σαν αρχή (αρχή άγραφου δικαίου) μπορούσε να καθιερωθή ούτε και ριζοσπαστικά αποτελέσματα μπορούσε να δώση (προσκόλληση στην παράδοση). Εκεί όμως που δόθηκε η οριστικώτερη, ας πούμε, απάντηση, ήταν στο δεύτερο ερώτημα. Πραγματικά η απόδειξη δόθηκε, η κατάχτηση έγινε: άμεση απονομή της δικαιοσύνης, ουσιαστική, ζωντανή κρίση, απαλλαγή απ’ την τυπολατρία, απ’ την δικονομική στρεψοδικία κλπ.
Βεβαίως δεν είναι η θέση εδώ ν’ αναλύσουμε τις απόψεις μας για την παραπέρα εξέλιξη των θεσμών που θεμελιώθηκαν μες τη φωτιά της μάχης εναντίον του κατακτητή. Οι επιστήμονες που νιώθουν τον παλμό της λαϊκής αναδημιουργίας πρέπει να βαλθούν με ζέση στο έργο. Και, πιστεύουμε πως θα μας δοθούν εργασίες βαθειάς ανατομίας του τι έχει γίνει και εργασίες πάνω στο τι πρέπει αύριο να γίνη. Το θέμα δεν είναι απ’ τα δευτερότερα. Και κανείς κόπος δεν είναι υπερβολικός αν κάτι μπορεί να εισφέρη στην οικοδόμηση των θεσμών της Λαϊκής Δημοκρατίας. Γιατί αυτούς τους θεσμούς ποθεί, γι’ αυτούς πάσχει και αγωνίζεται σήμερα ο λαός.
Διαβάστε τη μελέτη στο SCRIBD. Το βιβλίο έχει εκδοθεί άλλη μια φορά, το 1986, από το «Μορφωτικό ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης». Προλογίζει ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ενώ υπάρχει και ένας σύντομος επίλογος των ιστορικών Ν. Παπαντωνίου και Νίκου Σβορώνου.
Μέσα στην φιλολογία περί «σφαγέων ελασιτών» και στα «κονσερβοκούτια», που δέσποζαν στον τύπο της εποχής, μέσα στην περίοδο της πιο μαύρης αντίδρασης, εκδίδεται ένα νομικό βιβλίο, με τίτλο «Λαϊκή Δικαιοσύνη εις τας ελευθέρας περιοχάς της υπό κατοχήν Ελλάδος». Το βιβλίο είναι μια επιστημονική εργασία, στην οποία επιχειρείται η κριτική αποτίμηση του θεσμού της Λαϊκής Δικαιοσύνης, όπως αυτός αναδείχθηκε στις περιοχές της χώρας, που κατά την περίοδο της Κατοχής, ελέγχονταν από την εαμική εξουσία. Παράλληλα, στο έργο αυτό, έγινε μια συστηματική και αξιόλογη προσπάθεια συγκέντρωσης και ταξινόμησης του σχετιζόμενου αρχειακού υλικού. Το βιβλίο προκάλεσε μεγάλη εντύπωση, αφού συγγραφέας του ήταν ένας συντηρητικός νομικός και ακαδημαϊκός που ουδέποτε είχε κάποια σχέση με το κίνημα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ή και την Αριστερά γενικότερα. Διετέλεσε γενικός γραμματέας του υπουργείου Δικαιοσύνης το 1945 και το 1950, υπουργός Εργασίας στην υπηρεσιακή κυβέρνηση Θεοτόκη. Ιδιαίτερη αξία είχαν τα πορίσματα της μελέτης, όπου ο συγγραφέας συμπεραίνει ότι η λειτουργία του θεσμού ήταν σύμφωνη με την κλασική παράδοση περί δικαίου και έχει σημαντικές ομοιότητες με παρόμοιους θεσμούς που αναπτύχθηκαν στην εποχή της Τουρκοκρατίας.
Παραθέτω την βιβλιοκριτική του Ηλία Τσιριμώκου στη «Σοσιαλιστική Επιθεώρηση» (φύλλο 4-5, Οκτώβριος-Νοέμβριος 1945). Η «Σοσιαλιστική Επιθεώρηση», ήταν το μηνιαίο θεωρητικό όργανο της ΕΛΔ-ΣΚΕ.
Μεγάλος έπαινος ανήκει στον κ. Δ. Ζέπο. Μέσα στην ατμόσφαιρα παράφορου φανατισμού της Δεξιάς και γενικής προσπάθειας κατεξευτελισμού του Κινήματος Εθνικής Αντιστάσεως, εκείνος, μολονότι δεν υπήρξε Εαμίτης, κατέγινε σε μια επιστημονική εργασία πάνω στο ζήτημα της Λαϊκής Δικαιοσύνης. Βέβαια το έργο του δεν πιάνει το ζήτημα σ’ όλη του την έκταση και σ' όλο του το βάθος. Κυριολεχτικά περιορίζεται να δώση επιστημονικά ταχτοποιημένο το σχετικό υλικό. Να θέση το πρόβλημα. Δεν παύει πάντως η Εργασία του να είναι πολύτιμη και άξια για τον πιο μεγάλο έπαινο. Στο θέμα αν στην Ελεύθερη Ελλάδα, σ’ όλο αυτό το διάστημα υπήρξε Επανάσταση που επεκράτησε (θέμα που ανέλυσε στο 1ο φύλλο της ΣΟΣΕΠ, ο καθηγητής Σβώλος και το τοποθέτησε κατά τρόπο οριστικό), ο κ. Ζέπος προτιμάει να δώση μία λύση όσο μπορεί πιο συντηρητική ας πούμε. Δέχεται βέβαια πώς έγινε επανάσταση εναντίον των Αρχών Κατοχής και των Κουίσλιγκ, αλλά δεν νομίζει ότι ισχύει το ίδιο έναντι του επισήμου Κράτους (Κυβέρνηση Καΐρου). Και είναι βέβαια αλήθεια πως υπήρχαν ιδιόρρυθμες σχέσεις Καΐρου - Βουνού, αφού η Κυβέρνηση Καΐρου περιοριζόταν να άρχει στη Μέση Ανατολή, αφήνοντας την κυριαρχία της Ελεύθερης Ελλάδας στους αντάρτες — ενώ το αντάρτικο και αργότερα η ΠEEA περιορίζονταν να άρχουν στην Ελεύθερη Ελλάδα χωρίς να κηρύξουν έκπτωτο το Γεώργιο και την κυβέρνησή του — μα αυτή η «δυαρχία», που, άλλωστε, οι δύο εξουσίες την ασκούσαν σε διαφορετικά εδάφη, δεν αλλάζει το χαρακτήρα της Επανάστασης. Τα υπόλοιπα ανάγονται στην καθαρά πολιτική σφαίρα (χαρακτήρας του απελευθερωτικού αγώνα, ενωτικές προθέσεις του ΕΑΜ κλπ.), που η εξέτασή τους δεν έχει θέση εδώ.
Οπωσδήποτε — Επανάσταση η ιδιόρρυθμη ντε φάκτο κατάσταση — ο κ. Ζέπος δεν θεωρεί, και αυτό είναι το ουσιώδες, ότι οι θεσμοί που δημιουργήθηκαν έχουν μία απλή αξία επιστημονικής «περιέργειας». Δέχεται πως εκεί επάνω δημιουργήθηκαν κανόνες δικαίου κλπ. έγκυροι για το όσο διάστημα ίσχυσαν και που τα αποτελέσματα τους δεν μπορούν ν’ ανατραπούν παρά από νέους κανόνες δικαίου. Έτσι δεν ολισθαίνει στην «αντιποίηση αρχής» όπου έφτασαν μερικά δικαστικά συμβούλια και δικαστήρια, ατιμάζοντας και το δικό τους όνομα και το έθνος.
Βέβαια οι θεσμοί που γεννήθηκαν στην Ελεύθερη Ελλάδα είναι ατελείς. Δημιουργήθηκαν, έθεσαν το πρόβλημα (και κέρδισαν τη λύση) στη λαϊκή συνείδηση, και καθιέρωσαν οριστικά τη δημοτική γλώσσα. Υπάρχουν σήμερα νόμοι και δικαστικές αποφάσεις στη γλώσσα του λαού. Αυτό αποτελεί μεγίστη λαϊκή νίκη. Κανένας δεν αγνοεί πως η λαϊκή γλώσσα όλων των ευρωπαϊκών λαών καθιερώθηκε από τη στιγμή που οι νόμοι και οι δικαστικές αποφάσεις γραφήκαν σ' αυτή τη γλώσσα. Τούτο είναι οριστικό. Και ο λαός περιμένει την ώρα που οι Αρχές του Ψηφίσματος του Εθνικού Συμβουλίου, έτσι που είναι γραμμένες στη δημοτική, θα γίνουν άρθρα του νέου Συντάγματος της Ελλάδας. Κατά τα άλλα υπάρχει έργο για το μέλλον. Αληθινά και στα τρία ερωτήματα που μπαίνουν επ’ αφορμή της Δικαιοσύνης — α) ποιός δικάζει, β) πώς δικάζει, γ) τι νόμο εφαρμόζει — μόνο προσωρινές απαντήσεις δόθηκαν ως τώρα, και (το πιο ουσιαστικό, το αληθινά μεγαλειώδικο) η γενική κατεύθυνση.
Στο πρώτο ερώτημα δεν δόθηκε η οριστική απάντηση κυρίως γιατί δεν λειτούργησαν στην Ελεύθερη Ελλάδα όλα τα δικαστήρια σ’ όλη την κλίμακα της ιεραρχίας. Στο τρίτο ερώτημα δεν δόθηκε η οριστική απάντηση γιατί τα όρια που έθεσε στον εαυτό της η Εθνικοαπελευθερωτική Επανάσταση δεν της επέτρεψαν να προχωρήση σε βαθύτερο μεταρρυθμιστικό νομοθετικό έργο. Η δε πρώτη αρχή που εφαρμόστηκε (ότι όλος ο κόσμος νομίζει ορθό και δίκαιο) ούτε σαν αρχή (αρχή άγραφου δικαίου) μπορούσε να καθιερωθή ούτε και ριζοσπαστικά αποτελέσματα μπορούσε να δώση (προσκόλληση στην παράδοση). Εκεί όμως που δόθηκε η οριστικώτερη, ας πούμε, απάντηση, ήταν στο δεύτερο ερώτημα. Πραγματικά η απόδειξη δόθηκε, η κατάχτηση έγινε: άμεση απονομή της δικαιοσύνης, ουσιαστική, ζωντανή κρίση, απαλλαγή απ’ την τυπολατρία, απ’ την δικονομική στρεψοδικία κλπ.
Βεβαίως δεν είναι η θέση εδώ ν’ αναλύσουμε τις απόψεις μας για την παραπέρα εξέλιξη των θεσμών που θεμελιώθηκαν μες τη φωτιά της μάχης εναντίον του κατακτητή. Οι επιστήμονες που νιώθουν τον παλμό της λαϊκής αναδημιουργίας πρέπει να βαλθούν με ζέση στο έργο. Και, πιστεύουμε πως θα μας δοθούν εργασίες βαθειάς ανατομίας του τι έχει γίνει και εργασίες πάνω στο τι πρέπει αύριο να γίνη. Το θέμα δεν είναι απ’ τα δευτερότερα. Και κανείς κόπος δεν είναι υπερβολικός αν κάτι μπορεί να εισφέρη στην οικοδόμηση των θεσμών της Λαϊκής Δημοκρατίας. Γιατί αυτούς τους θεσμούς ποθεί, γι’ αυτούς πάσχει και αγωνίζεται σήμερα ο λαός.
Διαβάστε τη μελέτη στο SCRIBD. Το βιβλίο έχει εκδοθεί άλλη μια φορά, το 1986, από το «Μορφωτικό ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης». Προλογίζει ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ενώ υπάρχει και ένας σύντομος επίλογος των ιστορικών Ν. Παπαντωνίου και Νίκου Σβορώνου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.